Η ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΤΡΑΒΕΣΤΙ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗ» ΤΟΝ ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟ!

H ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΟΜΟΦΙΛΟΦΥΛΟΥ ΠΑΘΟΥΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΓΙΟ

Η εξομολόγηση ενός πρώην ομοφυλόφιλου,
και η θαυμαστή σχέση του, με τον τρελο-Γιάννη τον δια Χριστόν σαλό.

Ο Κωνσταντίνος που συνήθιζε να κάθεται στις τελευταίες πάντα θέσεις του Ναού με εμφανή αρχικά δισταγμό σηκώθηκε και πήγε κοντά στον κυρ- Αναστάση. Καθώς διάβαινε προς τον άμβωνα παρατήρησε το πόσο περίεργα τον κοιτούσαν όλοι…

Είδε στα μάτια των παρευρισκομένων να καθρεφτίζεται μία αόριστη απορία. Και εκείνος απορούσε γιατί ο κυρ-Αναστάσης κάλεσε μόνο αυτόν να παρευρεθεί δίπλα του την ώρα της ανάγνωσης της επιστολής…

Κάτι όμως ασυνήθιστο τον παρακίνησε και αφού έριξε μία κλεφτή ματιά στην αγαπημένη του Κατερίνα παρακάλεσε τον κυρ -Αναστάση να πει δυό λόγια στη μνήμη του τρελο- Γιάννη…

Ο κυρ -Αναστάσης θέλησε να διαβάσει πρώτα την επιστολή και μετά να του δώσει το λόγο. Τότε ο παπα-Βασίλης παρενέβη στη συζήτηση και είπε: «Άσε το παιδί να μιλήσει Αναστάση»…

Ο Κωνσταντίνος τότε με χαμηλωμένο το πρόσωπο πήγε μπροστά στο μικρόφωνο. «Θεωρώ και εκλαμβάνω τον εαυτό μου ως το χειρότερο μίασμα που υπήρξε ποτέ στην ανθρωπότητα.

 Ξέρω ακόμη πως ως «μίασμα» της κοινωνίας με αντιμετωπίζετε όλοι λόγω της αμαρτωλής πρώην δραστηριότητάς μου. Έχετε απόλυτα δίκαιο.

Έτσι μου αξίζει να με αντιμετωπίζετε γιατί με τη ζωή που έκανα όχι μόνο έβλαπτα τον εαυτό μου αλλά και τους πλησίον μου, εσάς δηλαδή αλλά και όλους αυτούς που έπιανα στα δίκτυα της ανομίας…

Παίρνω λοιπόν ως ευκαιρία τη δυνατότητα αυτή που μου έδωσε ο κυρ-Αναστάσης για να ζητήσω από τον καθένα προσωπικά να με συγχωρήσετε. Δεν αξίζω βέβαια ούτε καν τη συγνώμη γιατί σας έβλαψα όσο δεν μπορείτε να φανταστείτε.

 Έβλαψα την πόλη μας, τη συνοικία, τη γειτονιά μας. Έβλαψα φίλους και γνωστούς μου, γονείς και συγγενείς γιατί μετέφερα με τη βιοτή μου, το βούρκο της ακολασίας στην καθημερινότητά σας.

Στην κατρακύλα μου αυτή που είχα πάρει έδωσε τέλος οριστικό ο τρελο-Γιάννης…

Οι προσευχές του σαλού με έβγαλαν από την παγίδα όχι ενός δαιμονίου αλλά ολάκερης λεγεώνας που είχαν φωλιάσει μέσα μου. Ήμουν για σχεδόν δέκα χρόνια τραβεστί. Πίστευα τότε ότι η ευτυχία βρίσκεται στην εφήμερη απόλαυση που προκαλεί η σαρκική επαφή.

Ντυνόμουν προκλητικά, οργιζόμουν με τους ανθρώπους. Αντιμετώπιζα τη ζωή ως ένα δοχείο ηδονής, το οποίο θα έπρεπε καθημερινά να φροντίζω να γεμίζω.

Έζησα το βούρκο της κολάσεως, όσο δεν μπορείτε να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Συνήθιζα λοιπόν σε τακτά διαστήματα να αλλάζω κατοικία, αφού με το δίκιο της η κοινωνία με εκλάμβανε ως απόβλητο. Και αυτό στην ουσία ήμουν.

Οι τσακωμοί, οι βρισιές και οι απογοητεύσεις πίστευα ότι ήταν η καλύτερη άμυνα στην παθιασμένη κατά κυριολεξία μανία μου να ακολουθήσω κάτι που διέφερε από το κοινωνικά πρέπον, από τα ιδανικά και τις αξίες του ευαγγελίου.

 Θεωρούσα τότε ως ανθρώπινο δικαίωμα την ασθένεια μου και είχα την ψευδαίσθηση πως ήταν πέρα ως πέρα φυσιολογικό…

Κάτι που είθισται σήμερα κάποιοι ακόμη και ανώτατοι άρχοντες να διαφημίζουν ως δήθεν διαφορετικότητα.

Δεν υπήρξε λοιπόν αστυνομικό τμήμα στην Αθήνα που να μην με γνωρίζει. Δεν υπήρξε δικαστήριο που να μην ήμουν «πελάτης» του είτε ως κατηγορούμενος επειδή πρόσβαλα τα χρηστά ήθη είτε ως μάρτυρας κατηγορίας η υπεράσπισης σε διάφορες παρόμοιες υποθέσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΟΙΜΟΣ-ΑΘΗΝΑ

loading...