Τα παρατράγουδα θέλουν τις Ανίττες τους

Ποιο είναι το πρόβλημα και η μεγάλη ευθύνη των «δημοσιογράφων»

Πριν από λίγες μέρες αναρωτήθηκα για το είδος των ανθρώπων που ψηφίζουν παρατράγουδα σαν τον συναγωνιστή Φωκά. Ή σαν τη συντρόφισσα Μεγαλοοικονόμου. Ή σαν τον σύντροφο Ζουράρι. Ή σαν τον σύντροφο Βαρουφάκη, παλιότερα. Ή σαν τον/την … (συμπληρώστε παρατράγουδο του γούστου σας). Προφανώς η ερώτηση ήταν ρητορική (αν διαβάζει ο πρωθυπουργός, «ρητορική» είναι κάθε ερώτηση που δεν χρήζει απαντήσεως επειδή η απάντηση είναι κοινός τόπος) καθώς όλοι ξέρουμε πως μόνο ενας ανόητος μπορεί να αναθέσει όχι μόνο την εκπροσώπησή του, αλλά και τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων για το μέλλον του, σε ένα παρατράγουδο.

Η προφανής αυτή απάντηση δημιουργεί μια άλλη απορία. Μια απορία που είναι κάπως πιο σημαντική κι έχει να κάνει με το πώς οι αφελείς συμπολίτες γνώρισαν τα παρατράγουδα που ψήφισαν. Πού τους είδαν πρώτη φορά; Πού τους είδαν δεύτερη; Πού τους είδαν και τρίτη; Και γιατί κάθε φορά που τους έβλεπαν, κανένας δεν φρόντιζε να εκθέσει το πόσο παρατράγουδα είναι;

Δυστυχώς η απάντηση και σε αυτές τις ερωτήσεις είναι πολύ εύκολη: τα παρατράγουδα έγιναν γνωστά, απέκτησαν δημόσιο βήμα και διαφημίστηκαν από τις Αννίτες Πάνιες των «ενημερωτικών» εκπομπών της τηλεόρασης. Τα παρατράγουδα απέκτησαν υπόσταση από τους ανθρώπους που δήθεν ενοχλούνται από το επίπεδο του κοινοβουλίου την ώρα που συνεχίζουν να δίνουν βήμα στα ίδια ή και νέα παρατράγουδα. Τα παρατράγουδα στο κοινοβούλιο θα ήταν πολύ λιγότερα αν δεν τα βοηθούσαν οι πάντα πρόθυμοι να βοηθήσουν δημοσιογράφοι.

Ποιος θα ήξερε τον Βαρουφάκη χωρίς τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις; Ποιος θα είχε ακούσει τον Μητρόπουλο να υπόσχεται ανενόχλητος «σεισάχθεια»; Ποιος θα ήξερε τον Ζουράρι και ποιος τον Παπαχριστόπουλο; Που αλλού θα μπορούσαν να βρουν όλοι αυτοί οι ασύδοτοι λαϊκιστές το πρόσφορο έδαφος που απλόχερα τους προσέφεραν και τους προσφέρουν ακόμα οι αρχιερείς του «δημοσιογραφικού λειτουργήματος»;

Τη δικαιολογία την ξέρω και έχω βαρεθεί να την ακούω: «Αυτοί είναι στην επικαιρότητα, αυτούς καλούμε στις εκπομπές. Τι να κάνουμε;» λένε οι Ανίττες Πάνιες, μόνο που η δικαιολογία τους είναι πιο παιδική κι από οδοντόκρεμα με γεύση φράουλα.

Γιατί, ακόμα κι αν ξεχάσουμε το ότι πολλά παρατράγουδα δεν θα ήταν ποτέ στην επικαιρότητα χωρίς τις τηλεοπτικές εμφανίσεις, ακόμα κι αν παραστήσουμε ότι οι δημοσιογραφικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων καθόλου δεν διαμορφώνουν αυτό που ονομάζουμε επικαιρότητα, δύσκολα θα ξεχάσουμε ότι οι πρόθυμοι οικοδεσπότες των παρατράγουδων συστήνονται ως δημοσιογράφοι. Και δυστυχώς γι’ αυτούς, στο λέξικό δίπλα στη λέξη «δημοσιογράφος» δεν γράφει (ακόμα) «διαχειριστής δημοσίων σχέσεων ο οποίος φιλοξενεί στην εκπομπή του πρόσωπα της επικαιρότητας και τα αφήνει ανενόχλητα να λένε ό,τι τους κατέβει στο κεφάλι».

Με λίγα λόγια το πρόβλημα με τους συμπολίτες που παρουσίαζουν ενημερωτικές εκπομπές, ο λόγος που μπορώ χωρίς δισταγμό να τους αποκαλώ Ανίττες Πάνιες, δεν είναι τόσο η παρουσίαση των παρατράγουδων όσο το ότι επέτρεψαν και συνεχίζουν να επιτρέπουν στα παρατράγουδα να λένε τα παραμύθια τους χωρίς εκείνοι να κάνουν τη δουλειά τους. Χωρίς, δηλαδή, να εξηγούν στο κοινό τους ότι αυτά που ακούν είναι παραμύθια και χωρίς να παρουσιάζουν την πραγματικότητα που τα αναιρεί.

Το πρόβλημα και η μεγάλη ευθύνη των «δημοσιογράφων» δεν είναι το ότι παρουσιάζουν στο κοινό τους ανθρώπους που ισχυρίζονται πως μπορούν να κάνουν τους γαϊδάρους να πετάξουν. Είναι που στο άκουσμα των ιπτάμενων γαϊδάρων δεν λένε στο παρατράγουδο και στο κοινό τους (στο οποίο βρίσκοται και οι ανόητοι ψηφοροι των παρατράγουδων) ότι, όσο και να χτυπούν τον πωπό τους κάτω, οι γάιδαροι δεν πετούν. Είναι που αντί να προσπαθούν να περιγράψουν την πραγματικότητα, γίνονται συναφηγητές παραμυθιών. Είναι που μετά από 10 χρόνια κρίση συνεχίζουν να το κάνουν με τον ίδιο ζήλο που το έκαναν πάντα.
Και μπράβο τους.

Μάνος Βουλαρίνος
AthensVoice

loading...