Η ιστορία και οι ονομασίες των Ελληνικών φύλων

Πελασγοί: Τό κοινό όνομα όλων τών προϊστορικών καί προκατακλυσμιαίων Ελληνικών φύλων. Σύγχρονοι ιστορικοί, αρχαιολόγοι και γλωσσολόγοι έχουν προσπαθήσει να συνδέσουν τους “Πελασγούς”, έναν όρο με μάλλον ασαφές περιεχόμενο, με διάφορους υλικούς πολιτισμούς, γλωσσολογικές ομάδες κ.λ.π. αλλά πρόκειται περί άλυτου “προβλήματος”.

Οι συνεχείς επεξεργασίες των ελληνικών παραδόσεων και μύθων καθιστούν δύσκολο το διαχωρισμό σαφών “αναμνήσεων ιστορικών γεγονότων” και μυθοπλασίας όσον αφορά τις πληροφορίες που δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς για τους Πελασγούς. Περιοχές όπως η Θεσσαλία και η Αττική θεωρούνταν παραδοσιακά ως περιοχές στις οποίες κατοικούσαν Πελασγοί. Γενάρχης των Πελασγών αναφέρεται ο Πελασγός. Με τ’ όνομά του συνδέθηκαν πολυάριθμοι θρύλοι και παραδόσεις.

Ηρόδοτος, Ιστορίαι, Βιβλίο Ζ’, 94 – Ἴωνες δὲ ὅσον μὲν χρόνον ἐν Πελοποννήσῳ οἴκεον τὴν νῦν καλεομένην Ἀχαιίην, καὶ πρὶν ἢ Δαναόν τε καὶ Ξοῦθον ἀπικέσθαι ἐς Πελοπόννησον, ὡς Ἕλληνες λέγουσι, ἐκαλέοντο Πελασγοὶ Αἰγιαλέες, ἐπὶ δὲ Ἴωνος τοῦ Ξούθου Ίωνες”.

Αχαιοί: Ελληνικό φύλο πού ήλθε από τήν Ήπειρο. Τό όνομα προέρχεται απ’ τόν Αχαιό γιό τού Ξούθου, εγγονό τού Έλληνα καί δισέγγονο τού Δευκαλίωνος. Στήν εκστρατεία κατά τής Τροίας περί τό 1200 π.Χ κατά τήν συμβατική ιστορία έλαβαν μέρος 44 ηγεμόνες, από τήν Ήπειρο καί Θεσσαλία μέχρι τήν Κρήτη, αυτόνομοι μέν αλλά στά μάτια τών ξένων φάνταζαν ως έν έθνος, όπως άλλωστε ήταν αφού ίσχυε τό όμαιμον, τό ομόγλωσσον τό ομόθρησκον καί κυρίως η κοινή συνείδησις. Τούς απέδιδαν δέ διάφορα ονόματα, όπως Αργείοι, Δαναοί, Αχαιοί μέ κυρίαρχο τό Αχαιοί.

Ίωνες: Ελληνικό φύλο πού ήλθε κι αυτό από τήν Ήπειρο καί τά παράκτια νησιά τού Ιονίου. Τό όνομα έλκει τήν καταγωγή του από τόν Ίωνα, αδελφό τού Αχαιού, γιό τού Ξούθου, εγγονό τού Έλληνα καί δισέγγονο τού Δευκαλίωνος. Εγκαταστάθηκαν περί τό 1900 π.Χ. κατά τήν συμβατική πάντα ιστορία στήν Αττική. Ήλθαν σέ επαφή μέ τούς ανατολικούς λαούς καί γι αυτό τόν λόγο οι τελευταίοι αποκαλούσαν όλους τούς Έλληνες Ίωνες (Γιουνάν ), πράγμα πού εξακολουθεί νά ισχύει καί σήμερα καί μάλιστα καί η ίδια η Ελλάδα αποκαλείται Γιουνανιστάν.

Οι Ίωνες κατά την εποχή του Χαλκού ήταν εξαπλωμένοι μεταξύ της Εύβοιας, της Αττικής και της βορειοανατολικής Πελοποννήσου. Το 1100 π.Χ. περίπου κατά την αρχή της γεωμετρικής περιόδου, που σηματοδοτήθηκε από την κάθοδο των Δωριέων, οι ανακατατάξεις στο εσωτερικό της Ελληνικής χερσονήσου τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν μεγάλο μέρος της περιοχής στην οποία ζούσαν. Οι μετακινήσεις αυτές των αρχαίων ελληνικών φύλων ονομάζονται Α’ Ελληνικός αποικισμός.

Οι Ίωνες λοιπόν μετακινήθηκαν προς τα ανατολικά δημιουργώντας αποικίες στα νησιά του Αιγαίου (Χίος, Σάμος κ.α.) καθώς και στην κεντρική Μικρά Ασία, στην περιοχή γνωστή ως Ιωνία. Το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, με εξαίρεση τη Λέσβο, την Τένεδο και τη Ρόδο αποικήθηκε από τους Ίωνες, ενώ οι σημαντικότερες αποικίες στην Ιωνία ήταν η Μίλητος και η Έφεσος.

Η δημιουργία αποικιών στη Μικρά Ασία ήταν μια προοπτική που χρόνια απασχολούσε τα αρχαία ελληνικά φύλα και κυρίως τους Αχαιούς, δεδομένου ότι ήταν πολύ πιο εύπορα από την ορεινή και σχετικά άγονη ελληνική χερσόνησο.

Οι Ίωνες μιλούσαν την ιωνική διάλεκτο. Η διάλεκτος αυτή αποτελεί τη γλώσσα της επικής ποίησης, καθώς το ομηρικό ιδίωμα έχει ως βάση του την ιωνική εμπλουτισμένη με στοιχεία από την αιολική και την αρκαδοκυπριακή. Οι λυρικοί ποιητές όπως ο Τυρταίος, ο Αρχίλοχος και άλλοι, χρησιμοποιούσαν την ιωνική διάλεκτο για τις ελεγείες τους. Επίσης ιστορικοί όπως ο Ηρόδοτος έγραφαν στην ιωνική. Χαρακτηριστικά τα α και ε μακρά γράφονται η και η εξάλειψη του συμφώνου F (δίγαμμα).

Επίσης ο σχηματισμός των απαρεμφάτων σε -ναι είναι ιωνικό στοιχείο.Κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. η Μίλητος και η Έφεσος έγιναν κέντρα όσον αφορά τη σκέψη πάνω στο φυσικό κόσμο. Με βάση αυτή τη σκέψη δημιουργούνταν υποθέσεις που εξηγούσαν τα φυσικά φαινόμενα χωρίς να αποδίδεται το αίτιό τους στο θείο, όπως γινόταν μέχρι τότε. Οι υποθέσεις αυτές διαχέονταν από την έρευνα και από προσωπικές εμπειρίες. Οι εκπρόσωποι αυτού του κινήματος λέγονταν «Φυσικοί» ή «Φυσιολόγοι». Κύριος εκπρόσωπος ήταν ο Θαλής ο Μιλήσιος, ο οποίος ήταν κι ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας. Και ο λεγόμενος “σκοτεινός” φιλόσοφος Ηρακλειτος από την Έφεσο.

Δωριείς: Οι Δωριείς ήταν ελληνικό φύλο, ένα από τα τέσσερα της αρχαιότητας, το οποίο καταγόταν σύμφωνα με τις γραπτές παραδόσεις από την οροσειρά της Πίνδου. Κατά την παλαιά παραδοσιακή θεωρία και κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, οι Δωριείς κατέβηκαν στη νότια Ελλάδα περίπου τον 12ο π.Χ. αιώνα και κατέλυσαν τον Μυκηναϊκό πολιτισμό, καθώς διέθεταν όπλα από σίδηρο, που ήταν ανώτερα από τα χάλκινα των Μυκηναίων.

Νεώτερες όμως μελέτες συνδυάζουν την έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων που να συνηγορούν σε μια τέτοια βίαιη εισβολή και γλωσσολογικών στοιχείων από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β, και αμφισβητούν έντονα την εκδοχή αυτή.

Η μετακίνησή τους αυτή, που είναι γνωστή ως “Κάθοδος των Δωριέων”, παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα σκοτεινότερα σημεία της ελληνικής ιστορίας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, όταν βασίλευε ο Δευκαλίων, οι Δωριείς κατοικούσαν στην Φθιώτιδα. Από εκεί, ενώ βασιλιάς τους ήταν ο Δώρος, από τον οποίο πήραν και το όνομά τους, πήγαν στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου, στην περιοχή που ονομαζόταν Ιστιαιώτις. Οι Κάδμειοι τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν την περιοχή αυτή και να εγκατασταθούν στην Πίνδο, σε μια περιοχή που εκτείνεται από την περιφέρεια Καστοριάς, Γρεβενών έως και την επαρχία Μετσόβου, όπου ονομάστηκαν Μακεδνοί.

Από εκεί ξεκίνησε η λεγόμενη “Κάθοδος των Δωριέων” στα τέλη του 12ου αιώνα π.Χ., μέσω του περάσματος της Δεσκάτης, που αποτέλεσε ιστορικό γεγονός μεγάλης σπουδαιότητας, και είχε το χαρακτήρα εγκατάστασης ενός λαού σε πιο εύφορα και προσοδοφόρα εδάφη.

Αυτή η εσωτερική μετανάστευση των Δωριέων αποτέλεσε τμήμα της γενικότερης προσπάθειας των δυτικών φυλετικών ομάδων να κατακτήσουν νέες περιοχές. Οι ακριβείς συνθήκες της μετακίνησής τους προς νότον παραμένουν άγνωστες. Οι Δωριείς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τους τόπους εγκατάστασής τους, καθώς είτε δέχτηκαν την πίεση άλλων φυλετικών ομάδων, είτε οι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι δεν επαρκούσαν.

Ενώ παλαιότερα εικάζοταν ότι η εξάπλωση των Δωριέων ήταν το κυριότερο αίτιο κατάρρευσης του μυκηναϊκού κόσμου, οι ιστορικοί σήμερα τείνουν στην αντίθετη εκδοχή, ότι η κατάρρευση του μυκηναϊκού κόσμου των Αχαιών αποτέλεσε το κυριότερο αίτιο της γρήγορης εξάπλωσης του δωρικού στοιχείου. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται η άποψη ότι ότι οι Δωριείς ήταν ένα ελληνικό ποιμενικό και πρωτόγονο σχετικά φύλο που κατοικούσε στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας, και το οποίο μετά τη διάλυση του μυκηναϊκού κόσμου κατέλαβε πεδινές περιοχές.

Πέρα από τις μαρτυρίες των ιστορικών, υπάρχει και το αντίστοιχο μυθολογικό πλαίσιο. Οι Δωριείς κατάγονταν από τον Δώρο, γιο του Έλληνα, ο οποίος είχε υπό την εξουσία του την ηπειρωτική Ελλάδα. Σε αυτούς κατέφυγαν οι απόγονοι του Ηρακλή, μετά το θάνατο του Ύλλου και τον διωγμό τους από την Πελοπόννησο.

Ακόμη, αναφέρεται ότι, όταν οι Ηρακλείδες έφθασαν στον Αιγιμιό, βασιλιά των Δωριέων, ο Ύλλος ζούσε. Ο Αιγιμιός υιοθέτησε τον Ύλλο και μαζί με τους δυο γιους του, Πάμφυλο και Δυμάνα, τον έκανε συγκληρονόμο στο ένα τρίτο του βασιλείου του. Διωγμένοι από τα γειτονικά φύλα οι Δωριείς κατέφυγαν, μετά από πολλές μετακινήσεις, στη Δωρίδα και από εκεί στην Πελοπόννησο. Τη χώρα τη μοίρασαν οι δισέγγονοι του Ύλλου, Τήμενος, Κρεσφόντης και Αριστόδημος, μαζί με τους Πάμφυλο και Δυμάνα. Την κατάκτηση της Πελοποννήσου και την κυριαρχία τους στους αχαϊκούς πληθυσμούς, οι Δωριείς την ερμήνευσαν με το μύθο της “επανόδου των Ηρακλειδών”, δηλαδή την επιστροφή των απογόνων του Ηρακλή στην αρχαία τους κοιτίδα.

Αιολείς: Ήλθαν από τήν Θεσσαλία περί τό 1900 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στήν Πελοπόννησο καί συγχωνεύτηκαν μέ τούς Αχαιούς. Τό όνομα ανατρέχει φυσικά στόν Αίολο τόν γιό τού Έλληνα καί εγγονό τού Δευκαλίωνος. Γιός τού Αιόλου ήταν ο Αθάμας, ο οποίος μέ τήν Νεφέλη έκανε τόν Φρίξο καί τήν Έλλη, εξ ής καί ο Ελλήσποντος καλείται.

Γραικοί: Από τόν Γραικό πού όπως καί ο Έλλην γενεαλογείται απ’ τόν Δευκαλίωνα ή κατ’ άλλους θεωρείται αδελφός τού Λατίνου. Τό όνομα ετυμολογείται από τό γηραιός καί γραία κι αυτό από τήν Γαία καί επομένως αντιλαμβάνεται κανείς τό παμπάλαιον αφ’ ενός τού ονόματος αφ’ ετέρου δέ τό γηγενές αυτού.

Επεκράτησε κατά τούς μέσους χρόνους (ανασυρθέν φυσικά από τό βαθύτατο παρελθόν) ως εθνική ονομασία τών Ελλήνων ιδίως στήν ύπαιθρο, διότι τό Έλληνες σήμαινε πλέον ειδωλολάτρες. Διά τών Λατίνων πού τό παρέλαβαν από τήν γειτονική Ήπειρο διαδόθηκε στήν Δύση (παρεφθάρη φυσικά όπως άλλωστε καί η Ελληνική γλωσσα πού κατακρεουργημένη κατέληξε στίς διαφόρους διαλέκτους), καί έχουμε τό γνωστό Graeci καί τά σημερινά ακατανόητα Greece, Grece, καί τά λοιπά παρόμοια.

Μετά μάλιστα τήν δημιουργία νέας αυτοκρατορίας απ’ τούς Δυτικούς μέ φορέα τού αξιώματος τόν Κάρολο τό 800 μ.Χ., πού ήταν τό αποκορύφωμα τής διάστασης μεταξύ τής παπικής εξουσίας καί τής πολιτικής εξουσίας τής Κωνσταντινουπόλεως, έγινε κατασυκοφάντησις τών Ελλήνων, ώστε τό όνομα Γραικός νά σημαίνει αίρεση καί κατά τούς χρόνους τής Φραγκοκρατίας μάλλιστα ενισχύθηκε εντονότατα ο μισελληνισμός. Γνωστή είναι η φράση τού ” πρωθυπουργού” τού Κ. Παλαιολόγου Λουκά Νοταρά ” κρειττότερον ιδείν εν μέσει Πόλει φακιόλιον Τούρκου ή ρωμαϊκήν καλύπτραν”. Νά σημειώσουμε μέ τήν ευκαιρία ότι ο Κάρολος ζήτησε σέ γάμο τήν 1η γυναίκα αυτοκράτειρα τήν Ειρήνη τήν Αθηναία.

Μετά τήν πτώση τής Πόλης, εκτός από τό ρεύμα λογίων πού συνέρευσε στήν Δύσι καί προκάλεσε τήν αναγέννηση, υπήρξαν καί πολλοί δυστυχείς πρόσφυγες, πολλοί από τούς οποίους παρανομούσαν γιά νά καταφέρουν νά επιβιώσουν καί αυτό συνέτεινε ώστε τό “Γραικός” νά σημαίνει καί “απατεών”.

Δαναοί: Ελληνικό φύλο, πού προερχόμενο από τήν Ήπειρο, εγκαταστάθηκε κυρίως στήν Πελοπόννησο περί τό 2000 π.Χ. Timeo Danaos et dona ferentes (= φοβούμαι τούς Δαναούς καί δώρα φέροντας). Η φράση αυτή ανήκει στόν γαλάτη Βιργίλιο καί ασφαλώς εκφράζει τόν φθόνο κατά τών Ελλήνων αλλά καί τήν προσπάθεια υποτίμησης τού Ελληνικού Πνεύματος πού ήταν κυρίαρχο ακόμα καί κατά τήν Ρωμαϊκή στρατιωτική κυριαρχία. Άλλωστε κατά τόν Οράτιο ” η Ελλάς ηττηθείσα τόν τραχύν νικητήν ενίκησε καί τάς τέχνας εισήγαγε εις τό αγροίκον Λάτιον”.

Σελλοί: Κατά τόν Αριστοτέλη πανάρχαιοι κάτοικοι τής κεντρικής Ηπείρου πού καλούνταν τότε μέν Γραικοί, τώρα δέ Έλληνες. Απ’ τό όνομα αυτό κατά μία εκδοχή καί τό Έλληνες.

Έλληνες: Τό ελληνικό φύλο τού Αχιλλέα πού κατοικούσε τήν Φθία. Εκαλούντο καί Μυρμιδόνες. Ήλθε από τήν Ήπειρο καί επεκτάθηκε σέ ευρύτερη περιοχή. Τό όνομα προέρχεται από τόν Έλληνα, γιό τού Δευκαλίωνος πού γεννήθηκε μέ “σπέρμα Διός”.

Τόν 8ο π.Χ. αιώνα όλα τά Ελληνικά φύλα πήραν αυτό τό όνομα. Στά πρώτα χρόνια τής επικράτησης τού Χριστιαννισμού τό όνομα Έλλην κατέληξε νά σημαίνει ειδωλολάτρης. Απ’ τόν 9ο αιώνα όμως μέ τόν Φώτιο καθηγητή καί μετέπειτα πατριάρχη, πού τό σπίτι του είχε μετατραπεί σέ κέντρο φιλολογικών συναναστροφών, πού επανιδρύθηκε τό Πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως καί συνεστήθη πλήθος άλλων ιδιωτικών ανωτάτων σχολών έχουμε επανεμφάνιση τού ονόματος “Έλλην”.

Τόν 11ο αιώνα έχομε νέα ενίσχυση τού ονόματος μέ τόν Μιχαήλ Ψελλό καί τήν Άννα Κομνηνή. Ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις αυτοκράτωρ Νίκαιας έλεγε: ” Πάσαν τοίνυν φιλοσοφίαν καί γνώσις Ελλήνων εύρεμα…Σύ δέ ώ Ιταλέ τίνος ένεκεν εγκαυχά;” Ο Γεώργιος Γεμιστός τόνιζε στόν Μανουήλ Παλαιολόγο, ότι οι άνθρωποι, τών οποίων ηγείται είναι “Έλληνες” τό γένος ως ή τε φωνή καί η πάτριος παιδεία μαρτυρεί. 

loading...

3 thoughts on “Η ιστορία και οι ονομασίες των Ελληνικών φύλων

  1. Παρακαλουμε οι πηγες σας να ειναι πιο αναλητικες για να μπορεουμε να ανατρεξουμε στο κειμενο για να τις διαβασουμε πχ

  2. ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
    Ἱστορίαι (1.1.1-1.3.4)
    [1.2.1] Φαίνεται ότι η σήμερα ονομαζόμενη Ελλάδα δεν είχε παλαιότερα μόνιμους κατοίκους. Οι μεταναστεύσεις τότε ήσαν συχνές και οι διάφοροι κάτοικοι, πιεζόμενοι από άλλα, νέα και πάντα πολυαριθμότερα φύλα, εγκαταλείπαν εύκολα την περιοχή που κατοικούσαν. [1.2.2] Τότε δεν υπήρχε ούτε εμπόριο ούτε ασφάλεια στις χερσαίες και θαλάσσιες επικοινωνίες και οι κάτοικοι καλλιεργούσαν τόση μόνο γη, όση τους ήταν αναγκαία για να ζουν. Δεν δημιουργούσαν απόθεμα από χρήματα ούτε φύτευαν δένδρα γιατί, μη έχοντας τείχη για προστασία, δεν ήξεραν ποτέ αν και πότε θα εμφανιζόταν κάποιος να τους τα αρπάξει. Ξέροντας ότι μπορούσαν οπωσδήποτε να εξασφαλίσουν τις καθημερινές ανάγκες τους, μετοικούσαν εύκολα και γι᾽ αυτό δεν ήσαν δυνατοί, μη έχοντας ούτε μεγάλες πολιτείες ούτε άλλου είδους δύναμη
    [1.3.1] Βλέπω και μιαν άλλη απόδειξη της αδυναμίας των παλαιών Ελλήνων και στο εξής: ότι πριν απ᾽ τον Τρωικό πόλεμο οι Έλληνες δεν είχαν επιχειρήσει τίποτε από κοινού. [1.3.2] Νομίζω μάλιστα ότι το όνομα Ελλάς δεν είχε καν δοθεί σ᾽ όλη τη χώρα και ούτε καν υπήρχε πριν από τον Έλληνα, γιο του Δευκαλίωνος. Τα διάφορα φύλα, και κυρίως οι Πελασγοί, έδιναν τ᾽ όνομά τους στα μέρη που κατοικούσαν. Ο Έλλην όμως και οι γιοι του επικράτησαν στην Φθιώτιδα και οι άλλες πόλεις άρχισαν να τους ζητούν βοήθεια και, σιγά-σιγά να χρησιμοποιούν η καθεμιά τον όρο Έλληνες· αλλά πέρασε πολύς καιρός προτού το όνομα αυτό επικρατήσει γενικά. [1.3.3] Τούτο το μαρτυρεί ο Όμηρος, ο όποιος, αν και έζησε πολύ μετά τον Τρωικό πόλεμο, πουθενά δεν χρησιμοποιεί την γενική ονομασία Έλληνες, αλλά την μεταχειρίζεται μόνο για όσους είχαν ακολουθήσει τον Αχιλλέα από την Φθιώτιδα, οι οποίοι ήσαν και οι πρώτοι Έλληνες. Στα έπη του χρησιμοποιεί τις ονομασίες Δαναοί, Αργείοι και Αχαιοί. Ούτε βαρβάρους αναφέρει, και τούτο, νομίζω, επειδή δεν είχε ακόμα επικρατήσει το κοινό όνομα Έλληνες, ώστε να τους διακρίνει κανείς όλους μαζί από τους βαρβάρους. [1.3.4] Οπωσδήποτε οι τότε Έλληνες και όσοι αργότερα ονομάστηκαν Έλληνες έως ότου γενικευτεί η ονομασία δεν μπόρεσαν πριν από τα Τρωικά να επιχειρήσουν τίποτε όλοι μαζί, γιατί και αδύναμοι ήσαν και δεν είχαν σχέσεις μεταξύ τους. Αλλά και την τρωική εκστρατεία ανάλαβαν μόνον όταν απόκτησαν αρκετή πείρα στη θάλασσα.

  3. ΗΡΟΔΟΤΟΣ
    Ἱστορίαι (1.1.1-1.4.4)
    ΒΙΒΛΙΟ Α: ΚΛΕΙΩ
    [1.56.2] Και ψάχνοντας έβρισκε πως ξεχώριζαν οι Λακεδαιμόνιοι και οι Αθηναίοι, οι πρώτοι ανάμεσα στους Δωριείς, οι δεύτεροι ανάμεσα στους Ίωνες. Γιατί αυτά τα έθνη ήσαν τα πιο γνωστά, όντας τα παλιά χρόνια το τελευταίο πελασγικό, το πρώτο ελληνικό. Οι Αθηναίοι ποτέ ώς τώρα δεν ξεσηκώθηκαν από τον τόπο τους, ενώ οι άλλοι ήσαν πολυπλάνητοι. [1.56.3] Γιατί όσο βασίλευε ο Δευκαλίων, κατοικούσαν τη Φθιώτιδα, στα χρόνια πάλι του Δώρου, γιου του Έλληνος, τη χώρα στις πλαγιές της Όσσας και του Ολύμπου που τη λεν Ιστιαιώτιδα. Κι αφότου και από την Ιστιαιώτιδα τους ξεσήκωσαν οι Καδμείοι, κατοικούσαν στην Πίνδο με το όνομα έθνος Μακεδνόν. Από εκεί πάλι άλλαξαν τόπο και πήγαν στη Δρυοπίδα και από τη Δρυοπίδα έφτασαν πια εκεί που είναι, δηλαδή στην Πελοπόννησο, και ονομάστηκαν έθνος Δωρικό.
    [1.57.1] Ποιά γλώσσα μιλούσαν οι Πελασγοί δεν ξέρω να πω με βεβαιότητα. Αν όμως πρέπει να πω τη γνώμη μου βασισμένος στους Πελασγούς, που και τώρα ακόμη κατοικούν πάνω από τους Τυρρηνούς στην πόλη Κρηστώνα και που κάποτε ήταν γείτονες αυτών που τώρα ονομάζονται Δωριείς (αφού τότε οι Πελασγοί κατοικούσαν τη χώρα που τώρα τη λεν Θεσσαλιώτιδα)· [1.57.2] βασισμένος ακόμη στους Πελασγούς που έχτισαν στον Ελλήσποντο την Πλακία και τη Σκυλάκη, και που παλιότερα συγκατοικούσαν με τους Αθηναίους· αν πρέπει με βάση αυτά να μιλήσω, οι Πελασγοί μιλούσαν βαρβαρικά. [1.57.3] Αν ωστόσο αυτό ισχύει για το σύνολο των Πελασγών, όμως το αττικό έθνος, κι ας ήταν πελασγικό, έτσι που μεταβλήθηκε σε ελληνικό, άλλαξε και τη γλώσσα του. Γιατί ούτε οι κάτοικοι της Κρηστώνος είναι ομόγλωσσοι με κανέναν από τους γείτονές τους ούτε οι Πλακιανοί· αυτοί όμως οι δύο μεταξύ τους είναι ομόγλωσσοι, και αποδείχνουν ότι τον χαρακτήρα της γλώσσας που πήραν μαζί τους μετοικώντας στα νέα αυτά μέρη, τον κράτησαν και δεν τον άλλαξαν.
    [1.58.1] Το ελληνικό έθνος, αφότου φάνηκε, την ίδια πάντα γλώσσα μιλεί — αυτή είναι η πεποίθησή μου· αφότου όμως ξέκοψε από το πελασγικό, αδύνατο τότε και στην αρχή μικρό, αυξήθηκε ύστερα και πλήθαινε σε έθνη, καθώς προσχώρησαν σ᾽ αυτό κυρίως οι Πελασγοί, αλλά και πολλά άλλα βαρβαρικά φύλα. Τέλος είμαι της γνώμης ότι το Πελασγικό έθνος πρωτύτερα και εφόσον ήταν βαρβαρικό, ποτέ δε γνώρισε μεγάλη δύναμη.

Comments are closed.