MIA OΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ

Δημοσιεύθηκε το ΦΕΚ με στοιχεία: ΦΕΚ Α΄ 142/3.8.2018 (Νόμος 4559/2018, με τίτλο: «Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιόνιο Πανεπιστήμιο και άλλες διατάξεις»). Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο μας, οι “άλλες” διατάξεις αφορούν τους Μουφτήδες, τον διορθόδοξο διάλογο και την κατάλυση της αυτοτέλειας και του αυτοδιοίκητου των Ιερών Ησυχαστηρίων.
Ο νόμος, λοιπόν, πέρασε∙ και το θέμα είναι η ουσιαστική κατάλυση της ιδρυτικής πράξεως των Ησυχαστηρίων. Το πρόβλημα, βέβαια, είναι πολυπαραγοντικό. Έχει τη νομική του πλευρά, αλλά φυσικά δεν είμαι αρμόδιος να αναλύσω όλες εκείνες τις πτυχές, που αποδεικνύουν την κατάφωρη αντισυνταγματικότητα του νόμου. Υπάρχουν οι ειδήμονες, έγκριτοι νομικοί, οι οποίοι, πιστεύω ως φιλομόναχοι και φύλακες της δικαιοσύνης, θα εργασθούν, για να αναδείξουν όλες αυτές τις αντισυνταγματικές πτυχές του νόμου.

Επίσης, υπάρχει και η οικονομική του πλευρά, αλλά και αυτή δεν ενδιαφέρει προσωπικά ούτε εμένα που είμαι άπορος, ακτήμων, άμισθος, ανασφάλιστος, ούτε το Ι. Ησυχαστήριο, του οποίου η Εκκλησία μού έχει εμπιστευθεί την πνευματική ευθύνη, διότι και αυτό βρίσκεται στην ίδια με εμένα κατάσταση· «οι εραστές των χρημάτων» μάλλον θα πρέπει να μας ενισχύσουν οικονομικά (αν η Πρόνοια του Κυρίου μας επιτρέψει να περιέλθουμε σε τέτοια ανάγκη)!

Πέραν όμως των πτυχών αυτών, το θέμα με την ψήφιση του ανωτέρω νόμου, έχει την πνευματική και ηθική του διάσταση: και μόνο με αυτή εμείς θα ασχοληθούμε, διότι είναι η μόνη που μας ενόχλησε και η μόνη που μας προβληματίζει.

Βλέπουμε στην Αγία Γραφή να γράφεται: «και είπεν ο Θεός πάλιν προς Μωυσήν· ούτως ερείς τοις υιοίς Ισραήλ· Κύριος ο Θεός των πατέρων ημών, Θεός Αβραάμ και Θεός Ισαάκ και Θεός Ιακώβ απέσταλκέ με προς υμάς» (Έξοδος Γ΄,15). Ο Θεός συστήνεται ως «ο Θεός των πατέρων ημών». Ο βασιλιάς και προφήτης Σολομών προσευχόμενος προς τον Θεό, λέει: «Θεέ πατέρων και Κύριε του ελέους…» (Σοφ.Σολ., Θ΄1). Οι Τρεις Παίδες εν μέσω του πυρός ευρισκόμενοι, προσεύχονται λέγοντας: «Ευλογητός ει, Κύριε ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετός και δεδοξασμένος…» (Προσευχή Τριών Παίδων).

΄Ολες οι Ιερές Ακολουθίες της Ορθοδοξίας μας και η εκζήτηση του θείου ελέους, γίνονται: «Δι’ευχών των Αγίων Πατέρων ημών Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς».  Γέμουν δε των ανάλογων επικλήσεων, όπως: «Ο Θεός των Πατέρων ημών, ο ποιών αεί μεθ’ ημών κατά την σην επιείκειαν…» και  «ευλογητός ει, Κύριε, ο Θεός των Πατέρων ημών και αινετόν και δεδοξασμένον το όνομά Σου εις τους αιώνας. Αμήν».

Ουσιώδες, λοιπόν, ιδίωμα και χαρακτηριστικό της ορθοδόξου ημών πίστεως, είναι ότι όπως και στον Συνοδικό Λόγο της Κυριακής της Ορθοδοξίας διαβάζουμε, εμείς οι ορθόδοξοι πορευόμεθα «ως οι Προφήται είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η εκκλησία ως παρέλαβεν… Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν». Την πίστη των Ορθοδόξων θεμελίωσαν και στερέωσαν διά των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων, στις οποίες συμμετείχαν, Θεοφόροι Πατέρες. Πόσο ωραία η υμνολογία της Εκκλησίας μας τονίζει: «Των Αγίων Πατέρων ο χορός, εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών, Πατρός και Υιού, και Πνεύματος αγίου, μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν, και το μυστήριον της θεολογίας, τρανώς παρέδωκε τη εκκλησία· ους ευφημούντες εν πίστει, μακαρίσωμεν  λέγοντες… τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου…» (Δοξαστικό Αίνων, Κυριακή των Πατέρων των εν Νικαία συνελθόντων). Στο δε προσόμοιο των Αίνων, αναφέρεται: «Όλην συγκροτήσαντες την της ψυχής επιστήμην, και τω Θείω Πνεύματι, συνδιασκεψάμενοι, το μακάριον, και σεπτόν Σύμβολον, οι Σεπτοί Πατέρες, θεογράφως διεχάραξαν·… ταις των Αποστόλων, επόμενοι προδήλως διδαχαίς, οι ευκλεείς και πανόλβιοι, όντως και θεόφρονες». Και στο Κοντάκιο διαβάζουμε: «Των Αποστόλων το κήρυγμα και των Πατέρων τα δόγματα, τη εκκλησία μίαν την πίστιν εκράτυνεν…». Και το Συναξάρι: «Τη αυτή ημέρα, Κυριακή εβδόμη από του Πάσχα, την εν Νικαία πρώτην Οικουμενικήν Σύνοδον εορτάζομεν, των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων».

Η Εκκλησία δεν μιλά για τους «Αγίους Αρχιερείς, Δεσποτάδες, Παπάδες, Διακόνους, Μοναχούς, Ασκητές», διότι όλους αυτούς τους αποδέχεται μόνο εάν κατόρθωσαν να ταυτιστούν με το ιδίωμα της πατρότητας. Μνημονεύονται μόνον εάν έγιναν όχι θεοφόροι (διότι κάθε βαπτισμένος φέρει ένοικο τον Θεό μέσα του), αλλά «Θεοφόροι Πατέρες». Αυτοί οι Θεοφόροι Πατέρες καταρτήσαντες το Σύμβολο της Πίστεως, απεφάνθησαν: «Πιστεύω εις ένα Θεόν Πατέρα, Παντοκράτορα…». Δεν προτάσσουν καμμία άλλη ιδιότητα του Θεού, αλλά τονίζουν: «εις Ένα Θεόν Πατέρα…».

Όλο μας, λοιπόν, το “πιστεύω”, είναι απόλυτα θεμελιωμένο «εις ένα Θεόν Πατέρα» και αυτή η θεμελίωση έγινε από όλους όσους δέχθηκαν να εμφορούνται και να ενεργούνται από «το Πνεύμα του Πατρός ημών, το λαλούν εν υμίν».

Γι’αυτό και Θεοφόροι Πατέρες χαρακτηρίστηκαν, διότι ακριβώς δι’αυτών ενεργούσε ο Θεός Πατέρας. Με Θεό Πατέρα και Θεοφόρους Πατέρες συστήθηκε ο θεσμός της Αγίας ΜΗΤΕΡΑΣ Εκκλησίας.

Εμείς μοναχοί, μοναχές, όταν ακόμα ήμασταν λαϊκοί, ως υιοί και θυγατέρες, μία τέτοια ΜΗΤΕΡΑ με Θεοφόρους ΠΑΤΕΡΕΣ (οι οποίοι ενούμενοι με τον Θεό Πατέρα πέτυχαν το: «ίνα ώσι εν»), ερωτευθήκαμε και αγαπήσαμε με όλη μας την καρδιά, και για χάρη τους αποφασίσαμε να αφήσουμε τις κατά σάρκα μητέρες μας και τους κατά σάρκα πατέρες μας, και να ακολουθήσουμε και να αφιερώσουμε εαυτούς στην Αγία Μητέρα μας Εκκλησία και στον «Θεόν Πατέρα», Τον ενεργούντα διά των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων ημών. Οι δε κατά σάρκα γονείς μας και αυτοί μετά χαράς δέχθηκαν να προσφέρουν τα παιδιά τους και να προσφερθούν και οι ίδιοι στη Λατρεία του Θεού Πατέρα και της Αγίας Μητέρας Εκκλησίας. Και σίγουρο είναι ότι δεν αφιέρωσαν τα παιδιά τους σε κανέναν εξουσιαστή, σε κανέναν Δεσπότη, σε κανέναν παπά, σε κανέναν ηγούμενο.

Ο Θεός Πατέρας γνώριζε την αλαζονεία της εξουσίας, όταν είπε: «αμήν αμήν λέγω υμίν, ο λαμβάνων εάν τινά πέμψω, εμέ λαμβάνει, ο δε εμέ λαμβάνων λαμβάνει τον πέμψαντά με» (Ιωαν.ιγ΄, 20). Ο Θεός Πατέρας φρόντισε αφού τους καθιστά «εις τόπον και εις τύπον και θέσιν Χριστού», να τους υποδείξει με ποιο φρόνημα και ποια σχέση θα πρέπει να φέρονται στους αδελφούς, και το δείχνει εμπράκτως: «εγείρεται εκ του δείπνου και τίθησι τα ιμάτια, και λαβών λέντιον διέζωσεν εαυτόν· είτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα, και ήρξατο νίπτειν τους πόδας των μαθητών και εκμάσσειν τω λεντίω ω ην διεζωσμένος… Ότε ουν ένιψε τους πόδας αυτών και έλαβε τα ιμάτια αυτού, αναπεσών πάλιν είπεν αυτοίς· γινώσκετε τι πεποίηκα υμίν; υμείς φωνείτέ με, ο Διδάσκαλος και ο Κύριος, και καλώς λέγετε· ειμί γαρ. Ει ουν εγώ ένιψα υμών τους πόδας, ο Κύριος και ο Διδάσκαλος, και υμείς οφείλετε αλλήλων νίπτειν τους πόδας. Υπόδειγμα γαρ δέδωκα υμίν, ίνα καθώς εγώ εποίησα υμίν, και υμείς ποιήτε. Αμήν αμήν λέγω υμίν, ουκ έστι δούλος μείζων του κυρίου αυτού, ουδέ απόστολος μείζων του πέμψαντος αυτόν» (Ιωαν.ιγ΄,4-16). Και ο γνήσιος και αληθινός Πατέρας καταλήγει: «Οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτών, και οι εξουσιάζοντες αυτών ευεργέται καλούνται· υμείς δε ουχ ούτως, αλλ’ ο μείζων εν υμίν γινέσθω ως ο νεώτερος, και ο ηγούμενος ως ο διακονών. τις γαρ μείζων, ο ανακείμενος ή ο διακονών; ουχί ο ανακείμενος; εγώ δε ειμί εν μέσω υμών ως ο διακονών» (Λουκά κβ΄,25-27).

Είναι σαφές ότι ο Θεός αυτά δεν τα είπε στον απλό λαό, αλλά σ’ εκείνους που άφηνε στη θέση Του, σ’αυτούς που σήμερα διατρανώνουν ότι «κατέχουν την καθέδρα Μωϋσέως και επέχουν τόπον και τύπον και θέσιν Χριστού», στους διαδόχους των Αποστόλων.

Οι δε Άγιοι Απόστολοι πλησθέντες Πνεύματος Αγίου του Πατρός και Κυρίου μας, με τη σειρά τους χειροτονώντας Αρχιερείς και πρεσβυτέρους, με το ίδιο πνεύμα τους δίδασκαν. Ας ακούσουμε τον Απ. Πέτρο: «Πρεσβυτέρους τους εν υμίν παρακαλώ ο συμπρεσβύτερος και μάρτυς των του Χριστού παθημάτων… ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστώς, αλλ’ εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς, αλλά προθύμως, μηδ’ ως κατακυριεύοντες των κλήρων, αλλά τύποι γινόμενοι του ποιμνίου…» (Α΄Πέτρου,ε΄, 1-3).

Και επειδή το άρθρο μας αφορά τα Ι. Ησυχαστήρια, ας εισέλθουμε στην ουσία του λόγου μας.

Η Μητέρα μας Εκκλησία και οι Άγιοι Πατέρες, επί πολλά χρόνια αναγνωρίζοντας τα προβλήματα του μοναχισμού, αλλά κυρίως του «δεσποτισμού», μερίμνησαν ώστε μεταξύ των μορφών των Ιερών Μονών να εγκρίνουν τις Ιερές Μονές και υπό την μορφή των Ιερών Ησυχαστηρίων, οι οποίες ιδρύονται υπό μορφήν “Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου”, ενώ όλες οι υπόλοιπες ιδρύονται υπό μορφήν “Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου”. Οι διαφορές μεταξύ τους είναι λίγες, απλές, αλλά ουσιώδεις για την υπόσταση της μοναχικής ζωής και θα προσπαθήσω να τις εκθέσω κάτωθι:

1ον) Όπως και οι  υπόλοιπες Ιερές Μονές, τα Ησυχαστήρια είναι Ιερές Μονές που ανήκουν και αυτές πνευματικά στην οικεία Μητρόπολη. Ο Μητροπολίτης μνημονεύεται στις Ιερές Ακολουθίες και έχει την υψηλή πνευματική εποπτεία (μία σχέση παρόμοια με αυτή που έχουν οι Μονές του Αγ. Όρους με τον Πατριάρχη).

2ον) Κάθε Ησυχαστήριο είναι αυτοδιοίκητο και αυτοτελές, τις αποφάσεις για κάθε θέμα του τις λαμβάνει η Γεροντική του Σύναξη (ενν. Διοικητικό Συμβούλιο της Μονής) και δεν έρχονται προς έγκριση στον Μητροπολίτη· ο Μητροπολίτης δεν έχει καμμία σχέση ή δικαίωμα  επί της διοικήσεως του Ησυχαστηρίου, όταν αυτή ασκείται σύμφωνα με το ιδρυτικό καταστατικό του.

3ον) Ως μορφή ιδιωτικού δικαίου, το Ησυχαστήριο δεν δικαιούται καμμία απολύτως οικονομική επιδότηση από την Ε.Ε., καμμία οικονομική ενίσχυση από το ελληνικό δημόσιο ή άλλο δημόσιο φορέα. Οι Αδελφότητες των Ησυχαστηρίων καλούνται μόνες τους να φροντίσουν για το πώς θα κτίσουν και θα ανεγείρουν τις κτιριακές εγκαταστάσεις τους, πώς θα τις συντηρούν, και πώς θα εξασφαλίσουν τα αναγκαία προς το ζην. Πληρώνουν κανονικά φόρους, ΦΠΑ, και δεν έχουν τις απαλλαγές που έχουν οι Μονές δημοσίου δικαίου, και όπως είναι φυσικό, υπάρχει οικονομική αυτοτέλεια και στην οικονομική διαχείριση (δεν επεμβαίνει δηλ. η Μητρόπολη). Το δε κράτος διά  της Εφορίας γνωρίζει μέσω των φορολογικών καταθέσεων και τα έσοδα και τα έξοδα του Ησυχαστηρίου και εισπράττει την παρακράτηση των φόρων, ΦΠΑ κ.λ.π.

Αυτές είναι οι ουσιώδεις διαφορές ενός Ησυχαστηρίου που ιδρύεται υπό μορφή «ιδιωτικού δικαίου», από μία Μονή «δημοσίου δικαίου», δηλ. Μητροπολιτική, Συνοδική, Πατριαρχική ή Σταυροπηγιακή.

Πνευματικοί πατέρες καθοδηγώντας ψυχές που ήθελαν να αφιερώσουν την ψυχή τους, τον εαυτό τους, τη ζωή τους στον «Θεό Πατέρα» και στην «Μητέρα Εκκλησία», αποφάσισαν με την ευλογία της Εκκλησίας να συντάξουν καταστατικά ιδρύσεως Σεμνημάτων υπό μορφή Ιερού Ησυχαστηρίου. Έτσι, συνέταξαν το Καταστατικό της ιδρύσεως και λειτουργίας του, περιλαμβάνοντας μέσα σ’ αυτό και τους όρους λειτουργίας του, τη μορφή διοικήσεώς του, τις υποχρεώσεις τους έναντι της Μητροπόλεως και του επιχώριου Μητροπολίτη, αλλά και τις δικαιοδοσίες του οικείου Μητροπολίτη και γενικά κάθε λεπτομέρεια της λειτουργίας του Ησυχαστηρίου. Δεν έκρυψαν ούτε αποσιώπησαν κάτι, και κατέγραψαν με κάθε λεπτομέρεια όλη τη διαδικασία ίδρυσης και λειτουργίας του. Αυτό το έπραξαν με υιϊκό σεβασμό και ευλάβεια, το κατέθεσαν στον επιχώριο Μητροπολίτη, τον παρακάλεσαν να το μελετήσει ως πνευματικός πατέρας, να κάνει τις όποιες παρατηρήσεις του και να ζητήσει τις όποιες διευκρινίσεις, προσθήκες ή τροποποιήσεις θέλει και τέλος, να δώσει την Πατρική του ευλογία για τις περαιτέρω νόμιμες διαδικασίες. Αφού, λοιπόν, ο Μητροπολίτης προέβη στον αρχικό έλεγχο νομιμότητας και έδωσε την ευλογία του για την ίδρυση του Ησυχαστηρίου, τότε αυτό το καταστατικό έγινε πλέον συμβολαιογραφική πράξη, κατατέθηκε επισήμως στην Ιερά Μητρόπολη, εγκρίθηκε υπό του Μητροπολίτου και του Μητροπολιτικού Συμβουλίου και εν συνεχεία ο Μητροπολίτης το απέστειλε στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο, ζητώντας την έγκρισή της για την ίδρυσή του. Η Ιερά Σύνοδος λαμβάνοντας το καταστατικό, το κατέθεσε προς έλεγχο στην Ειδική Επιτροπή της Συνόδου επί του Μοναχικού Βίου και αφού από τον έλεγχο διαπιστώθηκε ότι το καταστατικό είναι σύμφωνο με τους Ιερούς Κανόνες, με τους νόμους της πολιτείας, με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας, εγκρίθηκε και από την Επιτροπή και διαβιβάσθηκε στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο, η οποία συζήτησε το θέμα με εισήγηση του Μητροπολίτου, στην έδρα του οποίου θα ιδρυόταν. Αφού έλαβε και την έγκριση της Ιεράς Συνόδου, στη συνέχεια διαβιβάσθηκε από την Ιερά Σύνοδο στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων· και εκεί ο  υπουργός έκανε τον έλεγχο εκ μέρους της Πολιτείας, για να διαπιστώσει αν είναι σύμφωνο με τους νόμους της Πολιτείας. Αφού το ενέκρινε και το υπουργείο, τότε αυτό διαβιβάσθηκε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας προς υπογραφήν και προς έκδοση και δημοσίευσή του πλέον σε ΦΕΚ.

Οι πνευματικοί πατέρες, οι Αδελφότητες, σεβόμενοι την Μητέρα εκκλησία και τους Θεοφόρους Πατέρες, με πνεύμα ευθές, με ειλικρινή και άδολη καρδιά, εξέθεσαν στον Μητροπολίτη τους (που είναι εις τύπον και τόπον Χριστού), με ποιες προϋποθέσεις προτίθενται και προαιρούνται να ιδρύσουν μια Μονή και μια εν Χριστώ Αδελφότητα. Δεν έκρυψαν κάτι, δεν εκβίασαν, δεν παραπλάνησαν, δεν… δεν… Ο επιχώριος Αρχιερέας, ο εις τόπον και τύπον Χριστού, βεβαίωσε διά της εγκρίσεως και ευλογίας Του, ότι αποδέχεται τις προϋποθέσεις μας που καταγράφονται στο ιδρυτικό καταστατικό∙ το ίδιο βεβαίωσε και η Ιερά Σύνοδος, αλλά και η Πολιτεία. Ήμασταν ως υιοί και θυγατέρες απόλυτα ειλικρινείς προς την Μητέρα μας Εκκλησία, λοιπόν, και προς τους Πατέρες της εκκλησίας (τους εις τόπον και τύπον Χριστού). Τους είπαμε ότι προαιρούμαστε να ιδρύσουμε Μονή και Αδελφότητα ΜΟΝΟ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΚΘΕΣΑΜΕ. Εάν τότε μας έλεγαν: «Όχι, εμείς δεν συμφωνούμε με τις προϋποθέσεις που θέτετε», είναι αλήθεια ότι δεν θα προχωρούσαμε. Και πρόκειται για θέμα αυτεξουσίου βουλήσεως, την οποία σέβεται και ο Ίδιος ο Δημιουργός μας.

Όταν εμείς προσερχόμεθα, για να αφιερωθούμε στον «Θεό Πατέρα» και στην «Μητέρα Εκκλησία», έχουμε υπόψη μας ότι απευθυνόμαστε στο Πνεύμα Αληθείας του Πατέρα, που έδωσε εντολή στους διαχειριστές της εξουσίας του: «Έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι, ου ου· το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν» (Ματθ. ε΄, 37). Και πάλι έχουμε υπόψη μας το του Απ. Παύλου ρηθέν: «πιστός δε ο Θεός ότι ο λόγος ημών ο προς υμάς ουκ εγένετο ναι και ου. Ο γαρ του Θεού υιός Ιησούς Χριστός ο εν υμίν δι’ ημών κηρυχθείς, δι’ εμού και Σιλουανού και Τιμοθέου, ουκ εγένετο ναι και ου, αλλά ναι εν αυτώ γέγονεν· όσαι γαρ επαγγελίαι Θεού, εν αυτώ το ναι και εν αυτώ το αμήν, τω Θεώ προς δόξαν δι’ ημών» (Β΄ Κορινθ., κεφ.α΄, 18-21).

Φρονώ ότι είμαι σαφής· προς εμάς (τους πνευματικούς πατέρες, τους υιούς και θυγατέρες, τις αδελφότητες), ο λόγος της Μητρός Εκκλησίας εγένετο, ως προς την ίδρυση των Ησυχαστηρίων μας, ναι∙ δεν μπορεί άλλοτε να γίνεται και ου!

Ας δούμε, όμως και πώς φθάσαμε μέχρι εδώ. Σήμερα η πατρίδα μας και ο λαός μας χειμάζονται, οι κυβερνώντες δημοσίως και απερίφραστα δηλώνουν άθεοι, νομοθετούν αντίθετα από τον νόμο και το θέλημα Αυτού, στον Οποίο ομνύει ο Συνταγματικός νομοθέτης, καταδυναστεύουν τον λαό, υποστηρίζουν βλάσφημα έργα κατά του Θεού, ξεπουλούν ιστορία, πολιτισμό, Μακεδονία…, καταστρέφουν την ορθόδοξη παιδεία… Και οι Αρχιερείς βρήκαν την όντως κατάλληλη κυβέρνηση, για να συνεργαστούν! Έτσι χωρίς προηγουμένως να ενημερώσουν τις Αδελφότητες, με απόλυτη μυστικότητα, κατήρτισαν σχέδιο νόμου κατάλυσης της αυτοδιοίκητης και αυτοτελούς μορφής ίδρυσης και λειτουργίας των Ησυχαστηρίων. Δυστυχώς όμως, ούτε οι επιχώριοι Επίσκοποι ενημέρωσαν τις Αδελφότητες ότι προωθείται τέτοιο νομοσχέδιο, και καθόλο το διάστημα που ήταν ο νόμος ως προσχέδιο, τηρήθηκε απόλυτη μυστικότητα από την πλευρά της Ιεράς Συνόδου και των κατά τόπους Μητροπολιτών, έως ότου ψηφίσθηκε και δημοσιεύθηκε ο νόμος στο ΦΕΚ στις 3-8-2018.

Στις 3 Αυγούστου 2018, έλαβε γνώση του νόμου έγκριτος δικηγόρος και το γνωστοποίησε (άκουσον, άκουσον! αυτός, κοσμικός ων), στα Ιερά Ησυχαστήρια και διαδικτυακά στο πλήρωμα της Εκκλησίας. Μετά τον σκανδαλισμό των πιστών, αλλά και το ξάφνιασμα των Αδελφοτήτων, έξι ημέρες μετά τη δημοσίευση του νόμου σε ΦΕΚ στις 9 Αυγούστου 2018, η Ιερά Σύνοδος συνέταξε Εγκύκλιον Σημείωμα με αριθ. πρωτ. 3765 με αριθμό διεκπεραιώσεως 1690, το οποίο μάλιστα, πρώτα κυκλοφόρησε η ιστοσελίδα εκκλησιαστικών νέων “www.romfea.gr” αυθημερόν και ώρα 13.29, με τίτλο: «Η Ιερά Σύνοδος παύει το αυτοδιοίκητο των Ιερών Ησυχαστηρίων!». (ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ)

Ποιος να φανταστεί ότι θα μας ενημέρωναν κοσμικοί! Ας δούμε όμως και το Εγκύκλιο Σημείωμα στην εν λόγω ιστοσελίδα, αφού και η Ιερά Σύνοδος επέλεξε την διά «ΡΟΜΦΑΙΑΣ» ενημέρωση.

Η Ιερά Σύνοδος έχει στο Εγκύκλιο Σημείωμα ως αποδέκτες: 1) Την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών (λες και ο Πρόεδρος αυτής, Αρχιεπίσκοπος, δεν γνώριζε τι μεθόδευσαν!), 2) τις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και 3) Τις Ιερές Συνοδικές Μονές. Δεν υπάρχει ούτε καν σε υστερόγραφο υπόμνηση ενημέρωσης των Ιερών Ησυχαστηρίων!

Μέχρι σήμερα δε που αναρτάται το παρόν άρθρο, τα Ησυχαστήρια επισήμως από τον Μητροπολίτη τους δεν έχουν λάβει καμμία απολύτως ενημέρωση.

Συγχωρέστε με, αλλά όλο αυτό εμείς δεν το αναγνωρίζουμε ως ενέργειες «Θεού Πατέρα», ως ενέργειες «Μητέρας Εκκλησίας», ως ενέργειες «Θεοφόρων Πατέρων», και φυσικά σε καμμία περίπτωση δεν πρόκειται να αποδεχθούμε… “μητριά”! Εμείς δεν υποταχθήκαμε σε πνεύμα, το οποίο να έρχεται προς εμάς άλλοτε με «ναι» και άλλοτε με «ου».

Εμείς δεν δεχόμαστε την εγκατάλειψη της κατά σάρκα φιλτάτης μητρός μας, για να υποταχθούμε σε «μητριά», που θα μας επιβουλεύεται. Εμείς δεν αφήσαμε τον κατά σάρκα φίλτατο και στοργικό μας πατέρα, για να υποταχθούμε σε δήθεν «πατέρες», που προσπαθούν με μια άθεη κυβέρνηση να μας επιβουλευθούν και να διαλύσουν με μεθοδεύσεις ό,τι με προσευχή και αίμα δημιουργήσαμε.

Εμάς δεν μας ενδιαφέρει αν οι κατεξουσιάζοντες προβούν σε εις βάρος μας ενέργειες ως «Μητριά» εκκλησία, γιατί αποφασίζουμε να μην αλλάξουμε τις προϋποθέσεις μας.

Αυτό που κάνατε, Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς, δυστυχώς δεν έχει μέσα του καθόλη τη διαδρομή της τελέσεώς του ίχνος πατρικής ενέργειας και αγάπης και λυπούμεθα γι΄αυτό, διαπιστώνοντας ότι σε όλη την διαδρομή της ανήθικης μεθόδευσης, δεν βρέθηκε έστω και ένας μόνον Μητροπολίτης να φερθεί ως Πατέρας όλων αυτών των Ιερών Αδελφοτήτων, να αντιλέξει, να αντιδράσει, ή έστω κρυφά να ενημερώσει.

Οι προαναφερθέντες Θεοφόροι Πατέρες, ουδέποτε θα έπρατταν τοιουτοτρόπως στα τίμια μέλη του σώματος του Χριστού, στις αφιερωμένες ψυχές. Εάν όμως, κάποιοι Αρχιερείς αισθάνονται Πατέρες, τώρα πρέπει να ενεργήσουν, ώστε να αποσυρθεί ο κατάπτυστος νόμος. Δεν πρέπει να αφήσετε τους υιούς και τις θυγατέρες σας να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πού ακούστηκε τα παιδιά να αναγκάζονται να καταφεύγουν στους κοσμικούς δικαστές, για να γλυτώσουν από τους «πατέρες» τους;

Θα αναγνωρίζαμε και θα συναινούσαμε σε έναν νόμο που για διάφορους λόγους θα ίσχυε από σήμερα και στο εξής, για όσα Ησυχαστήρια θα ιδρύοντο από σήμερα και στο εξής. Όμως ένας νόμος αναδρομικός, για τα ήδη υπάρχοντα Ησυχαστήρια, είναι ανήθικος.

Δεν θέλω να πιστέψω ότι υπάρχουν Αρχιερείς, οι οποίοι κάθε χρόνο διοργανώνουν ως φιλομόναχοι, Μοναστικά Συνέδρια και ότι γνώριζαν όλη αυτή τη μεθόδευση κατά του μοναχισμού και συνετέλεσαν στην ανήθικη εξόντωση όλων αυτών που καλούσαν στα Μοναστικά τους Συνέδρια. Τέτοια υποκρισία;

Κάθομαι και συλλογίζομαι ότι για εμένα και το Ησυχαστήριο που δι’ εμού ίδρυσε η Μητέρα Εκκλησία, ίσως δικαίως ο Θεός να παραχωρεί να έχω αυτή τη δοκιμασία. Όταν όμως κάθομαι και αναλογίζομαι ότι ο όσιος Παΐσιος, ο όσιος Πορφύριος, πρόσφατα από την Μητέρα Εκκλησία επίσημα αγιοποιήθηκαν και κατεστάθησαν ΠΑΤΕΡΕΣ της Εκκλησίας, και ότι οι Αρχιερείς συμμετείχαν προσφάτως στις Ακολουθίες και Θ. Λειτουργίες που τελέσθηκαν στα Καθολικά  των Ιερών Ησυχαστηρίων που οι συγκεκριμένοι όσιοι ίδρυσαν, για να συμμετάσχουν στην επισημοποίηση της αγιοποίησής τους, δεν μπορώ να πιστέψω πώς οι συμμετέχοντες Αρχιερείς στα πολυπληθή Αρχιερατικά αυτά Συλλείτουργα, την ώρα που έψελναν τα απολυτίκια των Αγίων αυτών Πατέρων, ταυτόχρονα κρυφά από πίσω μεθόδευαν πώς με τη συνέργεια μιας άθεης κυβέρνησης, θα καταλύσουν το έργο αυτό που ίδρυσαν οι εξυμνούμενοι όσιοι. Πώς θα επιβουλευθούν τον κόπο τους. Δεν μπορώ να εκφραστώ. Ένα μόνο  εμπίπτει στη διάνοιά μου αυτομάτως: «…Ο βάψας εν τω δείπνω την χείρα, εν τω τρυβλίω μετά σού, εξέτεινεν ανόμως τας χείρας, του λαβείν αργύρια» και το: «ο μαθητής και επίβουλος εκ των έργων απεφάνθη· ηκολούθει γαρ τω Διδασκάλω, και καθ’εαυτόν εμελέτα την προδοσίαν· έλεγεν εν εαυτώ· Παραδώσω τούτον, και κερδίσω τα συναχθέντα χρήματα…». Αυτό μόνο μου έρχεται στον νου. Τίποτα άλλο.

Πού είναι οι Αρχιερείς που γράφουν συνεχώς θεία συγγράμματα σε βιβλία, σε τύπο, σε εγκυκλίους για τον όσιο Παΐσιο; Πού είναι οι Αρχιερείς που διοργανώνουν ημερίδες για όσιο Πορφύριο και όσιο Παΐσιο και διοργανώνουν ομιλίες γι’αυτούς στις Μητροπόλεις τους; Πού είναι οι Αρχιερείς που χτίζουν Ναούς, παρεκκλήσια σ’αυτούς τους οσίους και κοσμούν τους ναούς με προσκυνητάρια των οσίων και με εικόνες τους; Όλοι αυτοί οι Αρχιερείς είδαν τη μεθόδευση κατάλυσης του έργου των οσίων και σιώπησαν και σιωπούν. Εν ζωή ο όσιος Παΐσιος και ο όσιος Πορφύριος (και πλήθος άλλων εναρέτων αδελφών), εξέθεσαν στην εκκλησία όπως προανέφερα, τις προϋποθέσεις της ίδρυσης των μονών τους, έλαβαν την έγκριση και τώρα μετά την αγιοποίησή τους, ενώ ψέλνουν το απολυτίκιό τους, οι Αρχιερείς καταλύουν το Ησυχαστήριό τους. Τι ντροπή; Τι υποκρισία;

Για εμάς αυτό το θέμα, όπως αναλυτικά εξήγησα, είναι καθαρά πνευματικό και εξέθεσα τη θεώρησή μας και την απόφασή μας να μην ενδώσουμε σε όλη αυτή την ανήθικη μεθόδευση. Πιστοί στην Αγία μας Μητέρα Εκκλησία, εμμένουμε σ’αυτό που μας ενέκρινε και ευλόγησε, και δεν αποδεχόμεθα ενέργειες «μητριάς», μεθοδευμένες με άθεη κυβέρνηση. Προαιρούμεθα  το κλείσιμο και τη διάλυση της μορφής του Ησυχαστηρίου μας, παρά τη συμμόρφωσή μας  με ανήθικες ενέργειες μιας μητριάς, ΜΕ Ο,ΤΙ ΑΥΤΟ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ.

Εμείς φρόνημα ότι είμαστε «δούλοι στις φυτείες» κάποιων, ποτέ δεν θα αποκτήσουμε. Πού να φανταστείς, να έχεις Δεσπότη (εις τύπον και τόπο Χριστού), ο οποίος επί πάρα πολλά χρόνια να μην έχει ποτέ ενδιαφερθεί για την Αδελφότητα, να έχεις άρρωστη επί χρόνια λ.χ. την Καθηγουμένη, ποτέ να μην ενδιαφέρθηκε να έρθει να τη δει, να ρωτήσει τι κάνει, ποτέ να μην ενδιαφέρθηκε αν οι μοναχές, ανήκουσες στο ασθενές φύλο, έχουν κάποιες ανάγκες, αν αντιμετωπίζουν κάποια προβλήματα, αν τα βγάζουν πέρα οικονομικά, αν… αν… αν…, ποτέ να μην έκανε έστω και μία ενέργεια που να θυμίζει πατέρα ή εκπρόσωπο Μητέρας εκκλησίας, και να σου στείλει τώρα Μητροπολιτικό έγγραφο επικαλούμενος τον Νόμο 4559/2018 και να σου λέει, καταθέστε μου τον προϋπολογισμό και τα οικονομικά βιβλία της μονής για έλεγχο. Δεν το διανοούμαι να συμμετέχω σε τέτοια «μητριά» εκκλησία. Σε μια τέτοια περίπτωση θα δεχθούμε τον οικονομικό έλεγχο, για να μην υπάρξει έστω υπόνοια ότι κάτι δεν κάνουμε σωστά, όμως μαζί με τη λήψη τέτοιου εγγράφου, στον λόγο της τιμής μου, για όλους τους ανωτέρω λόγους θα προχωρήσουμε στη διάλυση του Ησυχαστηρίου.

Ε Π Ι Λ Ο Γ Ο Σ

Μελετώντας το Ιερό Ευαγγέλιο, πάντα με τον νου μου στεκόμουν σε δύο σημεία, τα οποία δεν μπορούσα να κατανοήσω. Το πρώτο ήταν το γεγονός πως όταν ο Θεός αποφάσισε να ενσαρκωθεί και ήρθε στον κόσμο, υπήρχε η δική Του επίσημη εκκλησία, με Αρχιερείς, πρεσβυτέρους, νομοδιδάσκαλους, συναγωγές, ναούς λατρείας, υπήρχε κανονική διάρθρωση και λειτουργία, και ο Μωσαϊκός νόμος. Έρχεται, λοιπόν, ο Θεός αυτής της εκκλησίας και χωρίς καμμία ενημέρωση Αρχιερέων, πρεσβυτέρων κ.λ.π., φωνάζει έναν ψαρά, έναν τελώνη, έναν…, έναν… (που ακόμα ήταν μη θεοφόροι), και ξαφνικά δημιουργεί μια παράλληλα αναπτυσσόμενη εκκλησία, και σ’αυτούς τους αγράμματους ψαράδες, εκχώρησε όλη τη δύναμή Του και την εξουσία και στη συνέχεια τους απέστειλε να κηρύξουν τη Βασιλεία Του και ταυτόχρονα να θεραπεύουν πάσα ασθένεια, να εκβάλουν τα δαιμόνια, δηλ. έβαζε στο περιθώριο την τότε επίσημη εκκλησία και τους τότε Αρχιερείς, οι οποίοι κι αυτοί μη όντες θεοφόροι και όντες αδύναμοι, δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν στον λαό τη δική τους απραξία, με αποτέλεσμα να συκοφαντήσουν τον Ιησού ότι ναι μεν γίνονται αυτά τα θαύματα, αλλά «εν τω ονόματι του Βελζεβούλ». Έτσι φθάσαμε στο σημείο οι Αρχιερείς να οδηγήσουν την Αλήθεια γυμνή στον Σταυρό. Όντως όλο αυτό με εκστασίαζε και ήταν για τον νου μου δυσνόητο.

Το δεύτερο, ήταν τα όσα συνέβησαν με τον ιαθέντα εκ γενετής τυφλό, τον οποίο η τότε εκκλησιαστική κοινωνία μη αντέχοντας το θαύμα, κάλεσε σε απολογία, και μετά από την γνωστή συζήτηση, ρώτησαν τον τυφλό που ακόμα δεν είχε δει τον Ιησού: «Συ τι λέγεις περί αυτού, ότι ήνοιξέ σου τους οφθαλμούς; Ο δε είπεν ότι προφήτης εστίν». Αφού τον ειρωνεύθηκαν, αφού τον μέμφθηκαν, «εξέβαλον αυτόν έξω» (Ιωαν.Θ΄,34). Και συνεχίζει: «Ήκουσεν ο Ιησούς ότι εξέβαλον αυτόν έξω, και ευρών αυτόν είπεν αυτώ· συ πιστεύεις εις τον υιόν του Θεού; απεκρίθη εκείνος και είπε· και τις εστι, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις αυτόν; Είπε δε αυτώ ο Ιησούς· και εώρακας αυτόν και ο λαλών μετά σού εκείνος εστίν. Ο δε έφη· πιστεύω, Κύριε· και προσεκύνησεν αυτώ. και είπεν ο Ιησούς· εις κρίμα εγώ εις τον κόσμον τούτον ήλθον, ίνα οι μη βλέποντες βλέπωσι και οι βλέποντες τυφλοί γένωνται…» (Ιωάν. Θ΄,35-39). Αυτά τα δύο ακόμα με προβληματίζουν.

Ε Κ Κ Λ Η Σ Η

Αν οι Αρχιερείς μας είναι μέλη της «Μητρός Εκκλησίας» και εκπροσωπούν τον «Θεό Πατέρα», οφείλουν να επέμβουν άμεσα, αποδεικνύοντας ότι είναι επόμενοι των Θεοφόρων Πατέρων, και να ζητήσουν την απόσυρση και κατάργηση του συγκεκριμένου νόμου, ή με τροπολογία να διευκρινίσουν ότι ο εν λόγω νόμος δεν θα έχει αναδρομική ισχύ, αλλά θα ισχύει μόνο για όσα Ησυχαστήρια θα ιδρυθούν από 3-8-2018 και μετά.

Με τίποτα δεν θέλω να πιστέψω σε μια «Μητριά Εκκλησία» και σε «εραστάς χρημάτων», που εξυπηρετούν μια άθεη κυβέρνηση. Είναι σαφές ότι ερωτευμένος με την «Μητέρα Εκκλησία», είμαι έτοιμος να δεχθώ  από την «μητριά», το όποιο μένος της.

vasilinos.wordpress.com

loading...

4 thoughts on “MIA OΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ

  1. Μάλλον στους τυφλούς, βασιλεύει
    κι' ο κοντόφθαλμος..!.

  2. Όλη τους την ζωή πάλευαν να αποκτήσουν ένα παιδί όμως δεν είχαν σταθεί τυχεροί. Αντίθετα ζούσαν σε καθεστώς κοινωνικής απομόνωσης, αφού οι άτεκνοι εκείνη της εποχή θεωρούνταν λίγο έως πολλοί καταραμένοι ή όχι ευλογημένοι από τον Θεό.

    Κατά την παράδοση η Αγία Άννα προσευχήθηκε στον Θεό δηλώνοντας πως αν της χάριζε ένα παιδί θα το αφιέρωνε σε Εκείνον. Λίγες μέρες μετά, ο αρχάγγελος Γαβριήλ επισκέφθηκε το ζευγάρι και τους ενημέρωσε πως οι προσπάθειες τους θα έχουν αποτέλεσμα και το παιδί τους θα είναι φορέας μιας ξεχωριστής αποστολής.

    Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του ζευγαριού, τα λόγια του αγγέλου βγήκαν αληθινά και γέννησαν ένα όμορφο κορίτσι.

    Της έδωσαν το όνομα Μαριάμ, το οποίο σημαίνει βασίλισσα, κυρία αλλά και ελπίδα.

    Όταν η Μαριάμ έγινε τριών ετών, οι γονείς της, τήρησαν την υπόσχεση τους και την οδήγησαν το Ναό όπου την παρέλαβε ένας ιερέας ο οποίος δεν ήταν άλλος από τον Προφήτη Ζαχαρία, τον πατέρα του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.

    Η Παναγία έζησε 12 χρόνια στο Ναό, στα Άγια των Αγίων. Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας αυτός που της έφερνε καθημερινά τροφή ήταν ο ίδιος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.

    Όταν ήρθε η ώρα να βγει από τον Ναό, οι ιερείς αποφάσισαν να την δώσουν σε κάποια οικογένεια, δεδομένου πως οι γονείς της είχαν ήδη φύγει από τη ζωή.

    Στη Ναζαρέτ όπου ζουσε την επισκέφθηκε ξανά ο Γαβριήλ όπου της είπε το ιστορικό: «Χαίρε κεχαριτωμένη• ο Κύριος μετά σου». Τότε έμαθε και η ίδια ποια ήταν η αποστολή της την οποία αποδέχτηκε με χαρά.

    Λίγους μήνες αργότερα ο Ιησούς γεννήθηκε και η μητέρα του ήταν πάντοτε κοντά του, ακόμη και την στιγμή της Σταύρωσης.

    Από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων γνωρίζουμε ότι η Παναγία παρέμεινε κοντά τους μέχρι την ημέρα της Πεντηκοστής.

    Η τελευταία συνάντηση με τον αρχάγγελο που την συντρόφευε από τα τρια της χρόνια, έγινε τρεις μέρες πριν την κοίμησή Της.

    Τότε ο Γαβριήλ την ενημέρωσε ότι πλέον ήρθε η ώρα, δίνοντας της μεγάλη χαρά αφού θα έβλεπε ξανά το παιδί Της. Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο.

    Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση Της. Μαζί δε με τους Αποστόλους ήλθε και ο Διονύσιος Aρεοπαγίτης, ο Άγιος Ιερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Απόστολος Τιμόθεος, και άλλοι.

    Η ιστορία της Τιμίας Ζώνης

    Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της στη Γεσθημανή. Ο μοναδικός που δεν ήταν παρών στο γεγονός ήταν ο Απόστολος Θωμάς.

    Λέει η παράδοση πως όταν η νεφέλη, το σύννεφο δηλαδή, μετέφερε τον Θωμά στη Γεσθημανή συνάντησε την Θεοτόκο την στιγμή της ανόδου Της στον ουρανό.

    Εκείνη του χάρισε την ζώνη Της για να μπορεί να αποδείξει την συνάντησή τους.

    Όταν ο Θωμάς πήγε και εξιστόρησε το γεγονός στους υπόλοιπους Αποστόλους, άνοιξαν τον τάφο και είδαν πως το σώμα έλειπε.

    Η ηλικία της Παναγίας

    Η Παναγία όταν μπήκε στο Ναό ήταν τριών ετών. Έμεινε στο ιερό δώδεκα χρόνια. Τρείς μήνες αφού βγήκε από το ιερό μέχρι τον Ευαγγελισμό και εννέα μήνες κυοφορία, δεκαέξι ετών γεννά τον Χριστό. Έζησε με τον Χριστό τριάντα δύο χρόνους, άρα 48 ετών ζει την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψή Του. Έζησε μετά απ’ την Πεντηκοστή άλλα έντεκα χρόνια και εκοιμήθη στη Γεσθημανή.

    Ήταν 59 ετών.

  3. ΕΔΩ ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ..!..ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ;;;

  4. ακουει ακουει ο κορυδαλλος! οβερ!

Comments are closed.