ΕΜΒΟΛΙΜΕΣ ΤΕΧΝΗΤΕΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ “ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΩΝ” ΣΤΟ ΣΚΟΠΙΑΝΟ

Οι εμβόλιμες τεχνητές ομοιότητες, το erga omnes και  η μεταφορά  κατασκευής “τετελεσμένων” ανάλογου κυπριακού θέματος που θα λειτουργήσουν ως νομιμοποίηση προπαρασκευαστικής
διευκόλυνσης εποικιστικού υποβάθρου και διεκδικήσεων των Σκοπίων που μεταφέρει ασσύμετρα και με πάραβαση πληρεξουσιότητας μέσω νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας η κυβέρνηση. Θα συντελεστεί προδοσία της Χώρας από τη στιγμή που επικυρωθεί στο Κοινοβούλιο η παραχώρηση μακεδονικού όρου στα Σκόπια.

Είναι ξεκάθαρο πως η κυβέρνηση συριζα δεν μπαίνει σε καμία αντιπαράθεση λογικών επιχειρημάτων μεθοδεύοντας δολίως να επιφέρει τετελεσμένο σε Εθνικό θέμα μέσω κοινοβουλευτικής επικύρωσης και αναγνώρισης των ανιστόριτων διεκδιδικήσεων και επιθετικών προθέσεων της γειτνιάζουσας χώρας των Σκοπίων καθιερώνοντας τις πλέον επικίνδυνες διεθνώς και διμερώς προϋποθέσεις υπερ των βλέψεων του σκοπιανού μορφώματος του Βαρντάρ για την προσάρτηση εδαφών της Ελληνικής Μακεδονίας. Τα ίδια πρόσωπα τα οποία διατείνονται κατά του «εθνικισμού» ή και του συλλαλητηρίου, αγωνιούν για το πως θα νομιμοποιήσουν την προπαγάνδα ανιστόριτων επιθετικών βλέψεων των Σκοπίων, υποστηρίζοντας την ως “αυτοδιάθεση έθνους” και  “εθνική ταυτότητα” για ένα ψευδοκράτος.
Η αντιμετώπιση των Σκοπιανών προκλήσεων όσον αφορά την πίεση προς στην Ελληνική πλευρά εκεί που τελείωνε με φυσική αδιαφορία και ΒΕΤΟ, μετατρέπεται σε  έναν ύπουλο υποχωρητισμό παραχωρήσεων εν είδη απόδοσης δικαιωμάτων σε εγχώριες μεγάλης δυναμικής μειονότητες αυτόχθονων για κάποιον αλληλοαφομιωτισμό και προνομίων στα πρότυπα ρυθμίσεων ανθρώπινων δικαιωμάτων αστικού δικαίου, ή και ακόμα χειρότερα με την κυβέρνηση να αντιλαμβάνεται και να ευτελίζει τις διεθνείς σχέσεις συγχωνεύοντας την έννοια των διεθνών σχέσεων και του διεθνούς δικαίου με διάφορους τύπους αναγνωρίσης καταχραστικών αντιεπιστημονικών και ανιστόριτων “αυτοπροσδιορισμών”.

Από τη στιγμή που χρειάζεται συμφωνία μέσω της Ελλάδος για την ένταξη των Σκοπίων στους διεθνείς οργανισμούς, η εξωτερική πολιτική θα έπρεπε ως κοινή Εθνική γραμμή να περιορίζονταν σε διαδικαστικού τύπου υπενθυμίσεων περί της ίδιας της ανάγκης και θέσης των Σκοπίων να υποχωρήσουν, με την Ελλάδα να είναι αδιαπραγμάτευτη  ως προς την μη αποδοχή συμφωνίας μακεδονικών ονομαστικών όρων, αφήνοντας το θέμα διαπραγμάτευσης μόνο μεταξύ των ευρωατλαντικών θεσμών- Ε.Ε. και Σκοπίων, και μεταξύ των εσωτερικών αντικρουόμενων μειονοτήτων – πολιτικών στρατοπέδων των Σκοπίων.

Αυτή η στρατηγική δόγματος κατ΄ουσίας αδιαπραγμάτευτης στάσης απέναντι στα Σκόπια και άρα αδιαπραγμάτευτης στάσης απέναντι σε όλες τις παραμέτρους αναγνώρισης “εθνοτικής ταυτότητας θα ήταν ικανή για να δημιουργήσει τετελεσμένα εις βάρος των Σκοπίων. Αντ΄αυτού όμως η κυβέρνηση Σύριζα προτρέχει προς την επικυρώση αναγνωρίσης του ψευδοϊστορικού αλυτρωτισμού πληθυσμών σε συνάρτηση της παραχώρησης ιστορικών δικαιωμάτων και – πρωτογνωρα τετελεσμένα αναγνώρησης και νομιμοποίησης επικοιστικής συγκυριαρχιας, ήτοι νομικό υπόβαθρο παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας – υπερ ενός ψευδοκράτους που έχει βλέψεις στην ευρύτερη περιοχή της (Ελληνικής περιφέρειας) της Μακεδονίας αναφορικά με την ιδιομορφία της Βαλκανικής περίπτωσης και της γειτνιάζουσας θέσης των Σκοπίων-Βαρντάρ.

Η κυβέρνηση της Ελληνικης πλευράς ασσύμετρα με καταχραστική παραπομπή και αναγωγή στα “ανθρώπινα δικαιώματα”, συνταυτίζει δολίως μέσω ερμηνείας περί δικαιωμάτων και εθνοτικού και γλωσσικού αυτοπροσδιορισμού τις εξαιρετικα επιθετικές στη βάση τους και στη σύσταση του ¨μακεδονικού εθνοτισμού¨ πληθυσμών και την εξωτερική κεντρική πολιτική άλλου κράτους σαν να ήταν κάποια υποθετική περίπτωση μεμονωμένης μειονοτήτας Ελληνικής Ιθαγένειας -Ελλήνων πολιτών κάποιας Ελληνικής περιφέρειας, ενώ πρόκειται για διένεξη με κατά βάσει εχθρική χώρα που συμμαχεί γεωστρατηγικά με εξίσου εχθρική χώρα (την Τουρκία), κατά το Ελληνικό στρατιωτικό δόγμα.

Ο τρόπος προσέγγισης του θέματος ονομασίας των Σκοπίων καθώς και οι προτάσεις erga omnes προληπτικού χαρακτήρα αφού δεν ανταποκρίνονται σε ζητήματα πραγματικών μειονότητων Ελλήνων πολιτών αυτόχθονων υποθετικής διαφοροποιήμενης περιφέρειας τότε εκλαμβάνονται πως αφορουν από τα δεδομένα μόνο την προπαρασκευαστική νομική κατασκευή κάποιου ομόσπονδου κρατιδίου, ήτοι ομόσπονδης αφωμοίωσης της Ελληνικής περιφέρειας Μακεδονίας και της συγχώνευση της με τη Βαρντάσκα μέσω υπαγωγής των Σκοπίων ανιστόρητα ως αναγνωρισμένο αυτόχθνων “Μακεδονικό Έθνός” με την αναγνώριση ψευδοϊστορικών ζητημάτων και με κατάχρηση πληρεξουσιότητας από την Ελληνική κυβέρνηση στο όνομα κάποιου ασαφούς διπλωματικού συμβιβασμού σε ένα μείζον Εθνικό θέμα.  Αδιανόητο για κάθε μορφή διπλωματιας Ελεύθερης χώρας και βάση διαπραγμάτευσης που συναντάται κατά τις ιδιαιτερότητες όταν κάποια χώρα έχει κατακτηθεί – ηττηθεί στρατιωτικά εγκαθιστώντας ο εχθρός εποίκους όπως με την εισβολή “αττίλα” στην Κύπρο, δηλαδή “τετελεσμένα” που δεν έχουν υπάρξει και ούτε πρέπει να προσομοιωθούν στην Ελληνο-σκοπιανή διένεξη.
Οι προτάσεις erga omnes συναντώνται κατά την περίπτωση όταν “συνέρχεται”  κάποια περιοχή μετά πολεμικές συγκρούσεις κατά την αλλαγή των συνόρων όπως σε σχέση με τα εσωτερικά των περιφερειών-κρατών που προέκυψαν μετά τη διάλυση της Γιουργκοσλαβίας, ή τη διένεξη Θιβέτ-Κίνας.

Επ΄αυτού καμία όμως διεθνή συνθήκη δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ή το “τετελεσμένο” των κατεχομένων της βόρειας Κύπρου ενώ το διεθνές δίκαιο αναφορικά μετη θεωρητική προστασία ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν έχει αντικείμενο και συνάφεια με την προστασία και την άμεση διασφάλιση της Εθνικής κυριαρχίας.

Σε σχέση επίσης με την ενδιάμεση συμφωνία και αναφορά σε αυτή, προκειται περί κατευνασμού και επανάπαυσης πάνω στις διάφορες και απέχουσες μεταξύ τους ερμηνίες του διεθνούς δικαιού. Η αναφορά στο άρθρο 6 της ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995 περιέχει τα συμβαλλόμενα μέρη Ελλάδος και Σκοπίων όπου δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος είναι τα Σκόπια και πρώτο συμβαλλόμενο μέρος η Ελλάδα.
Συνοπτικά η συμφωνία της ρύθμισης φαινομενικά αποδίδεται ως κάποια εξασφάλιση αποτροπής οποιασδήποτε διεκδικήσεως και ερμηνείας από το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος (τα Σκόπια -ΠΓΔΜ)  και οποιασδήποτε περιοχής που δεν συμπεριλαμβάνεται στα σημερινά του σύνορα ή την αποτροπή επέμβασης σε εσωτερικές υποθέσεις άλλου Κράτους προκειμένου να προστατεύσει το καθεστώς και τα δικαιώματα οποιωνδήποτε προσώπων σε άλλα Κράτη που δεν είναι πολίτες του Δευτέρου συμβαλλομένου μέρους.

Η ενδιάμεση συμφωνία όπως γνωρίζουμε ούτε αυτή τηρήθηκε και παραβιάστηκε απο τα Σκόπια και φυσικά χωρίς καμία επίπτωση με αναγνώριση συνάμα απο μεγάλη μερίδα της διεθνούς κοινότητας του ονόματος “δημοκρατία της Μακεδονίας” κατά παράβαση της  συμφωνίας.
Ουσιαστικά  το επιχείρημα της ενδιάμεσης συμφωνίας στηρίζεται στον κατευνασμό περί αλλαγής συντάγματος των Σκοπίων με μια επιπλέον επισήμανση πως η υπερίσχυση του Συντάγματος θα αντίβαινε ευθέως στο άρθρο 27 της Συμβάσεως της Βιέννης περί του Δικαίου των Συνθηκών.
Εάν παραβιαστεί όμως δεν θα υπάρξει  καμία ουσιαστική επίπτωση δεδομένου πως και  μόνον η αναγνώρηση μακεδονικού έθνους θεμελειώνει ανιστόρητα τεχνητά κληρονομικά ιστορικά δικαιώματα στην ευρύτερη μακεδονική έκταση και ασύμετρες υποχρεώσεις το άλλο συμβαλλόμενο μέλος της διμερούς συμφωνίας μέσω και διάφορων διεθνών οργανώσεων και όχι κατ΄ανάγκη άμεσης εμπλοκής και ανάμειξης των Σκοπίων στα εσωτερικά της Ελλάδος (αναφορικά με αξιώσεις στην εκπαίδευση και αποδοχή αναγνώρισης σλαβοβουλγαρικού ιδιώματος ως “μακεδονική γλώσσα”, ιστορικά θέματα, προπαγάνδες αυτοπροσδιορισμών “μακεδονόφωνων”, ονομαστικές εττικέτες προϊόντων, ιδρυμάτων και οργανισμών κτλ).

Τι συμβαίνει όμως με το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων και “τετελεσμένων” σε έναν παραλληρισμό  ιστορικών διπλωματικών σημαντικών διενέξεων και την ασάφεια του διεθνούς δικαίου:
Η Ελληνική εκπροσώπηση από τη στιγμή που δεν υπάρχει καμία Ελληνική στρατιωτική εμπλοκή δεν έχει κανένα λόγο ή υποχρέωση  να διαστρέψει το θέμα σε βάση ανθρώπινων δικαιώματων και σε αξιώσεις αυτοπροσδιορισμού, και πόσο μάλλον σε διαπραγματεύσεις οριστικής επικύρωσης ανιστόριτου αλυτρωτικού επιθετικού χαρακτήρα υπέρ ενός εχθρικού στρατιωτικοπολιτικού και πολιτιστικού δόγματος ψευδοκράτους.

Η αναγνώριση “μακεδονικής ταυτότητας” για τους κατοίκους των Σκοπίων- Βαρντάρ μέσω ονόματος του κρατιδίου που θα συνεπάγεται με απορρέουσα ονομασία και κατοχύρωση ιθαγένειας έχει ουσιαστικά εν μέσω διαφοροποιημένων παραμέτρων διμερούς περίστασης τον ίδιο χαρακτήρα επιβούλευσης με την αναγνώριση και διεργασίες που προωθούν αναγνώριση δικαιώματων εντός της Ελλάδος μέσω της πολιτικής αυτοδιάθεσης τα οποία δεν ανταποκρίνονται σε Ελληνικό προσδιορισμό σε μειονότητες και δομές της συνθήκης της Λωζάνης.
Με τον ίδιο τρόπο που χωρίς καμία καταδίκη παραβιάζεται ή τείνει να παραβιάζεται η συνθήκη της Λωζάνης στο όνομα της αξίωσης αυτοδιάθεσης ως επιβούλευση της ασφάλειας και της κοινωνικής ειρήνης και κυριαρχιας της χώρας είτε μέσω παρέμβασης στα εσωτερικά της Ελλάδος από την Τουρκία ή απο έν Ελλάδι οργανώσεις, συλλόγους ή κόμματα, διμερώς και κατόπιν συνεννοήσεως της Ελληνικής κυβέρνησης τεκταίνεται ομοίως με τις διεργασίες αναγνώρισης του ανιστόριτου αλυτρωτικού στρατιωτικοπολιτικού σκοπιανού δόγματος και εθνοτικής “μακεδονικής” ταυτότητας για το γειτνιάζον κρατίδιο των Σκοπίων.

Σχετικά με την διένεξη ψευδοκράτους και Κύπου είναι γνωστό πως το 1974 η Τουρκία χρησιμοποίησε τη ρήτρα  «εγγύητριας δύναμης» για να εισβάλει και να κατακτήσει τη βόρεια κύπρο επικαλούμενη το πραξικόπημα Μακάριου.
Οι συμφωνίες για την Κυπριακή Δημοκρατία Ζυρίχης-Λονδινου προέβλεπαν τρείς «εγγυήτριες δυνάμεις» και όπως αποδείχθηκε, δεν παρείχε καμία εξασφάλιση και εγγύηση χωρίς ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών να ζητήσει από την Τουρκία να επιστρέψει στο status quo ante – προτέρα κατάσταση ενώ το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ανακηρύχτηκε ανεξάρτητο κράτος. Αυτή η κίνηση ήταν όμως ήδη αντίθετη προς όλες τις ήδη ψηφιζόμενες αποφάσεις του ΟΗΕ και καταδικάστηκε από όλο τον κόσμο.
Σύμφωνα λοιπόν με τον τότε Τούρκο υπ.Εξωτερικών η ανακήρυξη της τουρκικής Δημοκρατίας στην βόρεια Κύπρο δεν έπρεπε να εκτιμηθεί ως πράξη ρήξης, αλλά μόνο σαν μέσο για να αναγκασθούν οι Έλληνες να δεχθούν τον διάλογο και για να ενισχυθεί η διαπραγματευτική ισχύς της τουρκικής κοινότητας.

Η Ουάσιγκτον περιορίστηκε σε ρητορικού τύπου καταδίκες και συστάσεις για ανάκληση που εξελήφθη για άλλη μία φορά από τους Τούρκους ως ανοχή. Ενδεικτικό αυτών,είναι ότι στις συνεχείς πιέσεις του ελληνοαμερικανικού λόμπι για ουσιαστικότερη στάση το State Department απάντησε ότι όταν η Τουρκία είναι ισχυρή, εξυπηρετούνται καλύτερα τα συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου. Έτσι και μέχρι σήμερα παρά την καταδίκη του ΟΗΕ, δόθηκε εντολή “ειρηνευτικού” διάλογου και διαπραγμάτευσης με την Τουρκία για την μερική νομιμοποίηση και ουσιαστικά παγιοποίηση των “τετελεσμένων” και την πρόταση του αποκαλούμενου σήμερα σχέδιο Ανάν που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 11 Νοεμβρίου 2002. Το σχέδιο αφορούσε την αναδιάταξη της Δημοκρατίας της Κύπρου σε μια Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία θα αποτελείται από δύο ομόσπονδα κρατίδια, ένα ελληνοκυπριακό και ένα τουρκοκυπριακό.
Το σχέδιο Ανάν προωθεί ένα μοντέλο, το οποίο δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά μέχρι της παρούσης στον κόσμο ενώ δεν υπάρχει ούτε καν ως θεωρητική πρόταση σε κάποιο βιβλίο. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την ίδρυση του νέου κυπριακού κράτους δεν έχει προηγούμενο στο διεθνή χώρο. ‘Εχει όμως προπαρασκευαστικές προφανείς αντιστοιχίες με το ελληνοσκοπιανό θέμα.

Φυσικά επρόκειτο για την τρέχουσα αντίστοιχη μεταφορά της υποτιθέμενης κατ΄ισχυρισμών της κυβέρνησης Σύριζα και της ίδιας γραμμής αμερικάνικων-ευρωατλαντικών ισχυρισμών περί σταθερότητας στην περιοχή εαν ενισχυθεί μέσω της επικύρωσης της Ελλάδος η συνοχή της “μακεδονικής ταυτότητας” του γειτονικού κρατικού μορφώματος των Σκοπίων με προστιθέμενο παράγοντα τη διεθνή “αναπτυξιακή” πολιτική, ενώ αντιθέτως η οριστική αναγνώριση κατόπιν συνενεννόησης και διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης του Σύριζα με το ψευδοκράτος, θα θέσει προδοτικά εν μέσω “τετελεσμένων” και εξελίξεων την Ελλάδα σε προπαρασκευαστικό προηγούμενο αντιστοιχιών προτάσεων τύπου “Ανάν” και από κοινού πλαίσια ergo omnes υποχρεώσεων σε μια αρχικά υπονόηση ομοσπονδιοποίησης, δηλαδή παρεμβολή άσχετων προτάσεων πλαισίων διεθνούς δικαίου όντας αντίθετα με την προστασία εθνικής κυριαρχίας και άσχετα με τις προφάσεις της κυβέρνησης πως μέσω συμβολικών πράξεων ή με αναφορές σε πλαίσια διεθνούς δικαίου θα σταματήσουν δήθεν οι βλέψεις του ψευδοϊστορικού επεκτατισμού των Σκοπίων.

Το Διεθνες Δικαιο να τονιστεί πως εφαρμοζεται επιλεκτικά και αντικρουόμενα μέσα απο “νομικές ερμηνείες” και κατά βάση εναντίον Ελληνικών συμφερόντων όπως έχει διδάξει η ίδια η ιστορία, κάτι που διαπιστώνεται ενδεικτικώς με την αναφορά της “ΠΓΔΜ” ως “Μακεδονία” από χώρες μέλη του ΟΗΕ. Επίσης με τη συνθήκη της Λωζάνης κατά την οποία η μειονότητα της Θράκης έχει μονο θρησκευτική περιγραφή και χαρακτήρα (δηλαδή μουσουλμανική μειονότητα), το ΕΔΑΔ προσπερνά τη συνθήκη χαρακτηρίζοντας τη μειονότητα ως τουρκική κατ΄απαίτηση τουρκικής παρέμβασης και επιρροής με βάσει το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού όπως γίνεται και με την υποτιθέμενη “μακεδονική ταυτότητα¨.

Η κυβέρνηση ουσιαστικά μεταφέρει προπαρασκευαστικά σκιωδώς στη διπλωματία εν είδη δεδομένου το θέμα της Κύπρου μετα της Τουρκικής εισβολής και τα αντίστοιχα τετελεσμένων των συμβιβαστικών προτάσεων Αναν στα πλαίσια της Ελληνοσκοπιανής διένεξης.

Επίσης η διένεξη Θιβέτ -Κίνας και το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση έχει γίνει αντικείμενο ανάλυσης γύρω από το erga omnes.  Όμως δεν υπάρχει τίποτα κοινό  γύρω από την εφαρμογή διεθνούς δικαίου erga omnes εδαφικά σε σχέση με το θέμα Σκοπίων Ελλάδος και ζητημάτων ανιστόρητης αυτοδιάθεσης, ή θέμάτων “ανεξαρτησίας” ή “ειρηνευτικών διαδικασίων”. Αντίθετα τα σκόπια θα πρέπει να δούν το θέμα των μεγάλων μειονοτήτων εντός του κρατιδίου τους.

Τι είναι σε γενικές γραμμές η αυτοδιάθεση σύμφωνα με την unpo:
“Το προτιμώμενο αποτέλεσμα της άσκησης του δικαιώματος αυτοδιάθεσης ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των μελών του UNPO. Για ορισμένα μέλη μας, όπως το Acheh , το Θιβέτ , το Barotseland και Kabylia , το μόνο αποδεκτό αποτέλεσμα είναι η πλήρης πολιτική ανεξαρτησία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα κατεχόμενα ή αποικισμένα έθνη. Για άλλους, όπως τα μέλη μας από το Δυτικό Μπαλοκιστάν , ο στόχος είναι ένας βαθμός πολιτικής, πολιτιστικής και οικονομικής αυτονομίας, μερικές φορές με τη μορφή μιας ομοσπονδιακής σχέσης.” http://www.unpo.org/article/4957

Η έννοια erga omnes σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως στο γλωσσικό και αυτονομιστικό θέμα της Καταλονίας, έχει θεωρητικά εφαρμογή ως προς την προστασία κάποιων δικαιωμάτων και αυτοπροσδιορισμών.
The finding referred to article 22 of the Covenant of the League of Nations.The finding referred to article 22 of the Covenant of the League of Nations https://en.wikipedia.org/wiki/Erga_omnes
Κατά τ΄αλλα και ιδίως σε σχέση με το Ελληνοσκοπιανό θέμα μόνο ύποπτη και αβάσιμη είναι η αναφορά της ή κάποια εφαρμοστική της ανάμειξη ως έννοια.Το ελληνοσκοπιανό δεν έχει ουδεμία σχέση καταρχάς με τα ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων κατοίκων Βορείου Ελλάδος, αφού δεν είμαστε κατεκτημένη περιοχή, ούτε σύνερχονται κάποιες περιφέρειες κάποιας διαμελισμένης χώρας ζητώντας “συμβιβασμούς”, αυτοπροσδιορισμούς και δικαιώματα οι κάτοικοι τους ως “κατεκτημένοι Ιθαγενείς” απέναντι σε κυβερνητικές πολιτικές, αστυνομικές στρατιωτικές δομές που δεν θέλουν.

Η μοναδική “χρησιμότητα” του erga omnes είναι για καθησυχασμό και για να δωθεί το όνομα με ανούσια έμφαση σε δικαιώματα ενώ ανοίγονται τετελεσμένα εθνικής μειοδοσίας. Η έννοια ergo omnes λειτουργεί ως προς αυτά που θεωρητικά υποστηρίζει που είναι άσχετα με το Ελληνοσκοπιανό όσον αφορά για εμβόλιμες υποχρεώσεις της Ελλάδας προς την πλευρά των Σκοπίων και τυχόν αναγνωρισμένης “μακεδονικής ταυτότητας” μέσω του ονόματος, δηλαδή λειτουργεί αμφίδρομα παράλληλα με άλλα πλαίσια, αλλά με συντριπτικό πλεονέκτημα των Σκοπίων.
Η Erga omnes μοιάζει να αποτελεί μια ανούσια πρόταση προληπτικού χαρακτήρα στην περίπτωση που περάσει ο τοπικός Ελληνικός πληθυσμός σε εξουσίες και αρχές οι οποίες δεν ανήκουν στο Ελληνικό κράτος, που ακολουθείται με εποπτεία συστάσεων “μετριοπαθειας” ως κάποιος “συμβιβασμός” απο κοινού.
Κατά αυτόν τον τρόπο θα ποινικοποιηθούν αναφορές στο όνομα Μακεδονία για κάθε είδους εγχώρια χρήση πολιτιστική εμπορική ιστορική, καθώς και η τυχόν εν Ελλάδι αμφισβήτηση κάποιας ύπαρξης “Μακεδονικής γλώσσας” ενώ είναι σλαβοβουλγαρικό ιδίωμα, ή “μακεδονικού” μειονοτικού κατευθυνόμενου εθνοτικού αυτοπροσδιορισμού στην Ελλάδα.

Θα απορρέει επίσης υποχρέωση παροχής εκπαιδευτικών δομών σε όσους δηλώνουν “Μακεδονικής εθνικής συνείδησης” νομιμοποιώντας έτσι  η κυβέρνηση σύριζα και αναγνωρίζοντας τις “βιτρίνες” του Σόρος στη βόρειο Ελλάδα. Αυτές οι οργανώσεις μερικών ολιγομελών δίγλωσσων συλλόγων, ομιλούντων το σλαβοβουλγαρικό ιδίωμα κατά την αναγνώριση ¨μακεδονικής ταυτότητας”, θα έχουν περίπου τη θέση της αντίστοιχης Καταλονικής αυτονόμησης ως “μακεδονική” αυτονόμηση με ζητήματα ανιστόρητων αναγνωρίσεων του ιδιώματος τους ως Μακεδονικό, με παράλληλη απαίτηση χρηματοδότησης διάφορων κέντρων ιδρυμάτων για αυτές τις ολιγομελείς, κατ΄ουσίαν βιτρίνες των Καναδεζικών “κογκρέσων” “Μακεδόνων”- Σκοπίων και άλλων διεθνών οργανισμών δικαιωμάτων και γεωπολιτικής που επιδιώκουν αλλαγές στα Βαλκάνια.

Η Γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία παρουσιάζει αρχικά τον ελληνικό εμφύλιο μετά το τέλος του Β΄παγκοσμίου πολέμου και το κομμουνιστικό παιδομαζωμα σαν την «δεύτερη Μακεδονική επανάσταση 1945-49» στην οποία ο πόλεμος δεν γίνονταν μεταξύ των Ελλήνων, αλλά υποτίθεται μεταξύ Ελλήνων και των «Μακεδόνων». Με την αναγνώριση των ανιστόρητων αλυτρωτισμών και “μακεδονικής ταυτότητας” τα Σκόπια τοποθετούνται ανιστόρητα ως αναγνωρισμένο αυτόχθνων Έθνός στη διακύρξη των ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του πληθυσμού αναφορικά και με τις αλυτρωτικές εδαφικές ή περιουσιακές βλέψεις τους σε κάθε τμήμα γειτονικών κρατών.
Οι βορειοελλαδίτες Έλληνες προσδιορίζονται τοπικά ως Μακεδόνες, ενώ οι σκοπιανοί με την κατοχύρωση του ονόματος θα αναγνωριστούν οριστικά με εθνοτικό γλωσσικό αυτοπροσδιορισμό.
Η erga omnes διαφαίνεται ως ένα πλαίσιο του ΟΗΕ σε συνεννόηση με το ΝΑΤΟ που περιορίζεται ως προς την επίκληση του πάνω σε κάποιο μπάχαλο σύρραξης και σε σχέση κάποιας θεωρητικής προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλες τις πλευρές σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Το ζητούμενο βέβαια είναι πως δεν υπάρχει κάποιος λόγος ή προφανή αιτία να φτάσουν εκεί τα πράγματα αφού θα συνεπάγεται και με προδοσία. Η έννοια της αυτοδιάθεσης μέσω ergo omnes  δεν αφορά την προστασία της Εθνικής μας κυριαρχίας, αλλά μια ενδεχόμενη ένωση εδαφών, έναν  αναθεωρητικό συμβιβασμό  υπό την εποπτεία ΟΗΕ. Δεν θέτει προστασία από τις διεκδικήσεις των Σκοπιανών που τεχνητά θα αναγνωριστούν ως ανήκοντες σε “αυτόχθονο μακεδονικό Έθνος” και δυνητικά κληρονόμοι της ευρύτερης μακεδονικής περιοχής εθνοτικά. Με δεδομένο πως θα έχουν κατοχυρώσει εθνική – εθνοτική ταυτότητα οι διεκδικήσεις που θα απορρέουν από την επίπλαστη αναγνώριση μέσω Ελλάδος θα υπερβαίνουν και τις τυχόν αφαιρέσεις από το σύνταγμά τους καποιον ψευδοιστορικών αλυτρωτικών προθέσεων.
Η αναγνώριση εθνοτικού προσδιορισμού θα υπερβαίνει κάποιο ‘μετριοπαθή’ σύνταγμα ή τις ενδιάμεσες συμφωνίες και θα συνδέεται με τα κληρονομικά δικαιώματα του μακεδονικού αρχαίου κράτους.

Αυτό που ως προς μια γενικότερη εικόνα συμβαίνει,  και αφού ήδη είχαν άλλαξαν στάση οι ΗΠΑ βλέποντας αλλά και συνάμα ιδρύοντας γεωστρατηγικά συμφέροντα μετά το πέρας της κομμουνιστικής επιρροής στα Σκόπια προς ώφελος τους, είναι πως οι ελληνικές κυβερνήσεις επί σειρά ετών είχαν εξαιρετικά χαμηλά τον πήχη των διαπραγματεύσεων ενώ οι προκλήσεις της σκοπιανής πλευράς Γκρουέφσκι λειτουργούσαν ως ένα είδος πόλωσης και αντιρρόπησης μεταθέτοντας συνεχώς το θέμα φτάνοντας έτσι και μετά την ενδιάμεση συμφωνία στα σημερινά κεντρώα-αριστερά δεδομένα εκπροσώπησης και στις δύο πλευρές.
Όλες οι κυβερνήσεις μετατόπισαν και διαστρέψαν ένα Εθνικό θέμα εθνικής ασφαλείας και εθνικής κυριαρχίας συγχωνεύοντας το σε πλαίσια διμερούς διπλωματικής περίστασης μπαίνοντας σε συνθήκες συνενοήσεως με τις κυβερνήσεις του ψευδοκράτους για την αναγνώριση και την κατοχύρωση των Σκοπίων ως Μακεδονία και για αναγνώριση “μακεδονικής ταυτότητας” μέσω του Ελληνικού Κράτους παριστάνοντας πως αγνοούσαν τις δεκάδες επιπτώσεις που θα αποτελέσουν αμέσως μετά επικίνδυνα τετελεσμένα εις βάρος της Ελλάδος με διεθνές έρεισμα αναγνώρισης και απόδοσης δικαιωμάτων στην ευρύτερη Μακεδονία και επαναφοράς επιθετικότερης πολιτικής ανιστόριτου αλυτρωτισμού από τα Σκόπια.

Το εθνικό θέμα όσον αφορά την Ελλάδα πλέον μετατοπίζεται από την όποια στοιχειώδη γραμμή των προηγούμενων κοινοβουλευτικών συνθέσεων που ήταν δυσκολότερο να συμφωνήσουν σε οριστική παραχώρηση του ονόματος ή έστω εκ των περιστάσεων δεν προχώρησαν, στη σημερινή σύσταση του κοινοβουλίου πλειοψηφίας της ριζοσπαστικής αριστεράς και σοσιαλιστών ή φιλελεύθερων που ουσιαστικά σχεδόν καθολικώς δεν διαφωνούν να παραχωρηθεί το όνομα ¨Μακεδονία¨ βάσει των μετέπειτα βλέψεων της Πρώτης Βαλκανικής Κομμουνιστικής Συνέλευσης στο πλαίσιο μιας Βαλκανικής Δημοκρατικής Ομοσπονδίας της “Ηνωμένης Μακεδονίας” μέσω σύγχρονων περιστάσεων . Ο όρος της “Ηνωμένης Μακεδονίας” έχει χρησιμοποιηθεί από τα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα, πολλές φορές συνδεδεμένος με την Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία.

Από την άλλη, στα Σκόπια η κατάσταση δεν διαφέρει πολύ από την κυβέρνηση και τις διεκδικήσεις Γκρουέφσκι με τη μοναδική διαφορά πως η περιστασιακή σοσιαλ-δημοκρατική ιδιότητα του Ζαεφ χρησιμοποιείται σαν επικοινωνιακό πρόσχημα της κυβέρνησης Σύριζα πως δεν συνομιλεί με “Εθνικιστές”,  αλλά με “μετριοπαθείς” του ίδιου χώρου αν και τέθηκε προσφάτως  ο εθνικισμός του “Ιλιντεντ”, δηλαδή η κατάσταση αμέσως μετά την αποχώρηση της οθωμανικής επιρροής.
Παραλλήλως η πλάγια υποστήριξη απο άλλους πολιτικούς χώρους και διεθνείς παράγοντες για παραχώρηση του ονόματος με σύνθετη ονομασία και αναγνώριση ¨μακεδονικής εθνικής ταυτότητας¨ λειτουργούν ως διεθνώς θεσμοποιημένη προώθηση της προδοσίας αδιαφορώντας ακόμα και εαν το θέμα στην κοινή γνώμη ιστορικά συνδέεται με τις επαναστατικές  βλέψεις της αριστέρας παραχώρησης της περιφέρειας της Μακεδονίας στη Βαρντάσκα για την σύνθεση κάποιας Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας.

Ο ανιστόρητος ¨εθνικισμός¨ των Σκοπίων εκλαμβάνεται από το Σύριζα ως σύγχρονο διεθνές πλαίσιο αυτοδιάθεσης και η έννοια της διπλωματίας και το αυτονόητο δόγμα αδιαπραγμάτευτης υπόστήριξης των εθνικών συμφερόντων και εθνικής κυριαρχίας ευτελίζεται σε συμβιβασμούς με τις ανιστόρητες απαιτήσεις κάποιου ψευδοκράτους και προπαρασκευαστικών συμφωνιών ομοσπονδίας, ήτοι διαπραγμάτευση εθνικής κυριαρχίας σε συνεννόηση με άλλη κυβέρνηση και διεθνούς φορείς και οργανισμούς για το “άτυπο” μέχρι στιγμής όνομα των σκοπιανών -σοσιαλιστικών βλέψεων της ομοσπονδιοποίησης (united macedonia).
Η λέξη συμβιβασμός σύμφωνα με την International Law Commisssion του οργανισμού ηνωμένων εθνών επί του άρθρου 2 της Vienna Convention on the Law of Treaties είναι συνώνυμο του όρου treaty (συμβιβασμός compromis– συνθήκη και συμφωνία). Χωρίς την ισχύ αμοιβαιότητας δεν υπαρχει συμφωνία.  Το θέμα όμως είναι, ποιός ο λόγος αμοιβαίου συμβιβασμού και συνθηκολόγησης με τα Σκόπια με αντιστοιχίες προτάσεων Ανάν. Δεν είχαμε ούτε πόλεμο με τη στρατονομία των σκοπίων, ούτε έχουν καταλάβει στρατηγικές περιοχές της Ελληνικής Μακεδονικής περιφέρειας, ούτε  έχουν κάποια αυθόρμητη υποστήριξη μεγάλης μερίδας Ελληνων πολιτών “μακεδονικής συνείδησης” ή “γλωσσικού ιδιώματος”. Ενώ οι Διεθνείς Σχέσεις αφορούν τον περιορισμό του αντίπαλου σε ένα δεσμευτικό πλαίσιο κανόνων (διεθνούς δικαίου), για να δημιουργούνται ή να επαληθεύονται ευνοϊκοί συσχετισμοι και «τετελεσμένα» μόνο σε βάρος του χωρίς κενά, το σύριζα αυτοπαγιδεύει δολίως την έννοια  και τη βάση της αδιαπραγμετευτης εθνικής κυριαρχιας σε προπαρασκευή “τετελεσμένων” εις βάρος της Ελλάδος και σε μια άλλη εξωπραγματική γεωπολιτική κατάσταση που δεν υφίσταται.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος συμφωνίας κατόπιν συνεννενοήσεων και υποχωρήσεων απο κοινού με ένα ψευδοκράτος με ανοιχτά μείζονα ζητήματα της συγκροτήσεως που δεν έχουν αντιμετωπιστεί στα πλαίσια της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995 (ούτε και είναι δυνατόν), δηλαδή της ιθαγένειας (μακεδονικού παραγώγου), ταυτότητας και γλωσσικού ιδιώματος επονομαζόμενου ως μακεδονικού κάποιου γειτονικού “μακεδονικού έθνους” που εαν αναγνωριστεί κάτι τέτοιο μέσω της Ελλάδος θα καταστεί ως αναμενόμενη και η υπαγωγή του σε πλαίσια προστασίας αυτοχθονίας και άρα υπερπλεονεκτικής καπηλευτικής κληρονομικής συσχέτισης του με το αρχαίο μακεδονικό τοπικό ή μεγάλο κράτος-βασίλειο ως προς τα γεωγραφικά του όρια, το οποίο και στην αρχαιότητα δεν ορίζονταν ως Έθνος.

Συνοψίζοντας σε σχέση με την ονομασία των Σκοπίων και πέραν της χρήσης του erga omnes σε αλλες διενέξεις, και της παράλληλης συνάφεια εμβόλιμης διπλωματίας αντιστοιχιών του Κυπριακού,  από την πλευρά της Ελλάδας και την κυβέρνηση το θέμα της ονομασίας έχει μετατοπιστεί δολίως σε μια σύχρονη γεωπολιτική εκδοχή των βλέψεων ΕΜΕΟ ή των κομμουνιστικών οργανώσεων την περίοδο του εμφυλίου και συνταύτισης της κομμουνιστικής προπαγανιστικής Γιουγκοσλαβικής ιστορίας περί υποτιθέμενου εμφυλίου μεταξύ “Ελλήνων και Μακεδόνων”.

Oι σύγχρονες πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις έχουν υιοθετήσει απόλυτα την ψευδοϊστρική αλυτρωτική βαλκανική γεωπολιτική της κομμουνιστικής διεθνούς Κομιντέρν για την δημιουργία ενός ανεξάρτητου ομοσπονδιοποιημένου μακεδονικού κράτους. 

Από την άλλη, επιπροσθέτως, κατόπιν συνενεννόησης και διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης του Σύριζα με το ψευδοκράτος θα θέσει προδοτικά εν μέσω τετελεσμένων και εξελίξεων την Ελλάδα σε προπαρασκευαστικό προηγούμενο σύγχρονων αντιστοιχιών προτάσεων τύπου “Ανάν”.
Με δεδομένο πως η ονομασία αναγνώρισης του κρατικού μορφώματος με το όνομα, η συνθετικό όρο ¨μακεδονία” θέτει αυτομάτως και την αναγνώριση “μακεδονικής εθνοτικής ταυτότητας – ανάλογης σχετικής Ιθαγένειας”,  αυτομάτως μετακινείται το θέμα σε επίπεδο διαβουλεύσεων, συνεννόησης και διαπραγμάτευσης τμήματος της εθνικής κυριαρχίας και προσβολής εναντίον της διεθνούς ειρήνης της χώρας με κατάχρηση πληρεξουσιότητας. Άρθρα 138 -139 -151.

Η κυβέρνηση της Ελλάδος αφού προτίθεται να παραχωρήσει κατόπιν συνεννοήσεων με την κυβέρνηση των Σκοπίων τον όρο Μακεδονία για την οριστική ονομασία των Σκοπίων (προσωρινό ΠΓΔΜ) σημαίνει πως προμηνύεται  η τέλεση  επικύρωσης του αβάσιμου αλυτρωτισμού και αναγνώριση του επιθετικού στρατιωτικοπολιτικού δόγματος των Σκοπίων μέσω του Ελληνικού κοινοβουλίου.

Τα Σκόπια θέλουν να αναγνωριστούν ως «ενιαίο εθνικό κράτος» (unitary state), ενώ έχει ήδη βρίσκονται υπο τις διασπαστικές πιέσεις μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού των Σκοπίων.
Θέλουν να αναγνωριστούν ως «έθνος μακεδόνων», ενώ μέρος του πληθυσμού του δηλώνουν μη μακεδόνες (Αλβανοί-Ιλλυριοί), ένα άλλο μέρος του πληθυσμού του δηλώνουν «Μακεδόνες» δηλαδή Βούλγαροι, ή φιλοβούλγαροι σε συνάφεια με την βουλγαρική καταγωγή και υποστηρικτές του “Ιλιντεντ” – ΕΜΑΕΟ, άλλοι δηλώνουν  μακεδόνες εκ της Αλβανίας  αλλά κι ένα τρίτο μέρος δηλώνουν μακεδόνες δηλαδή ΜΗ βούλγαροι ή μη σλάβοι ενώ μεταξύ αυτών υπάρχουν και άλλες μειονότητες. Αυτό το χάος αλλά και η “άγνοια” εν αντιθέσει του αυτοπροσδιορισμού μη “μακεδόνων” στα Σκόπια δεν γίνεται να «τακτοποιηθεί» με την παράδοση της ονομασίας “Μακεδονία” και κάποιες συνταγματικές  δήθεν εξασφαλίσεις.
Το μόνο που διαδραματίζεται είναι μια  παρά-διπλωματική συνεννόηση για την ενοποίηση πληθυσμών με μια ψευδή εθνοτική ταυτότητα «Μακεδόνων» που καταπιέζει τις πραγματικές εθνοτικές τους καταγωγές παραλλήλως διεκδίκησης εδαφών και πληθυσμών εκτός των κρατικών συνόρων του ενώ ακατανόητα προσπαθούν να σταθεροποιήσουν το ασταθέστερο κράτος στην περιοχή των Βαλκανίων με το πρόσχημα πως ο άμεσος αλυτρωτισμός “δεν είναι καθώς πρέπει” και η “ανατροπή του φιλικού κλίματος” δεν αρμόζουν ή θεωρητικά απαγορεύονται στις διεθνείς σχέσεις.

Η μόνη λύση καμία αναγνώριση Μακεδονικής εθνοτικής ταυτότητας και Έθνους- καμία παραχώρηση του όρου Μακεδονία για την ονομασία των Σκοπίων.  Ειδάλλως, παραδοχή της εσωτερικής κατάστασης των Σκοπίων και αυτοδιάλυση τους ή συνεννόηση του κρατιδίου με τους διεθνείς θεσμούς για κάποιο άλλο όνομα εκτός “μακεδονικών” παραγώγων.

ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ

loading...