Μυστική αποστολή στα Σκόπια 25 χρόνια πριν

Ο Βασίλης Πολίτης, υποπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού το 1994 ήταν ειδικός απεσταλμένος της κυβέρνησης στο γειτονικό κρατίδιο. Αποφάσισε να μιλήσει τώρα και να αποκαλύψει τη δράση του γιατί πιστεύει πως τα όσα είδε, όσα άκουσε και κυρίως όσα έγραψε στις αναφορές του μπορούν να βοηθήσουν την εθνική διαπραγμάτευση

Το 1994 ο Βασίλης Πολίτης τριγύριζε στα Βαλκάνια, συναντούσε τους πρωταγωνιστές του εν εξελίξει δράματος, πρόσωπα όπως ο Κίρο Γκλιγκόροφ, ο πατριάρχης Μιχαήλ, φανατικούς εθνικιστές από τις μειονότητες, Αμερικανούς και Ευρωπαίους πράκτορες, τους πάντες. Απευθείας στον Πολίτη είπε ο Γκλιγκόροφ: «θέλω να μεταφέρεις στην ελληνική κυβέρνηση το εξής μήνυμα: εμείς είμαστε σαν το μωρό, κλαίμε συνέχεια για να μας δώσουν γάλα. Εμείς λοιπόν κλαίμε -και ευτυχώς υπάρχουν πολλές τροφοί που θέλουν να δώσουν γάλα σε αυτό το μωρό».

Ο Γκλιγκόροφ έπαιζε σκληρά με την Ελλάδα, παρόλο που είχε πλήρη επίγνωση της ιδιαίτερα αδύναμης και ευάλωτης θέσης της νεογέννητης χώρας του. Στις αναφορές του ο Βασίλης Πολίτης επιβεβαίωνε, αφενός ότι ο Κίρο Γκλιγκόροφ ήταν αδιάλλακτος. Αντίθετα από τις φήμες, στην πραγματικότητα απέρριπτε την ονομασία «Σλαβομακεδονία» για το καινούριο κράτος, επέμενε στο καθαρό «Μακεδονία», αλλά ήθελε ταυτόχρονα να αποφύγει τη ρήξη με την Ελλάδα. Αφετέρου, όπως διαπίστωσε ο Πολίτης, υπήρχαν πολλές ξένες δυνάμεις που ήταν πρόθυμες, η καθεμία για τους δικούς της λόγους, να στηρίξουν τους Σκοπιανούς.

Αμερικανοί, Γερμανοί, Γάλλοι, Σαουδάραβες ακόμη και οι Ιάπωνες επιχειρούσαν ποικιλοτρόπως να διεισδύσουν στην ΠΓΔΜ. Παράλληλα το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα δήλωναν ότι μπορούσαν να εγγυηθούν τη ρευστότητα της σκοπιανής οικονομίας με δάνεια κ.ο.κ. Ομως ακόμη και τα σχολικά βιβλία για τα παιδιά των Σκοπίων, μέσω των οποίων κοινωνούσαν τον «μακεδονικό» πολιτισμό, τυπώνονταν εξόδοις της τράπεζας του Βατικανού.

Ο Πολίτης παρατηρούσε, κατέγραφε και κατόπιν επέδιδε, ως όφειλε, λεπτομερείς αναφορές στους ανωτέρους του. Το περιεχόμενό τους ήταν στοιχεία για την πολεμική υποδομή, την πολιτική και οικονομική κατάσταση, τις διαθέσεις, τη δράση και τις ιδέες σημαινόντων προσώπων. Δεν παρέλειπε τίποτα, όσο επουσιώδες και εάν φαινόταν σε πρώτη ανάγνωση, όπως π.χ. ότι σε κάποιο στρατόπεδο όπου Αμερικανοί στρατιωτικοί εκπαίδευαν τους ντόπιους, αναγνώρισε έναν πεζοναύτη. Ως πιλότος ελικοπτέρου που είχε συμμετάσχει στον πόλεμο του Ιράκ, ο Πολίτης είχε συνεργαστεί με τα κομάντο των ΗΠΑ. Στα Σκόπια, όμως, τα δεδομένα είχαν αλλάξει και ο Αμερικανός έκανε ότι δεν γνώριζε τον Ελληνα συνάδελφο και προ ολίγων ετών συμμαχητή του.

Ο Πολίτης ήταν ένας Ελληνας στρατιωτικός απεσταλμένος σε αλλεπάλληλες ειδικές αποστολές και κυκλοφορούσε στα Σκόπια, στη Βουλγαρία κ.α. μόνος, χωρίς καμία υποστήριξη ή κάλυψη. Οπως παρατήρησε αμέσως, από τότε υπήρχε παντού στα Σκόπια το όνομα «Μακεδονία». Χαρακτηριστικά, το άγαλμα του Μεγαλέξανδρου που σήμερα βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της πρωτεύουσάς τους, οι Σκοπιανοί τότε το είχαν τοποθετημένο έξω από τη Γευγελή. Με μια επιγραφή στη βάση του που είχε χαραγμένη τη λέξη «Σολούν» (Θεσσαλονίκη). Ο Πολίτης ήρθε αντιμέτωπος με τον απροκάλυπτο αλυτρωτισμό που διαλαλούσε αυτό το σύμβολο: Ενα κράτος εν τω γεννάσθαι είχε το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου να δείχνει προς τη Θεσσαλονίκη, με σαφείς διεκδικητικές προθέσεις.

Ο Πολίτης υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας φαινομένων που είχαν ξεπηδήσει σε εκείνη τη χρονική συγκυρία σαν παράσιτα σε έναν βαριά πάσχοντα οργανισμό όπως ήταν περιοχή των Βαλκανίων. Φαινόμενα που είχαν κάθε λόγο να παραμείνουν κρυφά. Αδιανόητα ήταν ούτως ή άλλως, όπως π.χ. τα φορτηγά που περνούσαν ανεξέλεγκτα τα σύνορα στους Ευζώνους μεταφέροντας, δήθεν, ανθρωπιστική βοήθεια για τη Σερβία. Στην πραγματικότητα έκαναν λαθρεμπόριο προϊόντων πρώτης ανάγκης, παράγοντας πλούτο για τους επιτήδειους με την ανοχή των αρχών, ένθεν κακείθεν της μεθορίου. Από αξιόπιστες μαρτυρίες ο Πολίτης έμαθε ότι τα φορτία με κονσέρβες παιδικής τροφής περιείχαν σφαίρες για πολυβόλα και νιτρική αμμωνία προς παρασκευή εκρηκτικών, αντί για κρέμες σε σκόνη όπως αναγραφόταν στη συσκευασία τους.

Είδε δεκάδες ρωσικά Lada Niva να μεταφέρουν στην ΠΓΔΜ, παράνομα αλλά ανενόχλητα από τους συνοριακούς ελέγχους, μπιτόνια και κάθε είδους δοχεία με καύσιμα.
Στις σημειώσεις του ο Βασίλης Πολίτης αποκάλυπτε την επιχειρηματική μηχανή που είχε στήσει ο Τζορτζ Σόρος κοντά στην ελληνική μεθόριο. Ο δαιμόνιος επιχειρηματίας, σε συνεργασία με τους Σκοπιανούς, είχε χρηματοδοτήσει με πάνω από 80 εκατ. δολάρια τη δημιουργία εγκαταστάσεων με τεράστιες δεξαμενές για την αποθήκευση καυσίμων.

Ηταν τα καύσιμα εκείνα που περνούσαν λαθραία τα ελληνικά σύνορα προερχόμενα από τη Βουλγαρία, την Τουρκία κ.α. και διανέμονταν παντού στα Βαλκάνια, φυσικά στη μαύρη και χρυσοφόρα αγορά. Στις ίδιες αναφορές υπήρχαν περιγραφές αναίσχυντης πολεμοκαπηλίας, όπως το συνοριακό παιχνίδι με τους πρόσφυγες που ωθούνταν τεχνηέντως προς την Ελλάδα, αλλά και την απόπειρα της Τουρκίας να εκμεταλλευτεί τον ξεριζωμό των μουσουλμάνων από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Οι Τούρκοι επεδίωκαν, με στρατηγικό σχεδιασμό των μετακινήσεων ολόκληρων πληθυσμών, τη δημιουργία μια νέας «Ανατολικής Θράκης».

Από μια άποψη, λόγω της ιδιότητάς του, ο Ελληνας αξιωματικός ήταν ο ιδανικός στόχος για την σκοπιανή αντικατασκοπία. Ανά πάσα στιγμή, ένας λόχος μυστικών πρακτόρων παρακολουθούσε κάθε κίνηση, σχεδόν κάθε ανάσα του. Για μερικές ημέρες, μάλιστα, η κυβέρνηση των Σκοπίων τού είχε παραχωρήσει ως ξεναγό μία ευπαρουσίαστη συνταγματάρχη, η οποία όμως δεν έκανε τίποτε άλλο από το να «ψαρεύει» τον Βασίλη Πολίτη σχετικά με το οπλοστάσιο της Ελλάδας. Μολονότι απέτυχε να εκμαιεύσει οποιαδήποτε πληροφορία, η Σκοπιανή είχε επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στις πυρηνικές κεφαλές των πάλαι ποτέ αμερικανικών βάσεων επί ελληνικού εδάφος, καθώς και στο εάν οι πύραυλοι ήταν στραμμένοι προς την ΠΓΔΜ.

Πώς η Ελλάδα έχασε τα Σκόπια

Υπ’ αυτές τις συνθήκες του στενού κατασκοπικού κλοιού, το στοίχημα για τον Βασίλη Πολίτη ήταν να αξιοποιήσει την υψηλά εξειδικευμένη του εκπαίδευση ώστε να καταφέρει να συγκεντρώσει ουσιώδεις ή και κρίσιμες πληροφορίες κάτω από τη μύτη των Σκοπιανών πρακτόρων. Ο Βασίλης Πολίτης δεν φορούσε μεν τη στολή του, αλλά και δεν παρίστανε τον μυστικό πράκτορα, τον «Τζέιμς Μποντ» σε αληθινή εκδοχή. Γιατί οι δικές του αποστολές δεν ήταν μυστικές. Ηταν «ειδικές», επίσημες – και παρ’ όλα αυτά επικίνδυνες.

Τους πρώτους μήνες του 1994 κάθε άλλος Ελληνας, από τον πρόξενο έως τους επιχειρηματίες που είχαν αναπτυχθεί προηγουμένως στο νεοφώτιστο κράτος της ΠΓΔΜ, είχαν αποχωρήσει από εκεί άρον άρον. Η Ελλάδα είχε τιμωρήσει τα Σκόπια με εμπάργκο στις εμπορικές συναλλαγές, ένα μέτρο που, υποτίθεται, θα γονάτιζε την ούτως ή άλλως ασταθή οικονομία της αυθάδους γείτονος που επέμενε να αυτοαποκαλείται «Μακεδονία». Ωστόσο, με τις αποστολές και τις αυτοψίες του ο Πολίτης αποδείκνυε ότι το εμπάργκο ήταν διάτρητο, οι Σκοπιανοί δεν αντιμετώπιζαν σοβαρές ελλείψεις στην αγορά και ότι το λαθρεμπόριο οργίαζε. Το κυριότερο ήταν όμως ότι η Ελλάδα είχε κάνει έξωση στον εαυτό της από την οικονομική δραστηριότητα -και την εκ των πραγμάτων διείσδυση- στα Σκόπια.

Παρ’ όλα αυτά, ο συγκεκριμένος Ελληνας αξιωματικός, μέσα σε ένα εξαιρετικά εχθρικό κλίμα κατόρθωσε να συναντηθεί με τον Σκοπιανό ηγέτη Κίρο Γκλιγκόροφ, με στελέχη της κυβέρνησής του, αλλά και πάμπολλους ακόμη αξιωματούχους. Κάθισε στο ίδιο τραπέζι με τους διοικούντες ένα κράτος που κοιτούσε τον κόσμο κυριολεκτικά σαν νήπιο, καχύποπτα αλλά και υστερόβουλα, με το ένστικτο της επιβίωσής του σε πλήρη εγρήγορση. Ο Πολίτης υπήρξε ο Ελληνας που είχε το παράξενο προνόμιο να διακρίνει τον καθαρό τρόμο για το μέλλον στις αντιδράσεις της σκοπιανής ηγεσίας.

Ο μεγαλύτερος φόβος του Γκλιγκόροφ ήταν ότι η Ελλάδα από Νότο και η Σερβία από τον βορρά θα κατάπιναν την ΠΓΔΜ πριν προλάβει να αποκτήσει υπόσταση ως ανεξάρτητο κράτος. Ο Γκλιγκόροφ, όπως άφησε να εννοηθεί συζητώντας με τον Βασίλη Πολίτη στη διάρκεια των δύο συναντήσεων που έγιναν μεταξύ τους, θεωρούσε ότι υπήρχε σχέδιο για μια συντονισμένη διπλή επίθεση, ως αποτέλεσμα μιας μυστικής συμφωνίας. Ο Σκοπιανός ηγέτης υπέθετε ότι οι Ελληνες και οι Σέρβοι του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς είχαν συνάψει ανίερη συμφωνία για να αφανίσουν την ΠΓΔΜ. Ταυτόχρονα, ο Γκλιγκόροφ φοβόταν, σχεδόν εξίσου, την απόσχιση των αλβανικής καταγωγής πληθυσμών και την προσχώρησή τους σε μια εκκολαπτόμενη «Μεγάλη Αλβανία».

Οπως διηγείται ο Βασίλης Πολίτης, «στην αποστολή μου στα Σκόπια τον Απρίλιο του ’94 είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με έναν ρεαλιστή πολιτικό, τον Χάρι Κοστόφ. Ηταν ελληνικής καταγωγής -το όνομά του κανονικά ήταν Χαρίλαος Κωστίκας- και ήταν ίσως ο μόνος που μου φέρθηκε με ειλικρινή φιλική διάθεση. Με κάλεσε για φαγητό στο σπίτι του, ήταν παντρεμένος με Ελληνίδα και τα παιδιά του τα είχε βαφτίσει Γιώργο και Ηλία. Το 2004 θα γινόταν πρωθυπουργός για μερικούς μήνες, εγώ όμως το 1994 τον γνώρισα ως υφυπουργό Οικονομικών. Ο Κοστόφ, λοιπόν, μου είπε ξεκάθαρα ότι η καλύτερη λύση για το Σκοπιανό θα προέκυπτε αβίαστα, με την ”οικονομική εισβολή” από την Ελλάδα. Μιλούσε για εγκατάσταση ιδιωτικών τραπεζών, εταιρειών πετρελαιοειδών, τροφίμων κ.λπ. στην παρθένα αγορά των Σκοπίων. Αντί γι’ αυτό όμως, εμείς επιλέξαμε το εμπάργκο, στο οποίο εγκλωβιστήκαμε οι ίδιοι χωρίς κανένα αντίκρισμα».

Βαλκανικό γουέστερν

Ο υποπλοίαρχος Πολίτης του Ελληνικού ΠΝ επέμενε να συλλέγει δεδομένα από οποιαδήποτε πηγή, είτε αυτή ήταν ο πανίσχυρος φανατικός εθνικιστής αρχιεπίσκοπος Σκοπίων Μιχαήλ, είτε οι δήμαρχοι-ηγετίσκοι των αλβανόφωνων πόλεων Τέτοβο, Γκόστιβαρ και Ντεμπάρ στα δυτικά της ΠΓΔΜ, ή ο ηγέτης της μαχόμενης αντιπολίτευσης: – «Δεν φοβάσαι που έρχεσαι να δεις τον αρχηγό του εθνικιστικού κόμματος VMRO της Μακεδονίας μέσα στο αρχηγείο του;» – «Οχι. Γιατί να φοβηθώ; Εσύ όμως δεν φοβάσαι που έχεις μπροστά σου έναν αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού, με 250 ετοιμοπόλεμα αεροπλάνα F-16 κάτω στην Ελλάδα;». Αυτό το λεκτικό μπρα-ντε-φερ ανάμεσα σε δύο άντρες που ανταλλάσσουν ελάχιστα συγκεκαλυμμένες απειλές με κινηματογραφικό τρόπο είναι μέρος ενός πραγματικού διαλόγου. Κι αυτό που του προσδίδει θανάσιμη χροιά είναι η χρονική στιγμή κατά την οποία διαμείφθηκε: Απρίλιος του 1994, με τα Βαλκάνια σε κατάσταση κοσμογονικού Big Bang.

Ας αποκαλυφθούν τα πρόσωπα: Από τη μία στέκει ο Λιούμπτσο Γκεοργκιέφσκι, μετέπειτα πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ. Και από την άλλη ο Βασίλης Πολίτης, μάχιμος υποπλοίαρχος του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Είναι ο άνθρωπος που διηγείται σήμερα, για πρώτη φορά, στο «ΘΕΜΑ» λεπτομέρειες από τις τρεις ειδικές αποστολές που εξετέλεσε στα Σκόπια εκείνη την ταραγμένη και αλλοπρόσαλλη εποχή.

Πρόκειται για μία περίοδο κατά την οποία η ΠΓΔΜ έκανε τα πρώτα της αβέβαια βήματα ως αυτόνομου κράτους, αμέσως μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Ηδη, όμως, όπως αναλύει ο Βασίλης Πολίτης, οι Σκοπιανοί είχαν επιλέξει μεθοδικά να παίξουν με τόλμη το παιχνίδι της βάφτισης του κράτους τους με το όνομα «Μακεδονία». Και, κατά την άποψη του Πολίτη, «η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε λύσει από τότε, άπαξ και διά παντός, αλλά και απολύτως επωφελώς για τα εθνικά μας συμφέροντα το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Αντί να περιμένουν την αυτοδιάλυση της ΠΓΔΜ, οι ελληνικές κυβερνήσεις θα έπρεπε να εκμεταλλευτούν την ανασφάλεια των Σκοπιανών και να επιβάλουν μια ονομασία που δεν θα περιελάμβανε τη λέξη ”Μακεδονία”.

Αλλά αντί γι’ αυτό οι Ελληνες πολιτικοί προτίμησαν να σπρώχνουν μονίμως το ζήτημα κάτω από το χαλί, αναβάλλοντας διαρκώς να επιδιώξουν μια λύση. Και να το παρουσιάζουν όχι σαν πρόβλημα για την ασφάλεια στα Βαλκάνια και την Ευρώπη όπως ήταν, αλλά σαν ένα ζήτημα διμερές, που αφορούσε μόνο την Ελλάδα και τα Σκόπια. Οπότε φτάσαμε σήμερα να βλέπουμε την κυβέρνηση, για λόγους εντυπώσεων, να επαίρεται ότι λύνει το πρόβλημα. Αποδεχόμενη όμως, κατά τα φαινόμενα, το ”Νέα Μακεδονία”, δηλαδή ένα όνομα που δικαιώνει τους Σκοπιανούς. Οι οποίοι, όπως είδα με τα μάτια μου και έγραψα στις αναφορές μου ήδη από τότε, από το 1994, είχαν καθιερώσει παντού, στην εκπαίδευση, στην τυποποίηση των προϊόντων τους, στην επικοινωνία, σε κάθε διεθνή αναφορά στο κράτος τους, την ονομασία ”Μακεδονία”. Και αυτό δεν ξε-μαθαίνεται, μια ολόκληρη γενιά έχει γαλουχηθεί με αυτό, έχει καθιερωθεί πια στην πράξη».

Επιστρέφοντας στο περιστατικό με τον επικεφαλής του VMRO, ο Βασίλης Πολίτης περιγράφει ότι «το γραφείο του Λιούμπτσο Γκεοργκιέφσκι βρισκόταν σε μια παλιά οικοδομή. Τον φύλαγαν δύο τύποι ζωσμένοι με πιστόλια, σαν καουμπόηδες». Και ο υποναύαρχος εν αποστρατεία πλέον, Πολίτης, συνεχίζει λέγοντας ότι «όταν του είπα για τα F-16, ο Γκεοργκιέφσκι έβαλε τα γέλια. ”Ωραία τα λες” μου πέταξε, «αλλά όταν θα γίνω εγώ πρωθυπουργός, τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου όπως τα βλέπεις σήμερα».

Οπως θυμάται 23 χρόνια μετά, όταν κλήθηκε αρμοδίως να μεταφέρει τις εντυπώσεις του από αυτήν και άλλες συναντήσεις που είχε στα Σκόπια, ο Βασίλης Πολίτης πληροφόρησε τους προϊσταμένους του ότι «ο Γκεοργκιέφσκι ήταν ένας ανιστόρητος, αμόρφωτος νεαρός -περίπου 30 ετών τότε- ο οποίος, εκμεταλλευόμενος το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του λαού των Σκοπίων, με ακραία λαϊκίστικη ρητορική, αναδείχθηκε σε ηγέτη του αντιπολιτευόμενου κόμματος. Στον θυρεό του VMRO είχε προσθέσει και τον ήλιο της Βεργίνας. Τον θεωρούσα βασικό εχθρό της Ελλάδας, γιατί ήταν πεπεισμένος ότι σχεδιάζαμε επίθεση στην ΠΓΔΜ μαζί με τον Μιλόσεβιτς, οπότε κι αυτός με αντιμετώπισε εχθρικά, εξαπολύοντας απειλές κ.λπ. Αργότερα έκανε δηλώσεις του τύπου ”όταν εγώ γίνω πρωθυπουργός εμείς οι Μακεδόνες θα φτάσουμε στη Σολούν”, δηλαδή τη Θεσσαλονίκη. Ακόμη και ο Γκλιγκόροφ τον ειρωνευόταν, επειδή υπήρχε ένα πασίγνωστο καφενείο στα Σκόπια που λεγόταν Σολούν. Ελεγε στον Γκεοργκιέφσκι ”εννοείς ότι, εάν πάρεις την εξουσία, θα φτάσεις ως το καφενείο;”»

«Βασίλη, ξέχνα την ονομασία»

Ο Βασίλης Πολίτης, εκτός από τη λαμπρή του κατάρτιση ως στρατιωτικού καριέρας στην Ελλάδα και το εξωτερικό, το 1994 ανήκε στον θύλακα συλλογής πληροφοριών (Info cell) της Αποστολής Παρακολούθησης που είχε δημιουργήσει, ειδικά για την συστηματική παρατήρηση της εκρηκτικής κατάστασης στη Βαλκανική, η Ευρωπαϊκή Ενωση. Το αρχηγείο της λεγόμενης ECMM (European Community Monitor Mission) βρισκόταν στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας. Ο πρέσβης της Ελλάδας στη Σερβία Κωνσταντίνος Γεροκωστόπουλος είχε αναθέσει στον Βασίλη Πολίτη τη διαχείριση κάθε πληροφορίας που αφορούσε στην Βουλγαρία, την Αλβανία, τα Σκόπια και τη Σερβία. Ταυτόχρονα, ένας άλλος επίλεκτος αξιωματικός του ΠΝ, ο επίσης μάχιμος αντιπλοίαρχος Βασίλης Ντερτιλής, είχε αναλάβει καθήκοντα αντίστοιχα με αυτά του Πολίτη, αλλά για την Αλβανία και τη Σερβία.

«Οι αναφορές που συνέταξα ύστερα από τις τρεις ειδικές αποστολές μου ήταν όσο πιο αναλυτικές γινόταν» σχολιάζει ο Βασίλης Πολίτης. Εύλογα υποθέτει κανείς ότι περιείχαν πολύ σημαντικά στοιχεία για την εθνική αλλά και την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Εξίσου εύλογα όμως θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί ποτέ αυτές οι αναλυτικές αναφορές δεν αξιοποιήθηκαν ουσιωδώς από την ελληνική πολιτική ηγεσία. Αφού ολοκλήρωσε τις ειδικές αποστολές του στα Σκόπια, ο Πολίτης πήρε την πρωτοβουλία να αποταθεί στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας κατά την περίοδο που ανέκυψε με ένταση το σκοπιανό. Εχοντας χάσει την εξουσία από τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο Μητσοτάκης το 1994 είπε στον Πολίτη ότι «ως ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το Σκοπιανό δεν είναι η πρώτη μου προτεραιότητα. Τα ελληνοτουρκικά προέχουν».

Οπως τονίζει ο Βασίλης Πολίτης, εάν αποφάσισε σήμερα να αποκαλύψει την άγνωστη δράση του ως ειδικού απεσταλμένου της Ελλάδας (και της Ε.Ε.) στα Σκόπια πριν από 23 χρόνια «είναι γιατί θα ήθελα να συνεισφέρω στην επίλυση του προβλήματος γύρω από την ονομασία. Διότι, κατά τη γνώμη μου, το ”Νέα Μακεδονία” δεν είναι λύση και θα πρέπει το όλο ζήτημα να τεθεί από την αρχή, σε μηδενική βάση. Ομως αυτό είναι κάτι που δεν έγινε ποτέ, ανέκαθεν το ”δόγμα” της ελληνικής πλευράς ήταν ότι η ΠΓΔΜ θα καταρρεύσει από μόνη της, είναι ένα θνησιγενές ψευδεπίγραφο υβριδικό κρατίδιο κ.λπ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντηση που έλαβα από πολιτικό μου προϊστάμενο, όταν ρώτησα ”ποια είναι, επιτέλους, η επίσημη θέση της ελληνικής κυβέρνησης για την ονομασία των Σκοπίων;’’ Αυτό που άκουσα ήταν: ”άσε το αυτό τώρα. Ξέχασέ το”»

loading...