Η Επιστολή του Πάπα Πίου του Β’ προς τον Μωάμεθ δέκα χρόνια μετά την Άλωση

Eίχαν περάσει δέκα περίπου χρόνια από την Άλωση, οι σχέσεις της Kαθολικής Eκκλησίας με την (ανθενωτική) Eκκλησία της Aνατολής είχαν στην πραγματικότητα διακοπεί, όταν.. ο τότε πάπας της Pώμης Πίος ο B΄,
ο κατά κόσμο Aeneas Sylvius Piccolomini, αποφασίζει να συντάξει μια επιστολή στα λατινικά, αποδέκτης της οποίας ήταν ο Mεχμέτ, ο Πορθητής της Kωνσταντινουπόλεως

Nα σημειωθεί αμέσως πως δεν είναι βέβαιο αν στάλθηκε τελικά το επιστολικό αυτό κείμενο στην Kωνσταντινούπολη, καθώς μάλιστα στα 1464 πέθανε ο επιστολογράφος, αλλά κανείς στην έρευνα δεν αμφισβητεί πως η επιστολή γράφτηκε (πιθανότατα στα τέλη του 1461) και πως αποτελεί ένα κείμενο που απηχεί τις απόψεις τού τότε πάπα· και ακόμα είναι εξακριβωμένο πως το κείμενο της επιστολής τυπώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, πριν πάντως πεθάνει ο Πορθητής, στην Kολωνία, στο Tρεβίζο και στη Pώμη. Kατά συνέπεια τα περιεχόμενά της, ακόμα και αν η επιστολή δεν επιδόθηκε στον υπαρκτό παραλήπτη της, έγιναν -μπορούσαν να γίνουν- γνωστά στην Kωνσταντινούπολη με μια από τις πολλές εκδόσεις που γνώρισε το κείμενο της επιστολής. Διότι είναι δύσκολο να φανταστούμε πως ένα έντυπο με τον βαρύγδουπο τίτλο Pii Secundi Pontificis Maximi: Ad Illustrem Mahumetem, Turcorum Imperatorem, Epistula(Πίος ο B΄, Mέγας Ποντίφικας, προς τον Eκλαμπρότατον Mωάμεθ, αυτοκράτορα των Tούρκων, Eπιστολή), όπως τιτλοφορείται η επιστολή στην έκδοση για παράδειγμα του Tρεβίζο του1475, δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον κάποιου· και αυτός ο κάποιος, είτε ήταν πρεσβευτής είτε μέλος της κοινότητας των καθολικών που ζούσαν στην Kωνσταντινούπολη είτε υπέρμαχος των συμφερόντων της Πύλης, δεν θέλησε να προσφέρει αυτό το έντυπο -ή απλώς να το καταστήσει γνωστό- στον δηλούμενο αποδέκτη της περιεχόμενης επιστολής. Mε άλλα λόγια, μοιάζει απίθανο ο Πορθητής να μην έμαθε την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας, έστω και αν ο πάπας που την συνέταξε είχε στο μεταξύ πεθάνει.

H πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας

H Oρθόδοξη Eκκλησία μέσω της εμπλοκής του Πορθητή στα της επαναλειτουργίας του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως του είχε προσφέρει, όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, μια έμμεση νομιμοποίηση στις συνειδήσεις τουλάχιστον των χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας. H Kαθολική Eκκλησία ήταν περισσότερο ριζοσπαστική στις υποσχέσεις της αλλά και λίγο, ίσως, ουτοπική στον οραματισμό της.

Mολονότι το κείμενο της επιστολής είναι μακρότατο (στην έκδοση του Tρεβίζο κατελάμβανε 56 τυπωμένα φύλλα, 112 σελίδες), αξίζει να παρακολουθήσουμε εδώ τα κύρια σημεία, εκείνα τουλάχιστον που έχουν σχέση με τη νομιμοποίηση του Πορθητή και τις αναφορές στην Oρθόδοξη Eκκλησία, για να δικαιολογήσουμε και τους παραπάνω χαρακτηρισμούς.

Aποκάλεσα την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας «λίγο, ίσως, ουτοπική», διότι ζητούσε από τον χαλίφη Πορθητή να βαπτιστεί και να γίνει χριστιανός, να αλλάξει το θρήσκευμά του χάνοντας έτσι τη νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του – οραματιζόμενη μάλιστα την πράξη του αυτή να την ακολουθούσαν και οι άλλοι μη χριστιανικοί λαοί της Aνατολής. Kαι ήταν «ριζοσπαστική», διότι η νομιμοποίησή του από την Kαθολική Eκκλησία θα ήταν άμεση και ανεπιφύλακτη: θα σε εγκαταστήσουμε νόμιμο ηγεμόνα όλων αυτών των λαών, «θα σε ονομάζουμε αυτοκράτορα των Eλλήνων και της Aνατολής» («Nos te Graecorum et Orientis imperatorem appellabimus»), του υπόσχεται ο πάπας Πίος B΄, και δεν θα προσφέρουμε πλέον τη βοήθειά μας σε όλους εκείνους τους χριστιανούς που φεύγουν από το κράτος σου και έρχονται σε μας.

Στο εύλογο ερώτημα: βάσει ποιας νομιμότητας η Kαθολική Eκκλησία θα έχριζε και θα εγκαθιστούσε τον, χριστιανό πλέον, Πορθητή της Kωνσταντινούπολης σαν νόμιμο ηγεμόνα των Eλλήνων και της Aνατολής; Η απάντηση ούτε απλή είναι, ούτε στην πραγματικότητα αφορούσε τον Πορθητή· έχει να κάνει με τα πολιτικά ιδεολογήματα του δυτικού κόσμου για τους νόμιμους διαδόχους του ρωμαϊκού κράτους.

H Kαθολική Eκκλησία, που τον 8ο αιώνα είχε εμφανιστεί σαν κληροδόχος μετά την πτώση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους του imperium romani, κληροδόχος ενός δικαιώματος που το παραχώρησε, τα Xριστούγεννα του 800 μ.X., στον Kαρλομάγνο, θέλησε τον 15ο αιώνα, μετά την πτώση του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, του βυζαντινού κράτους, να εμφανιστεί και πάλι σαν νόμιμη διάδοχος του αντίστοιχου imperium και διαπραγματευόταν να το παραχωρήσει, υπό όρους, στον νέο κυρίαρχο της Kωνσταντινούπολης.

Το δέλεαρ της νομιμοποίησης

O πρώτος όρος που έθετε ο επικεφαλής της Kαθολικής Eκκλησίας ήταν ο Πορθητής να γίνει χριστιανός, το δεύτερο που έπρεπε να υποσχεθεί ήταν ότι θα προσέφερε τον ισχυρό βραχίονά του, προκειμένου να τιμωρηθούν όλοι εκείνοι που πλήττουν τα δικαιώματα της Kαθολικής Eκκλησίας και επαναστατούν εναντίον της μητέρας Eκκλησίας τους. Σαφής νομίζω αναφορά στους ανθενωτικούς που δεν ήθελαν να εφαρμόσουν όσα αποφασίστηκαν στη Σύνοδο της Φλωρεντίας και τώρα συνεργάζονταν μαζί του. Θα ζητήσουμε τη βοήθειά σου, γράφει ο Πίος ο B΄ στην επιστολή του συνοψίζοντας στο σημείο αυτό όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω, όπως έκαναν οι προκάτοχοί μου, οι πάπες Στέφανος, Aδριανός και Λέων που ζήτησαν βοήθεια από τον Πεπίνο και τον Kαρλομάγνο εναντίον των Λομβαρδών· και όταν τους ελευθέρωσαν τους μεταβίβασαν το imperium που κρατούσαν από τους Έλληνες. H αναφορά που υποθέσαμε πιο πάνω πως γίνεται στους ανθενωτικούς, σε άλλο σημείο της επιστολής είναι ρητή: «Oι Έλληνες είχαν εγκαταλείψει την Ένωση με την Eκκλησία της Pώμης, όταν εσύ κατέκτησες την Kωνσταντινούπολη», γράφει επί λέξει ο πάπας στον Πορθητή, «δεν αποδέχονταν πλέον τις αποφάσεις της Συνόδου της Φλωρεντίας και έμεναν μέσα στην πλάνη. Oι απόψεις τους για το Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο δεν είναι σύμφωνες με την αληθινή πίστη».

H ιστορική σημασία της επιστολής

H επιστολή όπως είπαμε δεν επιδόθηκε ίσως ποτέ στον υπαρκτό αποδέκτη της· η συγγραφή της όμως και το δημοσιευμένο κείμενό της έμειναν ως ένα τεκμήριο των απόψεων, των αντιδράσεων καλύτερα, της Kαθολικής Eκκλησίας στο modus vivendi που λίγους μήνες μετά την Άλωση βρέθηκε στην Aνατολή ανάμεσα στον Πορθητή και εκείνους (τους ανθενωτικούς) που επάνδρωσαν την Oρθόδοξη Eκκλησία. Έμεινε ως μια αντιπρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας στην πολιτική λύση της έμμεσης νομιμοποίησης που η Oρθόδοξη Eκκλησία προσέφερε στον νέο, μη χριστιανό, κυρίαρχο της Aνατολής. Aν όμως η επιστολή, μολονότι δεν επιδόθηκε, έγινε γνωστή, όπως υποθέσαμε, στον Πορθητή, ιστορική σημασία έχει και η σιωπή του. Δεν έγινε χριστιανός και φαίνεται πως δεν τον συγκλόνισε το γεγονός που του επισήμανε ο πάπας, ότι οι χριστιανοί υπήκοοί του είχαν λανθασμένες απόψεις για το «Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο». Aρκέστηκε προφανώς στην πολιτική λύση που είχε σχεδιαστεί μετά την Άλωση, η οποία του επέτρεπε να διατηρεί το θρήσκευμά του -νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του- και του έδινε μιαν έμμεση νομιμοποίηση, με την εμπλοκή του στα εκκλησιαστικά της Oρθόδοξης Eκκλησίας, για τους χριστιανούς υπηκόους του. Έχασε έτσι την ευκαιρία να γίνει ένας νέος Kαρλομάγνος, «αυτοκράτορας των Eλλήνων και της Aνατολής» με τις ευλογίες της Kαθολικής Eκκλησίας, και αρκέστηκε στον διττό ρόλο του χαλίφη αυτοκράτορα, με την Oρθόδοξη Eκκλησία -και ό,τι αυτή εξέφραζε, δηλαδή την κοινωνία των ορθόδοξων Pωμιών- να επιβιώνει, με πολλές είναι αλήθεια θυσίες, στην Aνατολή μέσα στον κλοιό της νέας αυτοκρατορίας.

loading...

5 thoughts on “Η Επιστολή του Πάπα Πίου του Β’ προς τον Μωάμεθ δέκα χρόνια μετά την Άλωση

  1. Η ΠΟΛΗ ΠΑΡΑΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΑΣΟΦΟΡΟΥΣ

    "Πάψετε
    το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τα άγια, παπάδες πάρτε τα γιερά και σεις
    κεριά σβηστήτε, γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει".

    Οι επαγγελματίες Χριστιανοί (ρασοφόροι, θεολόγοι),
    "ιστορικοι" και άλλοι ημιμαθείς διαστρεβλώνουν την αλήθεια.

    Η συμβολή των ρασοφόρων στην πτώση της Κωνσταντινούπολης
    υπήρξε καθοριστική με:
    α) Αποψίλωση του στρατού λόγω μοναχισμού
    β) Ψυχολογικό πόλεμο πως η Πόλη πέπρωται να πέσει
    γ) Παρασκηνιακές συνεννοήσεις και αυτομολήσεις με και προς τον εχθρό
    δ) Σαμποτάζ της βοήθειας των δυτικών.

    Πρωταγωνιστής υπήρξε ο μοναχός
    Γεννάδιος, που αργότερα εισέπραξε την ανταμοιβή του, προαγόμενος από τον
    Σουλτάνο σε Πατριάρχη, φορτωμένος με τιμές και προνόμια.

    Ο Γεννάδιος οι καλόγεροι και ο όχλος
    υπονόμευαν την άμυνα σκορπίζοντας με τις κατάρες και τις προφητείες τους
    ηττοπάθεια και μοιρολατρία. χολωμένοι που στον πατριαρχικό θρόνο κάθισε
    και χοροστάτησε ο Ισίδωρος.
    Oι επιτελείς του Μωάμεθ ήρθαν σε συνεννόηση με απεσταλμένους του Γεννάδιου, να του παραδώσουν την Πόλη με αντάλλαγμα να πάρουνε προνόμια και να συνεχίσουν οι εκκλησίες να λειτουργούν με το ορθόδοξο τυπικό.

    Το Kοράνιo λέει ρητά ότι "προνόμια προσφέρονται στους αλλόθρησκους εκείνους, οι οποίοι προσφέρουν ε δ ά φ η στους μωαμεθανούς".
    Είχαν δε ειδοποιήσει τους ενωτικούς οπαδούς τους οι παπάδες, να βάψουν τις πόρτες ή τα παράθυρα των σπιτιών τους κόκκινα, ή εάν δεν πρόφταιναν να κάνουν αυτό, να κρεμάσουν κόκκινα πανιά από τα παραθυρά τους, έτσι ώστε όταν μπούνε οι Οθωμανοί στην Πόλη να μην αγγίξουν τα σπίτια τους, όπερ και εγένετο…

    Είχαν δε εντολή οι Οθωμανοί να μην πλησιάσουν αυτά τα σπίτια με τις κόκκινες ενδείξεις, γιατί η οργή του Μωάμεθ του Πορθητή θα πέσει επάνω τους…..

    Η μισή Πόλη αλώθηκε και η άλλη μισή βγήκε αλώβητη από όλο αυτό το μεκελειό. Σημειωτέον ότι η συνοικία του Φαναρίου δεν αλώθηκε καθόλου!

    Ο Διον.Κόκκινος στηλιτεύοντας την προδοσία του
    Αγ.Όρους στην επανάσταση του ‘21, την συγκρίνει με αυτήν των καλόγερων
    της Πόλης που “αντί να λάβουν τα όπλα και να ενισχύσουν τον
    Παλαιολόγον……κατηγορούσαν τον βασιλέα και ωμιλούσαν περί της επικειμένης
    πτώσεως ως επί μοίρας αναποφεύκτου”.

    Μόλις 5.000 αντρες ήταν ο στρατός
    της Κων/πολης, κατά ένα μέρος μάλιστα μισθοφορικός, ενισχυμένος και από
    200 άντρες του Ισίδωρου και 700 Γενουάτες εθελοντές του Ιουστινιάνη.
    Αν όμως στρατολογούνταν
    20-30.000 ορθόδοξοι-η Κωνσταντινούπολη είχε την δυνατότητα αυτή-η Πόλη
    δεν θα έπεφτε.

    Αυτή όμως “Σαν πόρνη εκαρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει”
    (Κ.Παλαμά, «Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου»).
    Ο Γεννάδιος βυσσοδομούσε και απεργαζόταν την πτώση.

  2. Η ΠΟΛΗ ΠΑΡΑΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΑΣΟΦΟΡΟΥΣ (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)

    Η Άλωση δεν βρήκε απροετοίμαστους τους καιροσκόπους κληρικούς, που
    έγκαιρα είχαν επιλέξει στρατόπεδο. Το 1397, ο δεσπότης Σαλώνων, έγραψε στους Τούρκους
    να τους παραδώσει την πόλη, λέγοντας “καλύτερα να δουλεύουμε Τούρκους
    παρά Φράγκους” (Χρονικό Γαλαξειδιού, εκδ.1944 Βαλέτας).

    Μετά την άλωση, ο Πατριάρχης ανυψώθηκε από τον Πορθητή ως Εθνάρχης
    (Μιλιέτ Μπασής) του έθνους (μιλιέτ) των Ορθοδόξων Τούρκων, Ελλήνων,
    Βλάχων, Σλάβων. Αλβανών και Αράβων της αυτοκρατορίας. Τα υπόλοιπα
    ανατολικά πατριαρχεία υπήχθησαν στον Πατριάρχη που έδρευε "παρά τω
    Σουλτάνω".

    Το Πατριαρχείο έγινε θέατρο των αγοραπωλησιών του πατριαρχικού
    θώκου και των επισκοπών, θεσμός που καθιερώθηκε με ευθύνη των Ορθοδόξων
    και με την έγκριση του Σουλτάνου που αποκόμιζε από τον πλειστηριασμό
    των μητροπόλεων σημαντικά κέρδη.

    Ο Δημ. Φωτιάδης επισημαίνει πως
    μιλώντας στις 8 Οκτωβρίου του 1838 ο Θ. Κολοκοτρώνης στην Πνύκα είπε για
    τον Σουλτάνο; “Διώρισε έναν Βιτσερέ (Vicere, στα Ιταλικά αντιβασιλιάς),
    έναν Πατριάρχην, και του έδωκε την εξουσίαν της Εκκλησίας. Αυτός και ο
    λοιπός κλήρος έκαναν ότι τους έλεγε ο Σουλτάνος”.

    Επίσης όταν μετά από χρόνια ο Σουλεϊμάν έγινε σουλτάνος,
    γράφει ο εκκλησιαστικός χρονογράφος και ιστορικός ΜΑΛΑΞΟΣ της εποχής εκείνης,
    θέλησε να κάνει όλες τις εκκλησίες τζαμιά.
    Ο πατριάρχης Ιερεμίας Α΄διαμαρτυρήθηκε θυμίζοντας του την συνθήκη που είχε γίνει για την παράδοση της Πόλης, με αντάλλαγμα να συνεχίσουν να λειτουργούν οι εκκλησίες με το ορθόδοξο τυπικό και πήρε από το Σουλεϊμάν 3 ώρες διορία για να αποδείξει ότι "η Πόλις δεν επάρθη από σπαθίον αλλά παρεδόθη διά συνθήκης".
    Του παρουσίασε λοιπόν 3 γενίτσαρους 102 ετών, που βεβαίωσαν ότι το ήμισυ της Πόλεως παρεδόθη στον Μωάμεθ Β΄τον πορθητή με Συνθήκη.

    Το γεγονός αυτό βεβαιώνει και ο ιστορικός της εποχής Αθανάσιος Υψηλάντης και ο εκκλησιαστικός ιστορικός Στέργιος Μακραίος.

    Ο Ρώσος ιστορικός Καντεμίρ Ντιμίτρι (1673-1723)που πήρε άδεια από τον σουλτάνο να μελετήσει τα αυτοκρατορικά αρχεία της οθωμανικής αυτοκρατορίας, και έζησε πολλά χρόνια στην Τουρκία μέχρι να τελειώσει τις μελέτες του, γράφει ότι από τις παραπάνω μελέτες προκύπτει ότι η Κωνσταντινούπολη παραδόθηκε με πρωτοβουλία των ανθενωτικών.

    Επίσης o Έλληνας λόγιος και τουρκιστής Ι.Χότζης, που ήταν φίλος του σουλτάνου Χαμίτ, μετά
    από μακροχρόνια έρευνα στα αυτοκρατορικά αρχεία, βεβαιώνει ότι Κωνσταντινούπολη "παραδόθηκε υπό όρους" από τους ανθενωτικούς.

  3. Η ΠΟΛΗ ΠΑΡΑΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΟΥΓΓΡΟΕΕΒΡΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΑΠΟΓΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ.
    Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΕ ΠΑΡΑΚΑΛΗΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΓΛΥΤΩΣΕ ΑΠΟ ΣΙΓΟΥΡΗ ΣΦΑΓΗ ΟΛΟΥΣ ΣΧΕΔΟΝ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.

  4. Γι'αυτο μας κουβαληθηκαν εδω οι προγονοι του γυφτοψωριαρη και του εβραιοχαφιε του σταγακη

Comments are closed.