Ωρα να τελειώσει η «βολική» ανοχή στον νόμο της σαρίας

Στο παρά πέντε άλλης μιας βέβαιης καταδίκης της Ελλάδας και μετά από σχεδόν έναν αιώνα «βολικής» ανοχής της εφαρμογής του νόμου της σαρίας για τους μουσουλμάνους πολίτες της Θράκης, ήρθαν οι ανακοινώσεις-δεσμεύσεις του πρωθυπουργού για τη σταδιακή κατάργηση της υποχρεωτικότητας του αναχρονιστικού νόμου.

Στις 6 Δεκεμβρίου συζητιέται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου μια υπόθεση κληρονομικού δικαίου από τη Θράκη. Ο λόγος που η υπόθεση αυτή φτάνει στο Στρασβούργο είναι γιατί η ελληνική Δικαιοσύνη δεν αναγνώρισε το δικαίωμα μουσουλμάνου πολίτη της Θράκης να συντάξει πριν πεθάνει διαθήκη σε συμβολαιογράφο, προκειμένου να διασφαλιστεί η επιθυμία του να κληρονομήσει όλη την περιουσία του η σύζυγός του.

Ο Αρειος Πάγος θεώρησε λοιπόν ότι η διαθήκη θα έπρεπε να κριθεί άκυρη και ότι αρμόδιος για να υποδείξει τους κληρονόμους ήταν ο μουφτής-ιεροδίκης με βάση τον νόμο της σαρίας. Με αυτόν τον τρόπο θα κληρονομούσαν από την περιουσία του θανόντος και οι αδελφές του, οι οποίες είχαν προσβάλει τη διαθήκη.

Η υπόθεση αυτή είναι απολύτως ενδεικτική του ελλείμματος ισονομίας που υπάρχει στη Θράκη, όπου μόνο εκεί απ’ όλη την Ευρώπη ισχύει η σαρία σύμφωνα με την οποία προβλέπεται οι οικογενειακές και κληρονομικές διαφορές των μουσουλμάνων πολιτών (γάμοι, διαζύγια, διατροφές, επιτροπείες, κηδεμονίες, χειραφεσία ανηλίκων, διαθήκες, κληρονομιές κ.λπ.) να εκδικάζονται όχι από δικαστή, αλλά από τον εκάστοτε τοπικό θρησκευτικό ηγέτη κατά τους… άγραφους κανόνες, με αποτέλεσμα όχι μόνο να καταπατούνται διασφαλισμένα από τους ελληνικούς νόμους ανθρώπινα δικαιώματα (κυρίως των γυναικών), αλλά και να εξαιρούνται πολίτες της Ελλάδας από την ισονομία που επιβάλλει το Σύνταγμα.

Ο Αλέξης Τσίπρας εξήγγειλε από τη Θράκη τα επικείμενα νομοθετικά μέτρα κατάργησης της υποχρεωτικής εφαρμογής της σαρίας: προαιρετική δικαιοδοσία του μουφτή υπό την προϋπόθεση ότι συμφωνούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι, τεκμήριο δικαιοδοσίας στα αστικά δικαστήρια, πλαίσιο δικονομικών κανόνων άσκησης των αρμοδιοτήτων του μουφτή που θα προστατεύει τα δικαιώματα των διαδίκων, καθορισμός των κληρονομικών σχέσεων από τον αστικό κώδικα με τη δυνατότητα έγγραφης επιλογής του ισλαμικού νόμου, διασφάλιση ότι όλες οι δημόσιες διαθήκες μέχρι σήμερα είναι ισχυρές και εφαρμόζονται.

Η «Εφ.Συν.» ανοίγει ξανά τον φάκελο της σαρίας, δίνοντας τον λόγο στον Κωστή Τσιτσελίκη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, και στον Γιάννη Κτιστάκι, επίκ. καθηγητή στο ΔΠΘ, και συνομιλώντας με μουσουλμάνα φοιτήτρια από τη Θράκη η οποία μας μεταφέρει την εικόνα από την πραγματική ζωή στον τόπο καταγωγής της. Για λόγους ευνόητους, η ίδια θέλησε να κρατήσει την ανωνυμία της.

Η μουσουλμάνα από τη Θράκη μας επισκέφτηκε στα γραφεία της εφημερίδας |

Η συνομιλήτριά μας είναι 25 ετών. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θράκη και σήμερα σπουδάζει στην Αθήνα. «Η αίσθηση που έχουμε εμείς οι νέοι είναι ότι δεν μας εκπροσωπεί η σαρία», μας λέει κι εξηγεί ότι τα πράγματα στη Θράκη τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει. Κυρίως οι νέοι επιλέγουν τον πολιτικό γάμο έναντι του θρησκευτικού, παρακάμπτοντας έτσι εφαρμογές του ισλαμικού νόμου στη ζωή τους.

«Η νέα γενιά εφόσον μορφώνεται μπορεί να κάνει κάποιες επιλογές και να δει κάποια πράγματα αν της ταιριάζουν ή όχι. Αλλά μια γυναίκα, η οποία είναι στα 40 για παράδειγμα, κι έχει κάνει έναν θρησκευτικό γάμο πριν από 20-25 χρόνια, πού θα βρει το δίκιο της εάν κάτι συμβεί;» αναρωτιέται.

Κι όταν οι μουσουλμάνοι πολίτες της Θράκης που βρίσκουν το δίκιο τους στη μουφτεία ψάχνουν να το βρουν στα αστικά δικαστήρια, συχνά αυτά δηλώνουν αναρμόδια και τους στέλνουν πίσω στα ιεροδικεία.

«Οταν σου λέει το δικαστήριο ότι “επειδή έχεις κάνει θρησκευτικό γάμο, υπάγεσαι στο ισλαμικό δίκαιο, εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι”, είναι σαν να πάτε εσείς μεθαύριο στο δικαστήριο και να σας πει, “εφόσον έχετε κάνει θρησκευτικό γάμο, να πάτε στην εκκλησία να σας λύσει ο αρχιεπίσκοπος το πρόβλημα”», επισημαίνει εύστοχα η συνομιλήτριά μας και συμπληρώνει: «Είναι προβληματικό ένας μουφτής, χωρίς νομική γνώση, φανατικός της θρησκείας και με πατριαρχικές απόψεις, να εκδικάζει τέτοιες υποθέσεις.

»Παράδειγμα, εκδικάζει ένα διαζύγιο ο μουφτής και αποφασίζει μια διατροφή για τα παιδιά, η οποία όμως δεν ορίζεται όπως στα ελληνικά δικαστήρια, που ελέγχουν το εισόδημα, το πόσα είναι τα παιδιά κ.λπ. Ορίζει αυτός ένα ποσό 150-200 ευρώ, με αυτά η γυναίκα περιμένει να ζήσει τα παιδιά της, αλλά δεν υπάρχει καμία δέσμευση του συζύγου να καταβάλλει το ποσό κάθε μήνα. Δεν θα πάει δικαστικά, δεν θα πάει φυλακή, ούτε θα του τα πάρουν από την εφορία. Δεσμεύεται προφορικά υπογράφοντας ένα χαρτί στη μουφτεία που δεν έχει καμία νομική υπόσταση. Πώς θα βρει αυτή η γυναίκα το δίκιο της;».

Οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών σχετικά με τους όρους των διαζυγίων, τη διατροφή, την επιμέλεια τέκνων, την κληρονομιά κ.ά. είναι γεγονός. Οι ίδιες διακρίσεις υπάρχουν ακόμα και στη μοιχεία.

«Σύμφωνα με την εφαρμογή της σαρίας, αν ο άντρας μοιχεύσει, είναι μεν κατακριτέο, αλλά μπορεί να δοθεί διαζύγιο και να αποκατασταθεί κάπως οικονομικά η σύζυγος. Αν αυτό το κάνει όμως η γυναίκα, δεν θα πάρει τίποτα από την κοινή περιουσία. Θα βγει το διαζύγιο και πιθανότατα θα επιστρέψει στο πατρικό της, ενώ τα παιδιά θα τα πάρει τις περισσότερες φορές ο σύζυγος» συμπληρώνει.

«Μόνο από την υπόθεση της γυναίκας που τώρα αναζητάει το δίκιο της στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκύπτει η αναγκαιότητα να καταργηθεί η σαρία. Είναι ανήκουστο να ζούμε στο 2017 σε μια ευρωπαϊκή χώρα και ένα άτομο και κυρίως μια γυναίκα να μην μπορεί να εκπροσωπηθεί με βάση το δίκαιο της χώρας της».

Θυμίζει ακόμα ότι παλιότερα οι γονείς απλώς αποφάσιζαν να παντρέψουν τα ανήλικα παιδιά τους και ο μουφτής επικύρωνε την απόφαση χωρίς καν να διερευνηθεί η βούληση των παιδιών. Σήμερα, όπως λέει, μπορεί να μην είναι έντονο το φαινόμενο, αλλά το ζήτημα παραμένει στην κρίση των γονιών και του ιεροδίκη.

Ωστόσο, όπως εξηγεί, ο ίδιος ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Θράκης έχει εσωτερικές συγκρούσεις σχετικά με το θέμα της κατάργησης της σαρίας. «Υπάρχουν πολλοί μουσουλμάνοι που είναι πολύ πιστοί και θεωρούν τη σαρία κάτι ωραίο, θετικό και βλέπουν τον μουφτή σαν αυθεντία. Αυτό εξάλλου υπάρχει και ανάμεσα σε χριστιανούς. Υπάρχουν πολλοί που υποκλίνονται σε ό,τι πει η εκκλησία», μας λέει κι επισημαίνει ότι εκτός από τη μερίδα των μουσουλμάνων που θεωρεί τη σαρία στοιχείο της ταυτότητάς της, η διατήρηση του ισλαμικού νόμου βόλευε και το ελληνικό κράτος.

«Η Τουρκία, που είναι μουσουλμανική, έχει καταργήσει τη σαρία από το 1923! Το γεγονός ότι στην Ελλάδα ακόμα δεν έχει καταργηθεί μας βάζει σε πολλές σκέψεις. Βόλευε το ελληνικό κράτος να έχει τα πιο συντηρητικά κομμάτια της μειονότητας με το μέρος του και ήταν ο τρόπος για να μπορέσει να καλύψει το τουρκικό στοιχείο κάτω από τη θρησκευτική ταυτότητα της μειονότητας». Και καταλήγει: «Η Ελλάδα δεν μπορεί να δεχτεί τα λάθη που ‘χει κάνει στη μειονότητα.

»Οτι απέκοψε ένα κομμάτι του πληθυσμού, το άφησε 50 χρόνια πίσω και τώρα προσπαθεί να μαζέψει αυτά που έκανε. Και εννοείται όσοι νέοι ακούμε τώρα τις εξαγγελίες του Αλ. Τσίπρα το θεωρούμε κάτι πολύ θετικό, αρκεί να γίνουν πράξη. Είμαστε Ελληνες πολίτες και θα έπρεπε να είμαστε ίσοι απέναντι στον νόμο».
Σαρία στην Ελλάδα. Ενα οξύμωρο;

Του Κωστή Τσιτσελίκη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Η χώρα μας ασφαλώς δεν μπορεί να διεκδικήσει δάφνες για μια σταθερή και διαρκή κατοχύρωση της θρησκευτικής ισονομίας ως προς τις μη ορθόδοξες κοινότητες, ετερόδοξες και αλλόθρησκες. Μόνο τις τελευταίες δυο-τρεις δεκαετίες έγιναν ορισμένα σημαντικά βήματα. Αλλα ζητήματα παραμένουν εκκρεμή. Σε ένα περιβάλλον όπου η θρησκευτική ετερότητα είναι τουλάχιστον δακτυλοδεικτούμενη μοιάζει τουλάχιστον παράδοξο το γεγονός ότι με επιμονή το ελληνικό κράτος συντηρεί την εφαρμογή του ιερού Ισλαμικού Δικαίου σε θέματα οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου για τους μουσουλμάνους της Θράκης, με τρόπο που να έρχεται σε κάθετη αντίθεση με βασικές δικαιοπολιτικές σταθερές. Σταθερές πάνω στις οποίες συγκροτήθηκε το κράτος δικαίου: ισονομία για όλους και αποφυγή των διακρίσεων. Αν πάλι ειδικά δικαιώματα αναγνωρίζονται στη μειονότητα της Θράκης, το καθεστώς προστασίας δεν μπορεί να συνεπάγεται μειονεξία, από την πίσω πόρτα, στα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται σε όλους.

Οι δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του μουφτή εντάσσονται στη μειονοτική προστασία που έχει βαθιές ρίζες: προστασία των μουσουλμάνων της Θεσσαλίας (1881), της αυτόνομης Κρήτης (1899-1913), των Νέων Χωρών (1913) και της Θράκης (1923). Η ιστορικότητα της απόδοσης ειδικών δικαιωμάτων στην περιχαρακωμένη κοινότητα (ως νεο-μιλέτ) των μουσουλμάνων (βλ. και των Εβραίων μέχρι το 1943) έχει σαφείς ιδεολογικές καταβολές ως προς την πρόσληψη της ιδιότητας του (Ελληνα) πολίτη, στην οποία ενυπάρχει ένα κρυφό πλεονέκτημα ή μειονέκτημα: το να είναι κανείς ορθόδοξος ή μουσουλμάνος, αντίστοιχα. Αν η κλειστή κοινότητα με δικό της Δίκαιο την εποχή εκείνη είχε κάποιο, στρεβλό, νόημα, σήμερα –στην μετά το 1950 εποχή- δεν μπορεί να σταθεί, στο μέτρο που εφαρμόζονται αρνητικά δικαιώματα σε βάρος των γυναικών (λόγοι διαζυγίου, κατοχύρωση μετά το διαζύγιο, κληρονομικά μερίδια) και των ανηλίκων (επιμέλεια υπέρ του πατέρα για ορισμένα χρόνια).

Η διατήρηση της σαρίας στη Θράκη έχει σαφή αίτια που συνδέονται με πρακτικές ελέγχου της κλειστής κοινότητας, πελατειακές σχέσεις και άλλες εξαρτήσεις. Αδράνειες που αυτονομήθηκαν με τον χρόνο, τόσο σε κεντρικό επίπεδο (βλ. υπ. Εξωτερικών), όσο και σε τοπικό στη Θράκη, εντός και εκτός μειονότητας. Η κρίση του 1990 και η λειτουργία παράλληλων Μουφτειών σε Ξάνθη και Κομοτηνή όξυναν το πρόβλημα, καθώς η επί δεκαετίες οικουμενική συναίνεση στο πρόσωπο του μουφτή-δικαστή κατέρρευσε.

Η εφαρμογή της σαρίας ήδη ενέχει το ζήτημα των αρνητικών δικαιωμάτων για την πλειοψηφία της μειονότητας, και συνεπώς η ανάγκη που προκύπτει είναι η εξάλειψη των διακρισιακών ρυθμίσεων. Η διόρθωση αυτής της ανωμαλίας μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε με την κατάργηση της σαρίας, είτε με την εναρμόνιση των διατάξεων που εισάγουν διακρίσεις προς τη συνταγματική αρχή της ισότητας.

Το δεύτερο ζήτημα που έχει προκύψει στη δικαστική πρακτική αφορά την υποχρεωτικότητα της εφαρμογής της ακόμα και σε όσους μουσουλμάνους δεν επιθυμούν την υπαγωγή της διαφοράς τους στο Ισλαμικό Δίκαιο αλλά στον -κοινό για όλους μας- Αστικό Κώδικα. Αυτό συμβαίνει με την παραπομπή των υποθέσεων μουσουλμάνων από τα πολιτικά δικαστήρια στο ιεροδικείο του μουφτή ή με την ακύρωση δημόσιας διαθήκης μουσουλμάνου από τον Αρειο Πάγο, με σκεπτικό που θεωρεί ότι οι μουσουλμάνοι δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στο Αστικό Δίκαιο ακόμα και εάν το επιθυμούν. Και μάλιστα κόντρα στην κοινωνική δυναμική που δείχνει σαφώς ότι οι Θρακιώτες μουσουλμάνοι (9 στους 10) επιλέγουν το Αστικό Δίκαιο για τη σύνταξη της διαθήκης τους. Η υπόθεση που θα συζητηθεί στις 6 Δεκεμβρίου ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο αφορά μία τέτοια περίπτωση.

Η προδιαγραφόμενη καταδικαστική απόφαση προκάλεσε τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για νέες ρυθμίσεις: τη μη υποχρεωτική υπαγωγή στη σαρία όσων δεν το επιθυμούν και τη συντρέχουσα δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων με εκείνη του ιεροδικείου. Με λίγα λόγια, για να υπαχθεί μια διαφορά στη δικαιοδοσία του μουφτή θα πρέπει να συναινούν ρητά και οι δύο διάδικοι.

Ασφαλώς τα νέα μέτρα είναι μια σημαντική αρχή για την άρση της κατάστασης εξαίρεσης, που παγίως διέπει τα μειονοτικά ζητήματα της Θράκης, βλ. σύλλογοι, βακούφια, σχολεία, σαρία, περιουσίες. Οι παρεκκλίνουσες εξαιρετικές πρακτικές, που προέρχονται αδιάκριτα από τη νομοθετική, δικαστική και εκτελεστική εξουσία, επιβιώνουν δεκαετίες τώρα για λόγους τάχα εθνικού συμφέροντος, αλλοιώνοντας τα δικαιώματα της μειονότητας αλλά και τραυματίζοντας τον κορμό της δικαιοταξίας μας. Είναι έτοιμη η κυβέρνηση να κάνει το βήμα για μια εκ βάθρων αλλαγή στις μειονοτικές πολιτικές;
Aπολαμβάνουν πράγματι την ισονομία οι Ελληνες μουσουλμάνοι;

Του Γιάννη Κτιστάκι, επίκ. καθηγητή ΔΠΘ

Οι Ελληνες μουσουλμάνοι δεν είναι ίσοι έναντι των υπόλοιπων Ελλήνων: γι’ αυτούς εφαρμόζεται «ιδιαίτερο» οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο (η σαρία), από έναν «ιδιαίτερο» δικαστή, τον μουφτή-ιεροδίκη. Καμία διάταξη της Συνθήκης της Λωζάννης δεν επιτάσσει ρητά την εφαρμογή του ιερού νόμου ή τη λειτουργία των ιεροδικείων για τα μέλη της μειονότητας.

Το κείμενο δεν περιλαμβάνει καν τις λέξεις. Η Συνθήκη αναφέρεται μόνο στα συνολικά «μέτρα» που οφείλει να λάβει το κράτος για να «κανονίσει» την οικογενειακή ή προσωπική κατάσταση των μελών της μειονότητας, σύμφωνα με τα «έθιμά» τους (άρθρο 42§1). Τούτο επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι, ευθύς μετά την υπογραφή της Συνθήκης, η Τουρκία κατήργησε το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο και τις δικαστικές αρμοδιότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου που αφορούσαν, mutatis mutandis, τους Ρωμιούς.

Με βάση τα ανωτέρω, αποκατάσταση της ισονομίας στη Θράκη δεν μπορεί να σημαίνει παρά δύο πράγματα: την κατάργηση των ιεροδικείων και της σαρίας. Οι Ελληνες μουσουλμάνοι θα έχουν τον ίδιο δικαστή με τους λοιπούς Ελληνες (τα τακτικά δικαστήρια) και το ίδιο οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο (Αστικό Κώδικα).

Προτείνεται η κατάργηση:
(α) της διάταξης που προβλέπει την εφαρμογή της σαρίας, δηλαδή του άρθρου 4 του νόμου 147/1914 «Περί της εν ταις προσαρτωμέναις χώραις εφαρμοστέας νομοθεσίας και της δικαστικής αυτών οργανώσεως» (ΦΕΚ Α΄ 25),
(β) της διάταξης που προβλέπει τις δικαστικές αρμοδιότητες του μουφτή, δηλαδή του άρθρου 5 του νόμου 1920/1991 «Περί κυρώσεως της από 24ης Δεκεμβρίου 1990 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου “περί Μουσουλμάνων Θρησκευτικών Λειτουργών”» (Α΄ 11), όπως ισχύει σήμερα.

Αυτή τη λύση έχουν ήδη υποδείξει η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας (ψηφίσματα της 2.5.2009 και της 3.2.1991), η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου παρά τω πρωθυπουργώ (απόφαση της 19.1.2006), ο επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης [CommDH (2009)9, §§60-61] και η Επιτροπή του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Διακρίσεων σε βάρος των Γυναικών (Εκθεση για την Ελλάδα, 2.2.2007, §33).

Συντάκτης:
Γιάννης Μπασκάκης, Αντα Ψαρρά
loading...