Η θρησκευτική πίστη,

σημαίνει ισχυρή πεποίθηση σε κάτι, παρά την απουσία απόδειξης, αποτελεί προδοσία τής ανθρώπινης ευφυίας, υπονομεύει την επιστημονική γνώση και την καλλιέργεια ήθους. Σε περίπτωση, που υπήρχαν σοβαρές αποδείξεις για τα δόγματά της κάθε θρησκείας ,(χα χα και του δωδεκάθεου ), τότε δέν θα επρόκειτο για πίστη, αλλά για γνώση.

Η εισαγωγή τής λέξης συναισθήματα στοχεύει σε μια επίφαση ανθρωπιάς. Οι έλλογοι όμως άνθρωποι δέν μπορούν να σέβονται τη θρησκεία –αν ενδιαφερόμαστε να υπερισχύσει η εντιμότητα τής υποκρισίας– και το να δείχνουμε ψευτοσεβασμό στις θρησκείες δέν θα ήταν μόνο ανέντιμο, αλλά θα επέτρεπε το θρίαμβο των προλήψεων και των προκαταλήψεων τού μεσαίωνα και την παράλληλη άρση των κοινωνικών και ατομικών ελευθεριών, που με τόσο κόπο και πόνο κατέκτησαν οι άνθρωποι τους τελευταίους αιώνες.

Εν κατακλείδι, αντί να είμαστε πρόθυμοι να περιορίσουμε την ελευθερία τού λόγου χάρη τού υποκριτικού σεβασμού προς τη θρησκεία, θα έπρεπε να περιορίσουμε το σεβασμό προς την θρησκεία χάρη τού ελεύθερου λόγου. Αυτό επιτάσσει η αναζήτηση τής αλήθειας και τής ελευθερίας.

«Πίστη σημαίνει

να μή θέλεις να μάθεις την αλήθεια». 

loading...