Η ΠΑΓΙΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Έτσι αποκαλείται η στασιμότητα μίας χώρας στη συγκεκριμένη περιοχή, για πάρα πολλά χρόνια – καθώς επίσης ο κίνδυνος «υποτροπιασμού» που εμφανίζει, όταν ευρίσκεται πλέον στην ανώτατη. Γενικότερα, η παγίδα μεσαίου εισοδήματος αναφέρεται σε μια κατάσταση, κατά την οποία μια χώρα μεσαίου εισοδήματος αποτυγχάνει να μεταβεί σε μια οικονομία υψηλού εισοδήματος – λόγω του αυξανόμενου κόστους και της μείωσης της ανταγωνιστικότητας της. Το μεγάλο ερώτημα είναι εδώ, εάν μπορεί να τα καταφέρει η Ελλάδα, στη δυσμενή οικονομική κατάσταση που ευρίσκεται – με δίδυμα ελλείματα και χρέη. Η απάντηση είναι πως όχι μόνο μπορεί, αλλά είναι η μοναδική δυνατότητα της για να ξεφύγει από την οικονομική κατοχή – στην οποία την έχουν καταδικάσει οι ανίκανες κυβερνήσεις της.

.
Άποψη Βασίλης Βιλιάρδος

Η Ελλάδα προσχώρησε στη διεθνή ανώτερη μεσαία τάξη το 1972 – φτάνοντας όμως στην ανώτατη το 2000, μετά από 28 χρόνια παραμονής της στην προηγούμενη κατηγορία.

Καμία όμως άλλη χώρα στον πλανήτη, από αυτές που έφτασαν στην ανώτατη εισοδηματική ομάδα μετά το 1950 και στη συνέχεια, δεν παρέμεινε στάσιμη στη μεσαία για τόσα πολλά χρόνια – αφού η μέση διάρκεια της μετάβασης ήταν 14 χρόνια, με κράτη όπως η Νότια Κορέα, η Ταιβάν και το Χονγκ Κονγκ να παραμένουν στάσιμα μόλις 7 χρόνια.

Η αιτία είναι το ότι εκείνες οι κοινωνίες, στις οποίες η πολιτική εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια των λίγων και δήθεν εκλεκτών, δεν εξελίσσονται στους τομείς της καινοτομίας και της ανάπτυξης – επειδή οι καινοτόμοι νέοι επιχειρηματίες δεν πιστεύουν πως θα ωφεληθούν οι ίδιοι από την εργασία τους ή πως έχουν ίσες ευκαιρίες με την ελίτ.

Όσον αφορά τους υπόλοιπους, διαπιστώνοντας πως με τη διαπλοκή, με τις γνωριμίες και με τη διαφθορά μπορούν να κερδίσουν πολύ περισσότερα, δεν απασχολούνται με πραγματικά δημιουργικές πρωτοβουλίες – ενώ το δημόσιο μετατρέπεται σε ένα μη παραγωγικό και μη ανταγωνιστικό πελατειακό κράτος, το οποίο στραγγαλίζει την εκάστοτε οικονομία.

Από την άλλη πλευρά, με την πάροδο του χρόνου η πολιτική μετατρέπεται σε υποχείριο μίας μικρής εγχώριας ελίτ, η οποία κατάφερε να πλουτίσει σε μεγάλο βαθμό από τα προνόμια που της παρείχαν προηγουμένως τα κόμματα εξουσίας – οπότε οι επιχειρηματικοί όμιλοι, αποκτώντας τα σημαντικότερα μέσα παραγωγής της χώρας, μαζί με τα ΜΜΕ, ελέγχουν πλέον απολυταρχικά την εκάστοτε κυβέρνηση.

Στη συνέχεια εμποδίζουν όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες, οι οποίες είναι εις βάρος τους – όπως την ενίσχυση του ανταγωνισμού, τη βελτίωση της είσπραξης των φόρων κοκ., ενώ φυσικά φοροδιαφεύγουν, διενεργούν λαθρεμπόριο, διαφθείρονται και διαφθείρουν.

Μεταξύ άλλων, διαφθείρουν τους ηγέτες των εργατικών συνδικάτων, έτσι ώστε να εμποδίζεται η είσοδος των ξένων επιχειρήσεων – ενώ, παρά το ότι οι δημόσιες δαπάνες είναι πολύ υψηλές, δεν διενεργούνται ορθολογικές κρατικές επενδύσεις (υπερτιμολόγηση δημοσίων έργων από την ελίτ κλπ.) και οι υποδομές παραμένουν ανεπαρκείς.

Εύλογα λοιπόν το δημόσιο δημιουργεί συνεχώς ελλείμματα και χρέη, οι τιμές των προϊόντων παραμένουν υψηλές, ενώ δυσχεραίνεται η δραστηριοποίηση νέων επιχειρήσεων – έως εκείνη τη στιγμή που η χώρα χρεοκοπεί, με αποτέλεσμα να μειώνεται ξανά το κατά κεφαλήν εισόδημα των Πολιτών της.

Όπως έχει τεκμηριωθεί δε από την πράξη, η εγχώρια ελίτ συνεργάζεται με τους διαχειριστές της πτώχευσης (στο παράδειγμα της Ελλάδας με το ΔΝΤ και την Τρόικα), προδίδοντας τη χώρα της έναντι των ίδιων ανταλλαγμάτων που της παρείχε στο παρελθόν η πολιτική – μία προνομιακή μεταχείριση δηλαδή.

Για να μεταβεί τώρα μία χώρα από τα ανώτερα μεσαία εισοδήματα στα ανώτατα, πρέπει να αναδιατάξει τους πόρους της, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα της – να εξελιχθεί στους τομείς της γνώσης, καθώς επίσης της έντασης δεξιοτήτων (υψηλή τεχνολογία κλπ.). Κάτι τέτοιο είναι όμως ανέφικτο για οικονομικά ασταθείς χώρες – με προβλήματα φορολογικού πλαισίου, γραφειοκρατίας, εκπαίδευσης, υποδομών κοκ..

Εάν λοιπόν δεν τα καταφέρει, αποκτώντας τη δυνατότητα να προσφέρει ανταγωνιστικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές, καθώς επίσης να μειώσει τις εισαγωγές της, τότε δυστυχώς η οικονομία της υποτροπιάζει – με αποτέλεσμα να καταρρέει ξανά το βιοτικό της επίπεδο επιστρέφοντας στο παρελθόν, όπως στο παράδειγμα της Ελλάδας.
Επίλογος

Από το 1960 έως το 2010, μόνο 15 από τις 101 οικονομίες μεσαίου εισοδήματος διέφυγαν από την παγίδα του μεσαίου εισοδήματος – συμπεριλαμβανομένων του Χονγκ Κονγκ, της Ιαπωνίας, της Σιγκαπούρης, της Νότιας Κορέας και της Ταιβάν.

Η αποφυγή της παγίδας του μεσαίου εισοδήματος απαιτεί τον εντοπισμό στρατηγικών, για την εισαγωγή νέων διαδικασιών και την εύρεση νέων αγορών – για τη διατήρηση της ανάπτυξης των εξαγωγών και για την υποκατάσταση των εισαγωγών. Είναι επίσης σημαντικό να αυξηθεί η εγχώρια ζήτηση, επειδή μια διευρυνόμενη μεσαία τάξη μπορεί να χρησιμοποιήσει την αυξανόμενη αγοραστική της δύναμη για να αγοράσει υψηλής ποιότητας, καινοτόμα προϊόντα – οπότε να βοηθήσει στην ανάπτυξη.

Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να περάσει από την ανάπτυξη με γνώμονα τους πόρους (ο τουρισμός είναι εκμετάλλευση φυσικών πόρων), η οποία βασίζεται σε φθηνό εργατικό δυναμικό και φθηνό κεφάλαιο, στην ανάπτυξη που βασίζεται στην υψηλή παραγωγικότητα και την καινοτομία. Κάτι τέτοιο απαιτεί επενδύσεις σε υποδομές και ειδικά στην εκπαίδευση – δημιουργώντας ένα εκπαιδευτικό σύστημα υψηλής ποιότητας που ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα, ενώ υποστηρίζει καινοτομίες στην επιστήμη και την τεχνολογία που μπορούν να εφαρμοστούν ξανά στην οικονομία.

Το μεγάλο ερώτημα είναι εδώ, εάν μπορεί να τα καταφέρει η Ελλάδα, στη δυσμενή οικονομική κατάσταση που ευρίσκεται – με δίδυμα ελλείματα και χρέη. Η απάντηση είναι πως όχι μόνο μπορεί, αλλά είναι η μοναδική δυνατότητα της για να ξεφύγει από την οικονομική κατοχή – στην οποία την έχουν καταδικάσει οι ανίκανες κυβερνήσεις της.

loading...