Μετά τον Β.Πούτιν και ο Σ.Λαβρόφ φοβάται για έναν πυρηνικό πόλεμο με τις ΗΠΑ που θα αφανίσει την Ανθρωπότητα!

Πρώτη φορά τα ανώτατα κλιμάκια της ρωσικής ηγεσίας εκφράζουν φόβο ότι είναι πολύ πιθανή η σύγκρουση Ρωσίας-ΗΠΑ που θα οδηγήσει σε έναν πυρηνικό πόλεμο από τον οποίο
η Ανθρωπότητα θα καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς.

Έτσι λίγες ημέρες μετά την δήλωση του ίδιου του Ρώσου προέδρου Β.Πούτιν για έναν πιθανό «πυρηνικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας και ο Θεός ας μας συγχωρέσει» επαναλαμβάνει τις ίδιες σκέψεις και ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σ.Λαβρόφ λέγοντας πως ένας πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ θα ήταν καταστροφικός για την ανθρωπότητα σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Sputnik.

Ουδέποτε επισήμως η ρωσική ηγεσία δεν εξέφραζε τέτοιες θέσεις και ο χρόνος που επέλεξε τώρα να το κάνει αυτό, δείχνει πως όντως οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις έχουν φτάσει στο χειρότερό τους σημείο. Με ποιανού την ευθύνη είναι εύκολο να το καταλάβει κανείς αρκεί να δει ποιος μαζεύει στρατιωτικές δυνάμεις στα σύνορα ποιου…

Επί της ουσίας η Ρωσία προειδοποιεί την Δύση ότι αν συνεχίσει την ίδια στάση μπορεί να δημιουργηθεί μια κατάσταση μη αναστρέψιμη που θα οδηγήσει στον όλεθρο. Ο όλεθρος αυτός θα είναι ολοκληρωτικός.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια της ετήσιας απολογιστικής συνέντευξης τύπου πριν 3 ημέρες για την πρόθεση των ΗΠΑ να αποσυρθούν μονομερώς από την Intermediate-Range Nuclear Forces (INF) Treaty είπε:

«Αν οι ΗΠΑ τοποθετήσουν πυραύλους μέσου βεληνεκούς στην Ευρώπη τότε η Ρωσία θα υποχρεωθεί να προχωρήσει σε αντίμετρα».

«Αν συμβεί αυτό, τότε ο Θεός να μας συγχωρέσει. Μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο όλο του πολιτισμού και ενδεχομένως, όλου του πλανήτη. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό θέμα»

Δεν συνηθίζει ο Β.Πούτιν να προχωράει σε τέτοιες δηλώσεις οι οποίες δημιουργούν την εικόνα μιας κρίσης που μπορεί να καταλήξει σε μια ολική καταστροφή.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Sputnik, o Σεργκέι Λαβρόφ αναφέρθηκε, επίσης, στις εξελίξεις σχετικά με την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη INF για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων.

– Το ζήτημα, προφανώς, καταλήγει στην κατάρρευση της Συνθήκης INF. Διαπραγματεύεστε με τις ΗΠΑ και την ΕΕ σχετικά με τυχόν εγγυήσεις ότι τέτοιοι πύραυλοι δεν θα εμφανιστούν στην Ευρώπη; Οι εταίροι είναι έτοιμοι να δώσουν τέτοιες νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις; Εάν όχι, ποια θα είναι η απάντηση; Ξανά πύραυλοι στην Κούβα;

Είμαστε πεπεισμένοι ότι η κατάρρευση της Συνθήκης INF μπορεί να βλάψει σοβαρά τη διεθνή ασφάλεια και τη στρατηγική σταθερότητα. Πρέπει να προειδοποιήσουμε: δεν μπορούμε και δε θα αγνοήσουμε την ανάπτυξη νέων αμερικανικών πυραύλων που απειλούν εμάς και τους συμμάχους μας.

Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι διαθέτουμε τα απαραίτητα μέσα για να διασφαλίσουμε τη δική μας ασφάλεια και μπορούμε επίσης να ενισχύσουμε περαιτέρω τις αμυντικές μας δυνατότητες. Ωστόσο, η Ρωσία, όπως και κάθε άλλη λογική χώρα, δεν ενδιαφέρεται για κούρσα εξοπλισμών και νέες «πυραυλικές κρίσεις».

Εάν εξακολουθούν να υπάρχουν δυνάμεις στις Ηνωμένες Πολιτείες που αναλαμβάνουν να χρησιμοποιήσουν την παύση που αποφάσισε η Ουάσιγκτον για να αναζητήσουν τρόπους για να σωθεί η Συνθήκη INF, τότε είμαστε ανοιχτοί σε αυτό. Τους καλούμε να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες εκβιασμού και την επανάληψη αβάσιμων κατηγοριών υπέρ μιας πραγματικά ουσιαστικής και εποικοδομητικής από κοινού εργασίας επί των υφισταμένων αμοιβαίων ζητημάτων.

Έχουμε επίσημα προσφερθεί να το ξεκινήσουμε αυτό με μια πρόσφατη επιστολή του Σεργκέι Σοϊγκού προς τον αρχηγό του Πενταγώνου. Έχουμε επίσης επανειλημμένα προτείνει την έναρξη ενός επαγγελματικού διαλόγου σχετικά με τη Συνθήκη INF κατά την επικοινωνία μεταξύ υπ. Εξωτερικών και Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Δεν έχει ληφθεί καμία απάντηση προς το παρόν.

Κατά τη διάσκεψη κορυφής του Ελσίνκι στις 16 Ιουλίου, οι Αμερικανοί έλαβαν συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά για μια μακρά και σε βάθος συζήτηση για τη στρατηγική σταθερότητα και τον έλεγχο των όπλων. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία επιθυμία από την αμερικανική πλευρά να διαπραγματευτούν μαζί μας. Εξαφανίζονται από το διάλογο, δεν προσφέρουν εγγυήσεις, προφανώς προτιμούν να έχουν εντελώς «λυμένα τα χέρια».

Γενικά, είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε με πολλούς τρόπους με τη συμμετοχή όλων των χωρών που γνωρίζουν την ευθύνη τους για την ειρήνη και την ασφάλεια.

– Πόσο πιθανή είναι μια απευθείας ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, Ρωσίας και ΝΑΤΟ; Είναι η χώρα έτοιμη για μια τέτοια εξέλιξη;

Πιστεύω ότι ο οποιοσδήποτε στον κόσμο το καταλαβαίνει αυτό καλά: μια ένοπλη σύγκρουση που εμπλέκει τις δύο ηγετικές πυρηνικές δυνάμεις, τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι δεν μπορεί να υπάρξουν νικητές σε έναν πυρηνικό πόλεμο και δεν πρέπει ποτέ να εξαπολυθεί.

Την ίδια στιγμή, είμαστε υποχρεωμένοι να δηλώσουμε ότι η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της, με την εμμονή με τις δικές γεωπολιτικές φιλοδοξίες, δεν είναι έτοιμοι να προσαρμοστούν στις παγκόσμιες πραγματικότητες που δεν αλλάζουν προς όφελός τους. Ως εκ τούτου (προκύπτει) η επιθυμία να περιοριστούν αυτές οι διαδικασίες με κάθε τρόπο και να έχουν μια πιο επιθετική προσέγγιση στις εξωτερικές υποθέσεις απ’ ό,τι πριν.

Η πίεση της σύγκρουσης επιδεινώνεται, τα κανάλια διαλόγου παγώνουν. Ιδιαίτερης ανησυχίας αποτελούν τα βήματα διάλυσης σημαντικών διεθνών συμφωνιών για τη στρατηγική σταθερότητα.

Μια τέτοια σύγκρουση, που βασίζεται σε μέσα εξουσίας, οδηγεί αναπόφευκτα σε μια περαιτέρω ανισορροπία της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής ασφάλειας και συμβάλλει σε κούρσα των εξοπλισμών. Ένα περιστατικό μπορεί να συμβεί όταν το τίμημα ενός σφάλματος ή μιας παρεξήγησης αποβεί μοιραίο.

Φυσικά, λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα για να προστατέψουμε τα εθνικά μας συμφέροντα και να ενισχύσουμε την αμυντική ικανότητα της χώρας. Ο πρόεδρος Πούτιν μίλησε για αυτό πάνω από μία φορά. Ταυτόχρονα, ελπίζουμε ότι η κοινή λογική θα εξακολουθήσει να επικρατεί. Εξάλλου, με όλες τις αποκλίνουσες θέσεις, τόσο η Ρωσία όσο και τα κράτη της Δύσης φέρουν από κοινού ένα τεράστιο μέρος της ευθύνης για το μέλλον όλης της ανθρωπότητας, για την αναζήτηση αποτελεσματικών απαντήσεων στις πολλές προκλήσεις και απειλές της εποχής μας.

Καλούμε τους ηγέτες της Δύσης να ενεργήσουν με τρόπο προβλέψιμο, να συμμορφωθούν επιμελώς με αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, να βασιστούν στον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Τότε τα θέματα αυτά θα εκλείψουν με τη σειρά τους.

– Τη χρονιά που φεύγει, σημαντική πρόοδος επετεύχθη όσον αφορά την κατάσταση με τη Βόρεια Κορέα. Πότε θα υπάρξει επακόλουθος περιορισμός των κυρώσεων σε βάρος της Βόρειας Κορέα; Θα επιδιωχθεί να αρθεί η απαγόρευση σε βάρος των εργατών της Βορείας Κορέας ως ένα πρώτο μέτρο; Δεν έχει έρθει ο καιρός να ξαναρχίσουν οι εξαμερείς συνομιλίες; Είναι πιθανή μια εξαμερής Σύνοδος; Πότε και υπό ποιους όρους;

Πράγματι, αυτό το έτος υπήρξαν θετικές τάσεις στην κορεατική χερσόνησο. Η κατάσταση εκεί στο σύνολό της εξελίχθηκε σύμφωνα με τον «οδικό χάρτη» ​​της επίλυσης που επεξεργάστηκε η Ρωσία πριν από έναν χρόνο μαζί με την Κίνα. Η στρατιωτική δραστηριότητα μειώθηκε αισθητά λόγω της αναστολής των πυρηνικών δοκιμών και των εκτοξεύσεων πυραύλων που επιβλήθηκαν από τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας (ΛΔΚ) και λόγω της απόφασης των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δημοκρατίας της Κορέας να αναβληθούν μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις.

Οι δια-κορεατικές σχέσεις βελτιώθηκαν, πραγματοποιήθηκε η πρώτη σύνοδος κορυφής μεταξύ των ηγετών των Ηνωμένων Πολιτειών και της ΛΔΚ. Η Ρωσία ως αναπόσπαστο μέρος της συνολικής διαδικασίας επίλυσης της κατάστασης γύρω από την Κορεατική Χερσόνησο συνέβαλε στην επίτευξη αυτών των αποτελεσμάτων και θα συνεχίσει να το κάνει — υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά μπροστά μας.

Εννοώ, πάνω απ’ όλα, την ανάγκη να εφαρμοστούν οι συμφωνίες που επετεύχθησαν μεταξύ των ΗΠΑ και της ΛΔΚ και (μεταξύ) των δύο κορεατικών κρατών. Αναμένουμε ότι η Πιονγιάνγκ και η Ουάσιγκτον θα επιτύχουν την επιτάχυνση της δημιουργίας «νέων» σχέσεων σε όλους τους τομείς σύμφωνα με την κοινή δήλωση των ηγετών τους, την ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και την προώθηση της ειρήνης στη χερσόνησο και της αποπυρηνικοποίησης της στο πλαίσιο των κοινών μας προσπαθειών.

Υποστηρίζουμε επίσης την επιθυμία της Σεούλ και της Πιονγιάνγκ να αναπτύξουν σχέσεις, να μεταφέρουν τη δια-κορεατική συνεργασία σε πρακτικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, ενδιαφέρουμε ιδιαίτερα να ξαναρχίσουμε την εργασία για ένα τριμερές σχέδιο για τη σύνδεση της δια-κορεατικής Κεντρικής Γραμμής, την οποία τα κορεατικά κόμματα μελετούν σήμερα για την αποκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό, με τον Υπερσιβηρικό Σιδηρόδρομο.

Πιστεύουμε ότι η σταδιακή αναθεώρηση των κυρώσεων κατά της ΛΔΚ πρέπει να αποτελεί σημαντικό μέρος αυτών των διαδικασιών. Δεν πρόκειται για την άμεση κατάργηση των διεθνών περιορισμών — θα είναι εφικτή ταυτόχρονα με την επίτευξη της πλήρους αποπυρηνικοποίησης της κορεατικής χερσονήσου.

Ωστόσο, είναι επίσης αδύνατο να καθυστερήσει η έναρξη της αναθεώρησης του ισχύοντος καθεστώτος κυρώσεων. Δεν μπορούμε να προσποιούμαστε ότι η Πιονγιάνγκ δεν έχει προβεί σε εποικοδομητικά βήματα στην προσπάθεια επίτευξης ενός καθεστώτος χωρίς πυρηνικά στην περιοχή. Είμαστε πεπεισμένοι ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πρέπει να τους απαντήσει έγκαιρα και με θετικό τρόπο.

Αυτή τη στιγμή συζητάμε με τα εμπλεκόμενα μέρη ποια συγκεκριμένα μέτρα πρέπει να ληφθούν. Μπορεί, πράγματι, να επεκταθεί η πιθανή διάρκεια παραμονής των Βορειοκορεατών εργατών μεταναστών σε τρίτες χώρες ή, για παράδειγμα, να ζητηθούν νέες εξαιρέσεις από το καθεστώς κυρώσεων για την υλοποίηση δια-κορεατικών έργων. Ή οποιαδήποτε άλλα μέτρα αποσκοπούν να πείσουν τη ΛΔΚ για την ορθότητα της επιλογής της υπέρ της εγκατάλειψης των πυρηνικών όπλων.

Στο πλαίσιο αυτό, καλούμε τους άλλους εταίρους να εγκαταλείψουν τις μονομερείς τους κυρώσεις πλήρως και όσο το δυνατόν συντομότερα, όσον αφορά τη συνεργασία με τη Βόρεια Κορέα και τις παράνομες προσπάθειες επιβολής της εφαρμογής τους κι από άλλες χώρες. Αυτό σαφώς δεν ευνοεί την καθιέρωση αξιόπιστων σχέσεων μεταξύ των μερών της συμφωνίας.

Συζητάμε συνεχώς με όλες τις εμπλεκόμενες χώρες την ανάγκη σύναψης επαφών σε πολυμερή σύνθεση, ανάλογη με την προηγούμενη εξαμερή διαδικασία για την επίλυση του πυρηνικού προβλήματος της κορεατικής χερσονήσου. Φυσικά, δεν επιμένουμε ότι η εργασία του θα πρέπει να αποκατασταθεί με τον ίδιο τρόπο. Αλλά επί της αρχής, είμαστε βέβαιοι ότι το σύνολο των προβλημάτων της περιοχής μπορεί να επιλυθεί μόνο από κοινού σε πολυμερή βάση.

Οργανώνουμε αυτή την εργασία σε διάφορες συνθέσεις. Υπάρχουν ορισμένα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, στις 9 Οκτωβρίου 2018, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στη Μόσχα η πρώτη τριμερής συνάντηση των υφυπουργών Ρωσίας, Κίνας και ΛΔΚ, η οποία κατέληξε σε κοινό ανακοινωθέν που περιγράφει κοινές προσεγγίσεις σε έναν κορεατικό διακανονισμό. Είμαστε ανοιχτοί στην ένταξη άλλων κρατών σε αυτή τη μορφή, καθώς και στη συμμετοχή της Ρωσίας σε άλλες πιθανές πολυμερείς διοργανώσεις.

Ελπίζω ότι το αποτέλεσμα της συνεργασίας με όλους τους εταίρους θα είναι η δημιουργία ενός ενιαίου πολυμερούς μηχανισμού για τη διατήρηση της ειρήνης και της ασφάλειας στη Βορειοανατολική Ασία. Βλέπουμε μεγάλες δυνατότητες σε αυτό: ίσως, οι ηγέτες των κρατών της περιοχής θα αρχίσουν να συναντώνται σε τακτική βάση, για να διεξάγουν περιφερειακές συνόδους κορυφής, όπως συμβαίνει και με άλλες περιφερειακές και διεθνείς δομές.

– Το 2018, η Συρία μπόρεσε να σημειώσει σημαντική πρόοδο, κυρίως σε συνεργασία με την Τουρκία και το Ιράν. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη αρκετές περιοχές εκτός του ελέγχου της συριακής κυβέρνησης. Θα υπάρξει διαπραγμάτευση γι’ αυτές τις περιοχές με τις ΗΠΑ, π.χ. για τον νότο της χώρας και τα ανατολικά του Ευφράτη, όπως έγινε με την Τουρκία για το Ιντλίμπ;

Οι σχέσεις με κάθε ένα από αυτά τα μέρη έχουν τις δικές τους ιδιαιτερότητες. Συνεργαζόμαστε με την Τουρκία και το Ιράν στο πλαίσιο της μορφής της Αστάνα. Πρόκειται για έναν καθιερωμένο, επιτυχημένο και διεθνώς επικυρωμένο μηχανισμό αλληλεπίδρασης, βασισμένο στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών για τη συριακή διευθέτηση και ιδίως στην απόφαση 2254.

Στη βάση της αποτελεσματικότητάς του βρίσκονται συμφωνίες που επετεύχθησαν μεταξύ των αντιπροσωπειών της κυβέρνησης της Συρίας και της ένοπλης αντιπολίτευσης. Μαζί με τους Ιρανούς και Τούρκους εταίρους μας, πρωτίστως, συμβάλλουμε στην υλοποίησή τους και, δεύτερον, ενεργούμε ως εγγυητές της εφαρμογής τους — εξ ου και η έκφραση «εγγυήτριες χώρες».

Με τον τρόπο αυτό διαπιστώνεται ότι το μέλλον της Συρίας θα πρέπει να καθορίζεται από τους ίδιους τους Σύρους στο πλαίσιο της πολιτικής διαδικασίας που διεξάγεται και υλοποιείται απ’ αυτούς με διεθνή βοήθεια.

Μια απεικόνιση αυτής της προσέγγισης είναι το «Συριακό Κογκρέσο Εθνικού Διαλόγου» (ΣΚΕΔ) που διεξήχθη τον Ιανουάριο του 2018, το οποίο ήταν το πρώτο αληθινά δια-συριακό φόρουμ που έδωσε δυναμική στην πολιτική διευθέτηση στη Συρία, έφερε πίσω από τη στασιμότητα της μορφής της Γενεύης και παρείχε ώθηση στην επεξεργασία ενός συνταγματικού «ντοσιέ».

Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι οι «εγγυητές» της Αστάνα ενήργησαν ως συνδιοργανωτές του ΣΚΕΔ. Πρόσφατα παραδώσαμε στους εκπροσώπους του ΟΗΕ κατάλογο υποψηφίων για τη συνταγματική επιτροπή που συμφωνήθηκε μέσω της διαμεσολάβησης της Ρωσίας, της Τουρκίας και του Ιράν μεταξύ της κυβέρνησης της Συρίας και της αντιπολίτευσης.

Η επίτευξη της συμφωνίας Ρωσίας-Τουρκίας για το Ιντλίμπ, που κατοχυρώθηκε στο Μνημόνιο που υπογράφηκε στο Σότσι στις 17 Σεπτεμβρίου, κατέστη εφικτή λόγω των προηγούμενων αποφάσεων που ελήφθησαν στο πλαίσιο της διαδικασίας της Αστάνα σχετικά με τη δημιουργία ζώνης αποκλιμάκωσης σε αυτό το μέρος της Συρίας με θέσεις Τούρκων παρατηρητών κατά μήκος της εσωτερικής της περιμέτρου καθώς και Ρώσων και Ιρανών στην εξωτερική περίμετρο.

Επομένως, η παρουσία του τουρκικού στρατού σε αυτό το τμήμα της Συρίας συντονίζεται με την κυβέρνηση της Συρίας, η οποία καλωσόρισε το προαναφερθέν Μνημόνιο του Σότσι. Υποστηρίχθηκε από τον τρίτο εγγυητή της μορφής της Αστάνα, το Ιράν.

Αντίθετα, δεν υπάρχει διεθνής νομική βάση για την αμερικανική στρατιωτική παρουσία πέρα ​​από τον Ευφράτη και τη «ζώνη ασφαλείας» των 55 χιλιομέτρων γύρω από την παράνομη βάση τους στο al-Tanf στη νότια Συρία. Οι επικλήσεις της Ουάσινγκτον στο άρθρο 51 της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών που δίνει στα μέλη του Οργανισμού το δικαίωμα της αυτοάμυνας, είναι απόλυτα αστήρικτες από νομική άποψη. Το ISIS στη Συρία έχει συντριβή όμως οι ΗΠΑ δεν αποσύρουν τις δυνάμεις τους. Στην πραγματικότητα, μιλάμε για αμερικανική κατοχή σχεδόν του 30% της επικράτειας της χώρας. Με τη βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών σε αυτές τις περιοχές, δημιουργούνται αυτοδιοικούμενα όργανα που δεν υπόκεινται στις κεντρικές αρχές. Αυτό οδηγεί σε αποσταθεροποίηση της στρατιωτικής και πολιτικής κατάστασης στη χώρα, παρεμποδίζοντας τη διαδικασία διευθέτησης.

Το νομικό καθεστώς των ρωσικών αεροπορικών δυνάμεων στη Συρία είναι εντελώς διαφορετικό. Οι στρατιωτικοί μας είναι εκεί, μετά από πρόσκληση των νόμιμων αρχών, σε πλήρη συμμόρφωση με το διεθνές δίκαιο. Παρεμπιπτόντως, επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι τρεις από τις τέσσερις ζώνες αποκλιμάκωσης (στην ανατολική Γκούτα, στη Χόμς και στον Νότο) εγκαταλείφθηκαν κυρίως λόγω του έργου των ρωσικών στρατιωτικών διαπραγματευτών «επί τόπου» όπου εργάζονται απευθείας με τους διοικητές.

Δε θα είναι εύκολο να επιλυθεί το πρόβλημα της παράνομης, ένοπλης παρουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών στο έδαφος της Συρίας. Η Ουάσινγκτον προωθεί συνεχώς νέες συνθήκες που παραβιάζουν την κυριαρχία, την ανεξαρτησία, την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας, παρά το γεγονός ότι οι αρχές αυτές περιλαμβάνονται στις κύριες Συνθήκες του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ας δούμε πώς θα προχωρήσει αυτή η «απόσυρση» από τη Συρία, που ανακοινώθηκε από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

loading...