Για 18 χρόνια ο πατέρας του μάζευε «ψιλά», για τον πιο όμορφο και συγκινητικό λόγο, για να του προσφέρει ένα καλύτερο μέλλον.

Αυτό το βάζο, από τότε που θυμάμαι, βρισκόταν στο πάτωμα δίπλα από τη ντουλάπα, στο δωμάτιο των γονιών μου. Όταν ήταν έτοιμος να πέσει για ύπνο, ο πατέρας μου άδειαζε τις τσέπες και πετούσε όλα τα κέρματα που είχε στο βάζο αυτό. Πάντα μου άρεσε να ακούω τον ήχο των κερμάτων που πέφταν στο βάζο.

Συνήθιζα να κάθομαι στο πάτωμα μπροστά από το βάζο και να θαυμάζω τον χαλκό και το ασήμι σαν να ήταν θησαυρός κάποιου πειρατή, καθώς το φως έπεφτε πάνω του και έκανε τα κέρματα να γυαλίζουν.

Όταν γέμιζε το βάζο, ο πατέρας μου καθόταν στο τραπέζι και τα συσκεύαζε πριν τα πάει στη τράπεζα. Μου άρεσε πάντα να πηγαίνω με τον πατέρα μου στη τράπεζα με το παλιό του φορτηγάκι.

Κάθε φορά που πηγαίναμε, ο πατέρας μου με κοιτούσε με ένα βλέμμα όλο ελπίδα. «Αυτά τα κέρματα γιε μου, θα σε κρατήσουν μακρυά από το εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας. Θα γίνεις καλύτερος από μένα. Αυτή η πόλη δεν θα σε κρατήσει πίσω.».

Και κάθε φορά που έφτανε στο ταμείο, έλεγε με πλατύ χαμόγελο. «Αυτά τα κέρματα είναι για να σπουδάσει ο γιος μου. Δεν θα δουλέψει ποτέ στο εργοστάσιο όπως εγώ.» Και πάντα, μετά από κάθε κατάθεση, σταματούσαμε να το γιορτάσουμε με ένα παγωτό. Πάντα έπαιρνα βανίλια και ο πατέρας μου σοκολάτα.

Όταν έπαιρνε τα ρέστα από τον παγωτατζή, μου τα έδειχνε και μου έλεγε. » ΄Οταν πάμε σπίτι, θα ξαναρχίσουμε να γεμίζουμε το βάζο.» Με άφηνε να πετάω εγώ τα πρώτα νομίσματα στο βάζο. «Θα πας στο κολέγιο γιε μου, θα φροντίσω να πας.».

Περάσαν τα χρόνια, τέλειωσα το κολέγιο και έπιασα δουλειά σε μια άλλη πόλη. Κάποτε, όταν είχα πάει για επίσκεψη στους γονείς μου, πήγα να χρησιμοποιήσω το τηλέφωνο στο δωμάτιό τους. Το βάζο έλειπε. Είχε εξυπηρετήσει το σκοπό του και δεν χρειαζόταν να υπάρχει εκεί πια.

Ένιωσα κάπως παράξενα κοιτώντας το σημείο που ήταν πάντα. Ο πατέρας μου δεν ήταν άνθρωπος που μιλούσε πολύ. ΄Οσα ήθελε να μου περάσει, προσπαθούσε με πράξεις να το κάνει. Το βάζο αυτό μου είχε μάθει πολλά. ΄Οταν παντρεύτηκα, είπα στη γυναίκα μου αυτή την ιστορία και τι ρόλο είχε παίξει αυτό το βάζο στην παιδική μου ηλικία. Στο μυαλό μου, έδειχνε πιο πολύ από οτιδήποτε, πόσο πολύ με αγαπούσε ο μπαμπάς μου.

΄Οσο δύσκολα και να γινόντουσαν τα πράγματα σπίτι, ο πατέρας μου πάντα έβαζε ότι κέρματα είχε στο βάζο. Ακόμα και όταν τον απέλυσαν από τη δουλειά και η μαμά έπρεπε να σερβίρει φασόλια αρκετές φορές τη βδομάδα, το βάζο παρέμενε απείραχτο.

«΄Οταν τελειώσεις το κολέγιο, γιε μου, δεν θα χρειαστεί να φας ποτέ ξανά φασόλια.. εκτός άμα το θέλεις,» έλεγε καθώς τα μάτια του άστραφταν. Τα πρώτα Χριστούγεννα αφότου γεννήθηκε η κόρη μας, τα περάσαμε με τους γονείς μου. Μετά το φαγητό, κάθισαν και οι 2 στον καναπέ και έπαιρναν αγκαλιά την εγγονή τους μία ο ένας, μία ο άλλος, με τα πρόσωπά τους να λάμπουν από χαρά!

Η μικρή άρχισε να κλαίει. «Μάλλον θα θέλει άλλαγμα», είπε η γυναίκα μου και πήρε το μωρό στο δωμάτιό των γονιών μου για να το αλλάξει. Όταν γύρισε τα μάτια της ήταν βουρκωμένα. ΄Εδωσε την μικρή στον πατέρα μου και με πήγε στο δωμάτιο για να μου δείξει κάτι.

«Κοίτα», είπε χαμηλόφωνα, δείχνοντας με τα μάτια της το σημείο που ήταν το βάζο.. Έμεινα έκπληκτος. Το βάζο ήταν εκεί σαν να μην είχε αλλάξει ποτέ θέση. Ο πάτος του είχε ήδη κάποια ψιλά. Πήγα στο βάζο, έσκυψα και έβγαλα από τις τσέπες μου μια χούφτα κέρματα.

Συναισθηματικά φορτισμένος, έριξα τα κέρματα στο βάζο. Κοίταξα πίσω και είδα τον πατέρα μου να κρατάει την μικρή. Κοιταχτήκαμε στα μάτια. 

Ήξερα ότι ένιωθε τα ίδια συναισθήματα με μένα. 

Κανείς μας δεν μίλησε.

loading...