Αυτά είναι τα μέλη της συμμορίας που έκλεβε μοτοσικλέτες μεγάλου κυβισμού

Εξιχνιάστηκαν τουλάχιστον 23 περιπτώσεις κλοπών πολυτελών μοτοσυκλετών – Κατασχέθηκαν συνολικά 29 οχήματα – 250.000 ευρώ το οικονομικό όφελος της σπείρας

Στη δημοσιότητα έδωσε η Ελληνική Αστυνομία τα στοιχεία της ταυτότητας των μελών της εγκληματικής ομάδας, που διέπρατταν κλοπές μοτοσυκλετών μεγάλου κυβισμού και εξαρθρώθηκε στις 18 Δεκεμβρίου

Ειδικότερα πρόκειται για τους:

Κορωναίο Νικόλαο του Μιχαήλ και της Λαμπρινής, γεννηθέντα στις 18-11-1975 στο Περιστέρι

Κορωναίο Γεώργιο του Μιχαήλ και της Λαμπρινής, γεννηθέντα στις 22-9-1982 στο Περιστέρι

Μητσόπουλο Δημήτριο του Νικολάου και της Αργυρώς, γεννηθέντα στις 31-5-1973 στο Αγρίνιο

Ποθητό Νικόλαο του Γεωργίου και της Χρυσούλας, γεννηθέντα στις 22-12-1975 στην Αθήνα

Ζώκο Χρήστο του Φώτου και της Μαριάννας, γεννηθέντα στις 19-6-1994 στην Αθήνα

(επ.) ZINXHIRIA (ον.) ARGJIR του KRISTO και της EFROSINI, γεν. 02-03-1994 στην Αλβανία

Βλαχόπουλο Κωνσταντίνο του Αναστασίου και της Δήμητρας, γεν. 04-06-1988 στο Μαρούσι

Αρτσιβούρτση Άγγελο του Θεοδώρου και της Ελένης, γεν. 10-09-1991 στην Αθήνα

Σηφοδασκαλάκη Νικόλαο του Μιχαήλ και της Αικατερίνης γεν. 21-04-1969 στην Αθήνα

Νταλάκο Κωνσταντίνο του Δημητρίου και της Αθανασίας γεν. 22-07-1972 στην Κοζάνη

Από την μέχρι τώρα έρευνα έχουν εξιχνιαστεί τουλάχιστον 23 περιπτώσεις κλοπών πολυτελών μοτοσυκλετών, ενώ έχουν κατασχεθεί συνολικά 29 οχήματα.

Το οικονομικό όφελος που αποκόμισε η εγκληματική οργάνωση από την παράνομη δράση της ανέρχεται σε 250.000 ευρώ, ενώ παράλληλα εξετάζεται η συμμετοχή των δραστών και σε δεκάδες ακόμη κλοπές μοτοσυκλετών.

Ειδικότερα, από την έρευνα των αστυνομικών του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, το τελευταίο έτος συγκρότησαν ομάδα, η οποία διέθετε εσωτερικούς κανόνες δομής και δράσης, διακριτούς ρόλους και αφθονία υλικοτεχνικού εξοπλισμού, με σκοπό τη διάπραξη διακεκριμένων κλοπών.

Το modus operandi της οργάνωσης

Τα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, προκειμένου να μην κινούν υποψίες και λόγω της περιορισμένης εγχώριας αγοράς μεταχειρισμένων – «τρακαρισμένων» μοτοσυκλετών, μετέβαιναν σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Ολλανδία, η Γαλλία και η Σλοβενία και αγόραζαν και εισήγαγαν στη χώρα μας τρακαρισμένες μοτοσυκλέτες, τις οποίες στη συνέχεια ταξινομούσαν.

Η επιλογή των μοτοσυκλετών μάλιστα, γίνονταν με κριτήριο τη χρονολογία του μοντέλου, με την προϋπόθεση να έχει μείνει άθικτος ο «λαιμός», σημείο της μηχανής, όπου υπάρχει εντυπωμένος ο αριθμός πλαισίου.

Ακολούθως αφού εισήγαγαν τις τρακαρισμένες μοτοσυκλέτες, δίνονταν «παραγγελία» στα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης για την ανεύρεση και κλοπή αντίστοιχων μοντέλων, ενώ μετά την παραλαβή των κλεμμένων μοτοσυκλετών αφαιρούσαν από αυτές ανταλλακτικά και αντικαθιστούσαν αυτά που έλειπαν ή είχαν καταστραφεί από τις «τρακαρισμένες» μοτοσυκλέτες.

Μάλιστα, με σκοπό την παρεμπόδιση του έργου των ανακριτικών αρχών, απέφευγαν να τοποθετούν στις μοτοσυκλέτες αυτές ανταλλακτικά, με χαρακτηριστικούς αριθμούς που θα οδηγούσαν στην «κλεμμένη» προέλευση τους.

Σημειώνεται ότι φυσικοί αυτουργοί των κλοπών, δεν διέπρατταν ευκαιριακές – τυχαίες κλοπές αλλά μόνο κατόπιν «παραγγελιών» και κινούνταν σε πολυσύχναστους δρόμους, με σκοπό τον εντοπισμό των δικύκλων, που τους ενδιέφεραν.

Όταν εντόπιζαν κάποιο δίκυκλο που τους ενδιέφερε, το ακολουθούσαν για να διαπιστώσουν τους χώρους που κινείται ή σταθμεύει προκειμένου να το αφαιρέσουν. Στην περίπτωση όμως που δεν ήταν εφικτή η αφαίρεση του, συγκρατούσαν τον αριθμό της πινακίδας κυκλοφορίας του, με σκοπό την ενημέρωση των υπολοίπων μελών της οργάνωσης και την ανακάλυψη των στοιχείων ταυτότητας και διαμονής του ιδιοκτήτη, για τη μελλοντική κλοπή του δικύκλου.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι κατά τη διάρκεια των κλοπών, οι δράστες επεδείκνυαν ιδιαίτερη θρασύτητα καθώς αφαιρούσαν μοτοσυκλέτες είτε προσωρινά σταθμευμένες σε εξωτερικούς χώρους, είτε σε κλειστούς υπόγειους χώρους, αδιαφορώντας ακόμα για το αν είναι ασφαλισμένες με αλυσίδες.

Τα μέλη της οργάνωσης μετά την αφαίρεση των μοτοσυκλετών, τις μετέφεραν σε προσωπικούς τους ασφαλείς χώρους, όπως υπόγειους χώρους στάθμευσης ή οικίες φιλικών και συγγενικών τους προσώπων και στη συνέχεια είτε τις παρέδιδαν στα αρχηγικά μέλη της οργάνωσης, για περαιτέρω διάθεσή είτε τις επέστρεφαν, έναντι αμοιβής στους ιδιοκτήτες τους, σε περίπτωση που «μεσολαβούσε» κάποιος.

Για την εύρυθμη λειτουργία της οργάνωσης, ήταν απαραίτητη η συμμετοχή όλων των μελών της, ενώ σε περίπτωση κωλύματος κάποιου μέλους, γινόταν άμεσα η αντικατάσταση του από κάποιο νέο μέλος, μετά από επιλογή των πιο έμπειρων.

Σημειώνεται ότι τα μέλη της οργάνωσης προκειμένου να αποφύγουν τον εντοπισμό και σύλληψη τους, στις μεταξύ τους επικοινωνίες μιλούσαν κωδικοποιημένα, είτε μέσω διαδικτυακών εφαρμογών, είτε μέσω τηλεφωνικών συνδέσεων που είχαν ενεργοποιηθεί σε μη ταυτοποιημένους αλλοδαπούς.

loading...